Τόσο η ιστορία όσο η Εκκλησία υπήρξαν φειδωλές στον χαρακτηρισμό του «Μεγάλου». Ελάχιστοι έλαβαν τον τίτλο «Μέγας». Ένας από αυτούς υπήρξε ο κορυφαίος άγιος της Εκκλησίας μας Μέγας Βασίλειος, ο οποίος έλαβε επάξια αυτόν τον τίτλο, διότι σφράγισε με την προσωπικότητά του την ιστορία σε μια από τις κρισιμότερες ιστορικές φάσεις της ανθρωπότητας. Ότι είμαστε ως έθνος το οφείλουμε στον Χριστό, τον Άγιο Κωνσταντίνο, την Αγία Ελένη, τον Μέγα Αριστοκλή, τον Ηρόδοτο και στους τρεις Ιεράρχες. Για την αλλαγή της παγκόσμιας ιστορίας, για όλα τα κοσμοϊστορικά γεγονότα αιτία είναι ο Σωτήρας και Λυτρωτής Ιησούς Χριστός και ο Άγιος Κωνσταντίνος.
Γράφει ο Άγγελος-Ευάγγελος Φ. Γιαννόπουλος Γεωστρατηγικός και Γεωπολιτικός αναλυτής (Contact : survivorellas@gmail.com-6945294197) και ο Λάμπρος Κ. Σκόντζος Θεολόγος-Συντακτική ομάδα του Arisvinews.
Ο Μ. Βασίλειος γεννήθηκε το 330 στη Νεοκαισάρεια του Πόντου. Ο πατέρας του Βασίλειος ήταν ονομαστός ρήτορας της περιοχής και η μητέρα του Εμμέλεια ήταν απόγονος αριστοκρατικής ρωμαϊκής οικογένειας. Ήταν ένθερμοι Χριστιανοί. Σπουδαίο ρόλο στη ζωή του έπαιξε η γιαγιά του Μακρίνα, η οποία υπήρξε μαθήτρια του αγίου Γρηγορίου Νεοκαισαρείας.
Αυτή τον μύησε στην χριστιανική ευσέβεια. Στην οικογένεια υπήρχαν άλλα οκτώ παιδιά, τα περισσότερα είχαν αφιερωθεί στη διακονία της Εκκλησίας (Γρηγόριος Νύσσης, ασκητής Ναυκράτιος, μοναχή Μακρίνα, Πέτρος επίσκοπος Σεβάστειας).
Οι ευκατάστατοι γονείς τους φρόντισαν να δώσουν στα παιδιά τους, εκτός από την ευσέβεια και σπουδαία μόρφωση. Ο Βασίλειος διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα από τον πατέρα του. Στη συνέχεια πήγε για σπουδές στην Καισάρεια της Καππαδοκίας και ακολούθως στην Κωνσταντινούπολη. Το 351 έφτασε στην Αθήνα για να τελειοποιήσει τις σπουδές του στη γεωμετρία, την αστρονομία, την φιλοσοφία, την ρητορική, την ιατρική και την γραμματική.
Οι σπουδές του διήρκησαν τεσσεράμισι χρόνια ως το 355. Εκεί συνδέθηκε με αδελφική φιλία με τον Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό και τον Ιουλιανό, τον μετέπειτα αυτοκράτορα. Διέφερε από όλους τους άλλους φοιτητές για τις αρετές του και την αυστηρή ασκητική ζωή του. Λέγεται πως ο καθηγητής του Εύβουλος εντυπωσιάστηκε από αυτόν και ασπάστηκε τον Χριστιανισμό. Μαζί με το Γρηγόριο είχαν ιδρύσει στην κατείδωλη Αθήνα χριστιανικό φοιτητικό όμιλο και είχαν σημαντική ιεραποστολική δράση.
Το 356 επέστρεψε στη Νεοκαισάρεια και άσκησε για λίγο το επικερδές επάγγελμα του δικηγόρου και του δασκάλου της ρητορικής. Το 358, ύστερα από το θάνατο του αδελφού του Ναυκράτιου και την παρότρυνση της αδελφής του Μακρίνας, αφού έλαβε το Άγιο Βάπτισμα, αποφάσισε να ακολουθήσει τη μοναχική ζωή και να αφιερωθεί στην υπηρεσία της Εκκλησίας. Αφού μοίρασε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του στους φτωχούς και στην Εκκλησία, ξεκίνησε μεγάλη περιοδεία σε ονομαστά μοναστικά κέντρα της Μ. Ασίας, Συρίας, Αιγύπτου και Μεσοποταμίας για να γνωρίσει αγίους ασκητές και να μυηθεί στην αληθινή μοναχική ζωή.
Το 360 αποσύρθηκε μαζί με τον φίλο του Γρηγόριο Ναζιανζηνό σε ερημητήριο στον Πόντο, στις όχθες του Ίρη ποταμού να μονάσουν. Εκεί έμεινε ως το 363 προσευχόμενος και συγγράφοντας τα σημαντικότερα έργα του και μαζί τους περίφημους «Κανονισμούς δια τον μοναχικόν βίον», οι οποίοι έγιναν ο οδηγός του κατοπινού κοινοβιακού μοναχισμού.
Η φήμη της αγιότητάς του έφτασε ως την Καισάρεια της Καππαδοκίας. Ο επίσκοπος Ευσέβιος τον κάλεσε και τον χειροτόνησε πρεσβύτερο. Ο Βασίλειος επέδειξε τεράστια ποιμαντική και φιλανθρωπική δράση. Κατά τον φοβερό λιμό του 367-368 έσωσε από βέβαιο θάνατο όλους τους φτωχούς της ευρύτερης περιοχής της Καισάρειας. Το 370 όταν πέθανε ο Ευσέβιος και κατ’ επιταγή του λαού, εκλέχτηκε αρχιεπίσκοπος Καισαρείας. Ως επίσκοπος πλέον ο Βασίλειος, εγκαινιάζει ένα κολοσσιαίων διαστάσεων ποιμαντικό και κοινωνικό έργο. Ανέλαβε δράση κατά των αιρετικών αρειανών, οι οποίοι είχαν την υποστήριξη του αρειανόφρονα αυτοκράτορα Ουάλη.
Αντιμετώπισε με σθένος και αποτελεσματικότητα την απόπειρα του Ουάλη και των ομοφρόνων του, να επιβάλουν στην επισκοπή του τον αιρετικό αρειανισμό. Παράλληλα καθάρισε την Εκκλησία από αναξίους κληρικούς.
Αξιοθαύμαστο και πρωτόγνωρο για την εποχή του υπήρξε το κοινωνικό έργο του. Ίδρυσε την περίφημη «Βασιλειάδα», ένα τεράστιο συγκρότημα ευποιΐας, το οποίο περιλάμβανε νοσοκομείο, ορφανοτροφείο, πτωχοκομείο, επαγγελματικές σχολές, κλπ.
Μέσα σε αυτό έβρισκαν καταφύγιο και βοήθεια χιλιάδες άνθρωποι, ανεξάρτητα αν ήταν ή όχι Χριστιανοί. Πλήθος εθελοντών προσέφεραν τις υπηρεσίες τους και ανάμεσά τους ο άγιος Επίσκοπος Βασίλειος, εργαζόταν ως ιατρός.
Τιτάνιο υπήρξε επίσης και το συγγραφικό του έργο. Υπήρξε δεινός θεολόγος και μέγας συγγραφέας, του οποίου το έργο αποτελεί μέχρι σήμερα πρωτοπόρο. Τα έργα του διακρίνονται σε δογματικά, θεολογικά, ερμηνευτικά, επιστολές κλπ. Ένα από τα γνωστότερα έργα του υπήρξε η «Ερμηνεία εις την Εξαήμερον», στην οποία είναι αποτυπωμένη η σπάνια ευρυμάθειά του. Γνωστό επίσης έργο του είναι η ομώνυμή του «Θεία Λειτουργία», η οποία τελείται δέκα φορές το χρόνο (τις πέντε Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής, την παραμονή των Χριστουγέννων, την παραμονή των Φώτων, την Μ. Πέμπτη, το Μ. Σάββατο και την 1η Ιανουαρίου).
Τα πολυπληθή θεολογικά έργα του ιερού Πατρός αποτελούν για την Εκκλησία και την κατοπινή θεολογική επιστήμη, ανεκτίμητη παρακαταθήκη. Η αυστηρή ασκητική ζωή του και η εξαντλητική του εργασία κλόνισαν σοβαρά την εύθραυστη υγεία του. Στις 31 Δεκεμβρίου του 379 πέθανε σε ηλικία μόλις 49 ετών. Η κηδεία του έγινε την 1η Ιανουαρίου του 380, με τη συμμετοχή αμέτρητου πλήθους Χριστιανών, εθνικών και Ιουδαίων, οι οποίοι θρηνούσαν απαρηγόρητοι για τον χαμό του μεγάλου Ιεράρχη και προστάτη τους. Η μνήμη του εορτάζεται την 1η Ιανουαρίου.
Ο Μ. Βασίλειος ανήκει στους μεγάλους άνδρες της ιστορίας. Έζησε σε μια εποχή που ο παλιός ειδωλολατρικός κόσμος έδυε οριστικά και ένας νέος κόσμος, ο χριστιανικός ανέτειλε. Αυτός, μαζί με τους άλλους μεγάλους Πατέρες του 4ου μ. Χ. αιώνα, υπήρξε ένας από τους φορείς αυτού του νέου κόσμου. Και ακόμη περισσότερο: ο μεγάλος αυτός άνδρας, συνέβαλε καθοριστικά στην ομαλή μετάβαση στην νέα πολιτισμική πραγματικότητα. Αξιολόγησε με θαυμαστό τρόπο τα θετικά στοιχεία του αρχαίου κόσμου, τα οποία ενέταξε στη νέα πίστη και στον νέο αναδυόμενο χριστιανικό πολιτισμό.
Χρησιμοποίησε με καταπληκτική δεξιότητα την αρχαιοελληνική φιλοσοφική σκέψη και τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας, μέσω των οποίων εξέφρασε τις αιώνιες και σώζουσες αλήθειες της Θείας Αποκαλύψεως. Υπήρξε, τέλος, ο κατ’ εξοχήν θεοφόρος Πατέρας της Εκκλησίας, ο οποίος κατέστησε την χριστιανική πίστη τρόπο ζωής και πολιτείας και τους πιστούς αληθινό «βασίλειον ιεράτευμα», όπως ψάλλουμε στο απολυτίκιο της εορτής του! Ο Άγιος Βασίλειος ήταν ένας από τους τρεις ιεράρχες.
Ο Μ. Βασίλειος έχει συμβάλει τα μέγιστα στην αλλαγή της παγκόσμιας ιστορίας και στην ένωση του αρχαίου Ελληνικού πνεύματος (Μέγας Αριστοκλής με την Ορθόδοξη πίστη). Η σκέψη των Χριστιανών φιλοσόφων του 4ου αιώνα με βασικούς εκφραστές τον Μ. Βασίλειο, τον Άγιο Γρηγόριο, (Ναζιανζηνό-Θεολόγο), τον Άγιο Ιωάννη-Χρυσόστομο και τον Άγιο Γρηγόριο (Επίσκοπος Νύσσης), αποτελεί κομβικό σημείο για την ανάπτυξη της Ορθοδόξου πίστεως. Στις διδαχές και στα έργα τους είναι εμφανής η ιδεολογία του Αριστοκλή.
Οι Καππαδόκες νεοπλατωνικοί-φιλόσοφοι έρχονται στο πιο καθοριστικό χρονικό σημείο, να διαμορφώσουν και την Ορθόδοξη πίστη. Με εκπαίδευση θεολογική, φιλοσοφική και ρητορική πραγματοποιούν την σπουδαιότερη ιστορική ένωση του κόσμου, για την σωτηρία της ανθρωπότητας.
Ο Ιουστίνος ήταν ο πρώτος Άγιος Φιλόσοφος και Χριστιανός. Ήταν ο πρόδρομος των τριών Ιεραρχών, καθώς αποτέλεσε λαμπρό παράδειγμα για τους τρεις Μεγίστους φωστήρες της Τρισηλίου Θεότητος. Ο Άγιος Ιουστίνος, μαρτύρησε για του Ιησού Χριστού την πίστη, την Αγία το 165 μ.Χ. ήταν ο πρώτος Χριστιανός που χρησιμοποίησε το Φιλοσοφικό -Πλατωνικό σύστημα αξιών και ιδεών στην Ορθοδοξία.
Εκείνους τους αιώνες εκτός από τους πολυθεϊστές Φιλοσόφους, υπήρξαν και φιλόσοφοι που πίστευαν στον Αληθινό Θεό. Οι κορυφαίοι ιεράρχες του Ελληνισμού-Ορθοδοξίας ως νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι και ιερωμένοι αποτελούν τεράστιες εκκλησιαστικές-πνευματικές προσωπικότητες, οι οποίες διαδραμάτισαν καταλυτικό ρόλο, στην διαμόρφωση του παγκόσμιου και του Ελληνικού πολιτισμού.
Είναι οι εκπρόσωποι των Αγίων-πατέρων της Ορθοδοξίας, οι οποίοι δίδαξαν ότι πολύτιμο είχε προσφέρει, ο αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός. Συνδύασαν το αρχαίο Ελληνικό πνεύμα, με τις διδαχές του Λυτρωτή Χριστού. Συγκρότησαν τον Ελληνορθόδοξο πολιτισμό.
Οι Τρεις Ιεράρχες είναι οι προστάτες της Παιδείας. Οι τρεις Άγιοι πάντοτε υπογραμμίζουν την σπουδαιότητα της πραγματικής Ελληνικής παιδείας. Η παιδεία γράφει ο Χρυσόστομος, είναι μέγιστο αγαθό για τον άνθρωπο, είναι μετάληψη αγιότητας. Αυτή ξεριζώνει από τον άνθρωπο την ραθυμία, τις πονηρές επιθυμίες, το πάθος για τα υλικά αγαθά, αυτή αναμορφώνει την ψυχή, αυτή καθιστά την ψυχή, με την χάρη του Αγίου Πνεύματος. Υπήρξαν μέτοχοι και φορείς της αρχαίας Ελληνικής γραμματείας. Ο Χριστιανισμός και ο Αριστόκλειος πολιτισμός ήταν και είναι έννοιες ταυτόσημες. Τον έναν θεό-δημιουργό δίδαξαν οι αρχαίοι Έλληνες σοφοί, με προεξέχον τον Ύπατο των Φιλοσόφων, τον Μέγα Αριστοκλή-Πλάτωνα.
Οι μεγάλοι, νεοπλατωνικοί θεολόγοι της Αγιοτόκου Καππαδοκίας, ο Μέγας Βασίλειος, ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο Άγιος Γρηγόριος(Επίσκοπος Νύσσης) όπως και ο Άγιος Ιωάννης (Χρυσόστομος) ήταν μεγάλοι θαυμαστές, της αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, και ειδικά των διδασκαλιών του Αριστοκλέους τις οποίες ενσωμάτωσαν, στην Χριστιανική πίστη.
Η Ορθοδοξία και η αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία διδάσκουν τις ύψιστες διαχρονικές αξίες. Την γενναιότητα, την καλοσύνη, την δικαιοσύνη, την ηθική ζωή, την παιδεία, με σκοπό την εξέλιξη του πνεύματος και της ψυχής. Τα Ελληνικά Φιλοσοφικά αξιώματα και οι Χριστιανικές διδαχές των Τριών Ιεραρχών, περάσαν στις ψυχές, των Ελλήνων, με αποτέλεσμα να φτάσει ο Ελληνισμός στην κορυφή του κόσμου.
Οι Έλληνες σοφοί από την αρχή έδειξαν την αντίθεση τους, στην παγανιστική θρησκεία και δίδαξαν, ότι το δωδεκάθεο, ήταν ανάξιο του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού, και ότι μόνον η πίστη στον θεό-Δημιουργό είναι αντάξια των Ελλήνων. Η αρχαία Ελληνική σκέψη ήταν βασισμένη στον φυσικό κόσμο. Όλοι οι μεγάλοι Έλληνες φιλόσοφοι-σοφιστές δίδαξαν ότι το δωδεκάθεο είναι δαιμονικό και ταυτόχρονα φαιδρό-ανάξιο του αρχαίου αρχαίου πολιτισμού.
Το δωδεκάθεο ήταν εντελώς ασύμβατο σε σχέση με τον κορυφαίο πολιτισμό του κόσμου, που ήταν ο αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός. Από την εποχή του αυτοκράτορα Κωνστάντιου εώς την εποχή του αυτοκράτορα Θεοδόσιου του Β, έζησαν οι πέντε μεγαλύτεροι Έλληνες νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι του μεσαίωνα. Αυτοί ήταν ο Μέγας Βασίλειος, οι Άγιοι Ιωάννης (Χρυσόστομος), Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης και η φιλοχριστιανή Υπατία.
Οι μεγαλύτεροι Χριστιανοί-Πλατωνικοί θεολόγοι της Καππαδοκίας, ο Βασίλειος της Καισαρείας, ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός και ο Γρηγόριος ο Νύσσης, ήταν φορείς της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφίας, την οποία συνδύασαν άριστα, με την Ορθόδοξη Χριστιανική διδασκαλία, η οποία αναφέρεται στις αιώνιες αλήθειες, τις αξίες, τις αρετές, την καλλιέργεια της ψυχής και την ανάταση του πνεύματος. μέσα από την Ορθοδοξία και τον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό.
Ο Eλληνικός φιλοσοφικός στοχασμός μέσα από την ένωση του με τα χριστιανικά αξιώματα, πέρασε στις ψυχές των ανθρώπων, ώστε να δώσει τους καρπούς της αλήθειας, της αγάπης, της Ορθοδοξίας και της εθνικής επιβίωσης.
Ο παγκόσμιος χαρακτήρας της Ελληνορωμαϊκής αυτοκρατορίας εδραιώνεται σταθερά μέσα από την οικουμενική χριστιανική ιδέα και τον Ελληνικό πολιτισμό (Αριστοκλής). Ο σκοπός των Τριών Ιεραρχών ήταν η ενοποίηση του Ρωμαϊκού κράτους μέσω της χριστιανικής πίστεως και της Ελληνικής παιδείας. Η Ορθοδοξία και οι Πλατωνικές διδασκαλίες ήταν το βασικό στοιχείο συνοχής για να αντιμετωπίσει το Ελληνικό-Ρωμαϊκό έθνος, τον μόνιμο κίνδυνο λόγω των διαφορετικών λαών. Οι Άγιοι πατέρες, θεμελίωσαν την πολιτική ιδεολογία της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, επάνω στο αξίωμα της χριστιανικής οικουμενικότητας, του Ελληνικού πολιτισμού και των Ρωμαϊκών πολιτικών αξιωμάτων.
Η βασική αρχή της πολιτικής Ρωμαϊκής θεωρίας ήταν η Pax Romana, η παγκόσμια Ρωμαϊκή αυτοκρατορία ένωσε όλη την οικουμένη. Αυτό έφερε την υποταγή των λαών, κατάργησε τα σύνορα των εθνών και σχημάτισε την πατρίδα που γεννήθηκε η Ορθοδοξία. Το Ρωμαϊκό κράτος συνέχισε να υπάρχει εξαιτίας του Χριστού, του Αγίου Κωνσταντίνου και των τριών Ιεραρχών.
Χωρίς την ένωση του Χριστιανισμού και του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού, ήταν αδύνατον να γίνει το έθνος μας, παγκόσμια αυτοκρατορία και να φτάσει στην κορυφή του κόσμου.
Ο Ελληνικός πολιτισμός και ο Χριστιανισμός θα ενωθούν ώστε να γίνει για μία και μοναδική φορά η Ελλάδα παγκόσμιο κρατικό μόρφωμα. Ο Χριστός και ο Αριστοκλής-Πλάτωνας υπήρξαν τα θεμέλια της αυτοκρατορίας και του έθνους. Από εκεί ο Ελληνισμός θα πάρει αστείρευτες δυνάμεις για να μεγαλουργήσει και να επιβιώσει. Οι πατέρες της Ορθοδοξίας, κράτησαν ότι πολύτιμο είχε ο αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός, όπως οι διδασκαλίες του Πλάτωνα-Αριστοκλή, ενώ παράλληλα χρησιμοποίησαν την κορυφαία γλώσσα στον κόσμο την Ελληνική. Ο Ελληνικός πολιτισμός δεν ήταν αρκετός από μόνος του για να φτάσει στην κορυφή του κόσμου το έθνος.
Για αυτό και έπρεπε να ενωθεί ο Ελληνικός πολιτισμός με τον χριστιανισμό, για να φτάσει ο Ελληνισμός στο απόγειον της δυνάμεως του. Η πολιτιστική διαδρομή του αρχαίου Ελληνικού κόσμου ενώθηκε με την Ορθοδοξία, ως σώμα Χριστού, όταν οι Έλληνες θα αναλάβουν την ηγεσία της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και της Αγίας Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Ο μέγιστος εκφραστής της Αρχαιότητας ο Αριστοκλής μαζί με τους τρεις Ιεράρχες θα δημιουργήσουν της βάσεις για την οικουμενικότητα, την διαχρονικότητα του Ελληνισμού και της Χριστιανικής, Ελληνικής-Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Τα περισσότερα στοιχεία του αθάνατου Ελληνικού πνεύματος θα είναι πλέον μέσα στην Ορθόδοξη πίστη. Η εισαγωγή των διδασκαλιών του ύπατου των φιλοσόφων Πλάτωνα-Αριστοκλή από τους Αγίους Ιεράρχες, είναι η μεγαλύτερη απόδειξη ότι οι Έλληνες φιλόσοφοι ήταν μονοθεϊστές και ότι δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με το Φοινικικό δωδεκάθεο.
Μέσα από τα Πλατωνικά διδάγματα και τα ηθικά αξιώματα, ο Χριστιανισμός έγινε πολύ ευκολότερα αποδεκτός από τους Έλληνες, καθώς τους φάνηκε από την αρχή, ότι η Ορθοδοξία είναι κάτι πολύ οικείο, προς εκείνους. Το αποτέλεσμα ήταν με την εισαγωγή των διδαχών του Πλάτωνα, στον Χριστιανισμό, να έχουμε πολύ μεγάλη εξάπλωση, της νέας και ανερχόμενης θρησκείας στην αυτοκρατορία. Μόνον όσοι ήταν αγράμματοι δεν έγιναν Χριστιανοί, διότι δεν επέτυχαν να διεισδύσουν στα ουσιώδη νοήματα της Χριστιανικής διδασκαλίας. Η αλλαγή του Χριστιανισμού από τον Εβραϊκό, στον Ελληνικό πολιτισμό επέφερε την παγκοσμιότητα της Ορθοδοξίας, του Ευαγγελίου, του κλασικού πολιτισμού και της αυτοκρατορίας.
Ο Χριστιανισμός μαζί με τον Ύπατο των Φιλοσόφων Αριστοκλή διαμόρφωσαν ηθικά και πνευματικά ολόκληρη την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και το Ελληνικό έθνος, διότι εξ αρχής ο Χριστιανισμός με τον Ελληνισμό, είχαν τα ίδια ηθικά αξιώματα, στους περισσότερους τομείς. Τα τέσσερα Ευαγγέλια γράφτηκαν απευθείας στην Ελληνική γλώσσα, όπως επίσης οι πράξεις των Αποστόλων, οι επιστολές του Αποστόλου των εθνών Παύλου, καθώς και τα πρώτα άρθρα της Ορθόδοξης, Χριστιανικής θεολογίας.
Έξω από την Ελληνική Ορθοδοξία άφησαν οι άγιοι Ιεράρχες, μόνο το δωδεκάθεο, τον Φοινικικό παγανισμό ως ανάξιο του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού και της Ορθοδοξίας. Πρόσθεσαν στον Χριστιανισμό μόνον ότι καλό είχε ο αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός μέσα από τα φιλοσοφικά αξιώματα του Αριστοκλή. Οι Τρεις Ιεράρχες διέσωσαν ότι πολύτιμο είχε δημιουργήσει η ανθρώπινη διάνοια των Ελλήνων σοφών, συνδυάζοντας το πνεύμα του αρχαίου φωτός, με την διδασκαλία του Χριστού.
Οι Έλληνες των μεσαιωνικών αιώνων μέσα από την ηθική, την πίστη και την παιδεία έγιναν κληρονόμοι μιας παγκόσμιας αυτοκρατορίας (Ρωμαϊκή) και μια παγκόσμιας θρησκείας (Χριστιανισμός). Ο Χριστιανισμός αναδύθηκε και έγινε παγκόσμια θρησκεία με την εισαγωγή των Πλατωνικών διδασκαλιών από τους τρεις ιεράρχες και η αρχαία Ελληνική σοφία διασώθηκε και διατηρήθηκε στους αιώνες μέσα από την ενσωμάτωση της στην Ορθόδοξη-Χριστιανική πίστη. Κυριολεκτικά ο Ελληνισμός αναστήθηκε από την Ορθοδοξία.
Η ελευθερία πίστεως είναι θεόδοτη. Ο ίδιος ο Θεός έδωσε το δικαίωμα στους ανθρώπους, να πιστεύουν, όπου επιθυμούν. Προσωπικά είμαι υπέρ της συνυπάρξεως των λαών και των διαφορετικών θρησκευτικών, πεποιθήσεων, για αυτό στηρίζω, τον μεγάλο Σύριο ηγέτη Ασσάντ, ο οποίος επέτυχε να συνυπάρχουν ειρηνικά, Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι.
Αναφέρομαι πάντοτε στους Φοίνικες που από μονοθεϊστές της Π. Διαθήκης και πιστοί των προφητών, εγκατέλειψαν τον Θεό, άλλαξαν και έγιναν οπαδοί του δωδεκαθέου. Δεν αναφέρομαι σε όλους τους Φοίνικες.
0 comments: