Το 2002, δημοσίευσα το L’Effroyable imposture, ένα βιβλίο πολιτικών επιστημών που κατήγγειλε την επίσημη εκδοχή των επιθέσεων στη Νέα Υόρκη, την Ουάσιγκτον και την Πενσυλβάνια και προέβλεψε τη νέα πολιτική των ΗΠΑ: ευρεία επιτήρηση πολιτών και κυριαρχία στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Μετά από άρθρο στους New York Times που δήλωναν να ήταν έκπληκτοι με τον αντίκτυπό μου στη Γαλλία, το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ έδωσε εντολή στην ισραηλινή Μοσάντ να με εξοντώσει. Ο πρόεδρος Ζακ Σιράκ, ο οποίος είχε ζητήσει από τις δικές του υπηρεσίες πληροφοριών να επαληθεύσουν τις υποθέσεις μου, ανέλαβε τότε την υπεράσπισή μου. Κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνέντευξης με τον πρωθυπουργό Αριέλ Σαρόν, τον ενημέρωσε ότι οποιαδήποτε ενέργεια εναντίον μου, όχι μόνο στη Γαλλία, αλλά σε ολόκληρη την επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα ερμηνευόταν ως εχθρική ενέργεια κατά της Γαλλίας. Έδωσε επίσης εντολή σε έναν από τους συνεργάτες του να με προσέχει και να ενημερώσει τα μη ευρωπαϊκά κράτη που θα με καλούσαν για την ευθύνη τους να διασφαλίσουν την ασφάλειά μου. Πράγματι, σε όλες τις χώρες που με κάλεσαν, μου παρείχαν ένοπλη συνοδεία.
Ωστόσο, το 2007, ο πρόεδρος Σιράκ αντικαταστάθηκε από τον Νικολά Σαρκοζί. Σύμφωνα με τον ανώτερο αξιωματούχο που είχε διορίσει ο Ζακ Σιράκ ως υπεύθυνο για την ασφάλειά μου, ο νέος πρόεδρος αποδέχθηκε το αίτημα της Ουάσιγκτον να διατάξει στην DGSE (σ.μτφ. οι υπηρεσίες πληροφοριών της Γαλλία για το εξωτερικό) να με εξαφανίσει. Προειδοποιημένος με αυτό τον τρόπο για την απειλή, ετοίμασα τη βαλίτσα μου χωρίς καθυστέρηση και έφυγα στην εξορία. Δύο μέρες αργότερα, έφτασα στη Δαμασκό όπου μου χορηγήθηκε κρατική προστασία.
Μερικούς μήνες αργότερα, αποφάσισα να εγκατασταθώ στον Λίβανο, όπου μου είχαν προτείνει να παράγω μια εβδομαδιαία εκπομπή στα γαλλικά στην Al-Manar, τον τηλεοπτικό δίαυλο της Χεζμπολάχ. Αυτό το σχέδιο δεν είδε ποτέ το φως της ημέρας, καθώς η Al-Manar εγκατέλειψε τη μετάδοση στα γαλλικά, παρότι ήταν επίσημη γλώσσα του Λιβάνου. Τότε η Γαλλίδα υπουργός Δικαιοσύνης, Μισέλ Αλιό-Μαρί, ξεκίνησε μια δικαστική επιτροπεία εναντίον μου με το πρόσχημα ότι ένας δημοσιογράφος, ο οποίος είχε ήδη γράψει ένα βιβλίο εναντίον μου, με κατηγορούσε για συκοφαντική δυσφήμιση. Δεν είχε υπάρξει ποτέ ένα τέτοιο αίτημα προς τον Λίβανο για περισσότερα από 30 χρόνια. Η αστυνομία μου έστειλε κλήση για παρουσίαση. Μπόρεσα να παρατηρήσω σε αυτή τη κλίση ότι αυτός ο τρόπος ενέργειας δεν είχε καμία βάση σύμφωνα με το γαλλικό δίκαιο. Η Χεζμπολάχ με προστάτεψε και εξαφανίστηκα οικειοθελώς. Μερικούς μήνες αργότερα, ο πρωθυπουργός Φουάντ Σινιόρα, έχοντας προσπαθήσει να αφοπλίσει την Αντίσταση, η Χεζμπολάχ ανέτρεψε την ισορροπία δυνάμεων. Παρουσιάστηκα τότε ενώπιον ενός δικαστή υπό το χειροκρότημα της αστυνομίας η οποία με αναζητούσε τρεις μέρες νωρίτερα. Ο δικαστής μου είπε ότι στην επιστολή της, η Μισέλ Αλιό-Μαρί είχε προσθέσει με το χέρι της ότι ζητούσε από τον Λιβανέζο ομόλογό της να με συλλάβει και να με κρατήσει στη φυλακή όσο το δυνατόν περισσότερο, ενώ η υπόθεση θα ακολουθούσε την πορεία της στη Γαλλία. Ήταν η αρχή των «επιστολών εντολής εγκλεισμού» του Αρχαίου Καθεστώτος (Ancien Régime), ήτοι η δυνατότητα να φυλακιστούν χωρίς δίκη οι πολιτικοί του αντίπαλοι. Ο δικαστής μου διάβασε την δικαστική επιστολή και με κάλεσε να απαντήσω εγγράφως. Διευκρίνισα ότι, σύμφωνα με τη γαλλική νομοθεσία και τη νομοθεσία του Λιβάνου, το προσβεβλημένο άρθρο είχε διαγραφεί εδώ και πολύ καιρό και ότι, επιπλέον, δεν μου φαινόταν σε καμία περίπτωση δυσφημιστικό. Ένα αντίγραφο της επιστολής της Μισέλ Αλιό-Μαρί και της απάντησής μου κατατέθηκαν στο χρηματοκιβώτιο του Ακυρωτικού Δικαστηρίου στη Βηρυτό.
Λίγους μήνες αργότερα, με κάλεσαν σε ένα δείπνο με υψηλή λιβανέζικη προσωπικότητα. Εκεί ήταν και ένας συνεργάτης του προέδρου Σαρκοζί, που περνούσε από τον Λίβανο. Συγκρουστήκαμε σκληρά για τις αντιλήψεις μας για την κοσμικότητα. Αυτός ο κύριος διαβεβαίωσε τους καλεσμένους ότι δεν αρνείται τη συζήτηση, αλλά τους άφησε για να πάρει ένα αεροπλάνο και να επιστρέψει στο Ελιζέ. Την επόμενη μέρα, κλήθηκα από δικαστή για ένα διοικητικό ζήτημα. Ωστόσο, ενώ το αυτοκίνητό μου απείχε δύο λεπτά από τον τόπο της συνάντησης, έλαβα ένα τηλεφώνημα από το γραφείο του πρίγκιπα Talal Arslane που μου είπε ότι σύμφωνα με τη Χεζμπολάχ, ήταν μια παγίδα. Έπρεπε αμέσως να κάνω αντίστροφη. Αποδείχθηκε ότι οι υπάλληλοι, με ορισμένες εξαιρέσεις, δεν εργάζονταν εκείνη την ημέρα, την επέτειο της γέννησης του Μαχομέτ. Μια ομάδα από την DGSE ήταν εκεί για να με απαγάγει και να με παραδώσει στη CIA. Την επιχείρηση είχε οργανώσει ο προεδρικός σύμβουλος με τον οποίο είχα δειπνήσει την προηγούμενη μέρα.
Στη συνέχεια, υπήρξα αντικείμενο πολλών αποπειρών δολοφονίας, αλλά μου είναι δύσκολο να προσδιορίσω ποιος ήταν πίσω από αυτές.
Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια μιας διάσκεψης στο Υπουργείο Πολιτισμού της Βενεζουέλας, η φρουρά του προέδρου Τσάβες ήρθε ξαφνικά να με αναζητήσει στην εξέδρα όπου μιλούσα. Ένας αξιωματικός με πήρε με το ζόρι και με έσπρωξε προς τα αποδυτήρια. Είχα μόλις το χρόνο για να δω στην αίθουσα άνδρες να βγάλουν όπλα. Δύο στρατόπεδα απειλούσαν το ένα το άλλο. Ένας πυροβολισμός και θα γινόταν μακελειό. Ή πάλι, ακόμα στο Καράκας, ήμουν καλεσμένος με τον συμπολεμιστή μου σε ένα δείπνο. Όταν έφεραν τα πιάτα μας, ο φίλος μου δεν πεινούσε πολύ και το πιάτο μου ήταν περιέργως λιγότερο καλά εφοδιασμένο από τα άλλα. Τα ανταλλάξαμε διακριτικά. Πίσω στο ξενοδοχείο μας, τον έπιασε ξαφνικά τρέμουλο, έχασε τις αισθήσεις του, κύλησε στο πάτωμα με τα σάλια να κυλούν από τα χείλη του. Όταν έφτασαν οι γιατροί, αναφώνησαν αμέσως: Αυτός ο άνθρωπος έχει δηλητηριαστεί. Τον έσωσαν έγκαιρα. Δύο μέρες αργότερα, μια αντιπροσωπεία δέκα αξιωματικών με πλήρη στολή από την SEBIN (μυστική υπηρεσία) ήρθε να μας ζητήσει συγγνώμη και να μας πει ότι είχαν εντοπίσει τον ξένο πράκτορα που είχε οργανώσει αυτή την επιχείρηση. Ο φίλος μου, σε αναπηρικό καροτσάκι, χρειάστηκε έξι μήνες για να αναρρώσει.
Σε μεταγενέστερο στάδιο, από το 2010, οι επιθέσεις εμπλέκονταν πάντα τζιχαντιστές. Για παράδειγμα, ένας μαθητής του Σεΐχη Ahmed al-Assir έστησε ενέδρα στον σύντροφό μου στα όπλα και προσπάθησε να τον σκοτώσει. Χρωστά τη ζωή του μόνο στην παρέμβαση ενός πολιτοφύλακα του PSNS. Ο επιτιθέμενός του συνελήφθη από τη Χεζμπολάχ, παραδόθηκε στον λιβανικό στρατό και στη συνέχεια δικάστηκε και καταδικάστηκε.
Το 2011, η κόρη του Μουαμάρ Καντάφι, Αΐσα Καντάφι, με κάλεσε στη Λιβύη. Με είχε δει να μιλάω στην αραβική τηλεόραση εναντίον του πατέρα της. Επέμενε να έρθω επιτόπου και να δω το λάθος μου. Το έκανα. Σιγά σιγά, μπήκα στην κυβέρνηση της Λιβύης και η τελευταία μου ανάθεσε την προετοιμασία της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Όταν το ΝΑΤΟ επιτέθηκε στη Λιβυκή Αραβική Τζαμαχίρια, βρισκόμουν στο ξενοδοχείο Rixos όπου διέμενε ο ξένος Τύπος. Το ΝΑΤΟ φυγάδευε τους δημοσιογράφους που συνεργάζονταν με τη Συμμαχία, αλλά δεν κατάφερνε να βγάλει έξω εκείνους που βρίσκονταν στο ξενοδοχείο Rixos, επειδή το υπερασπιζόταν ο Χάμις, ο μικρότερος γιος του Καντάφι. Ο τελευταίος βρισκόταν στο υπόγειο του ξενοδοχείου του οποίου οι ανελκυστήρες είχαν αποκλειστεί. Οι Λίβυοι τζιχαντιστές που δημιούργησαν στη συνέχεια τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό, υπό τη διοίκηση του Μαχντί αλ Χαράτι και υπό την επίβλεψη Γάλλων στρατιωτικών, πολιόρκησαν το ξενοδοχείο. Σκότωσαν όσους πλησίαζαν στα παράθυρα.
Εντέλει μας πήρε ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός και μας πήγε σε άλλο ξενοδοχείο όπου σχηματιζόταν η νέα κυβέρνηση. Όταν φτάσαμε στο ξενοδοχείο, δύο Ιρανοί Φρουροί της Επανάστασης ήρθαν να με συναντήσουν. Είχαν σταλεί από τον πρόεδρο Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ και τον αντιπρόεδρο Χαμίντ Μπαγάιε για να με σώσουν. Οι Ιρανοί ηγέτες είχαν λάβει αντίγραφο μιας απόφασης από μυστική συνεδρίαση του ΝΑΤΟ στη Νάπολη σύμφωνα με την οποία, μεταξύ άλλων, θα ήταν σκόπιμο να με δολοφονήσουν κατά την κατάληψη της Τρίπολης. Αυτό το έγγραφο ανέφερε την παρουσία σε αυτή τη σύνοδο κορυφής του Γάλλου Υπουργού Εξωτερικών, Αλέν Ζυπέ, φίλου του πατέρα μου. Το γραφείο του κ. Ζυπέ θα βεβαιώσει στη συνέχεια ότι αυτή η συνάντηση δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ και ότι ο υπουργός βρισκόταν σε διακοπές εκείνη την ημερομηνία. Πιστεύοντας ότι το πρόβλημα λύθηκε, οι Φρουροί της Επανάστασης εγκατέλειψαν τη χώρα. Ωστόσο, μια μικρή αφίσα είχε διανεμηθεί στην πόλη που περιείχε τις φωτογραφίες δώδεκα καταζητούμενων: έντεκα Λίβυοι κι εμένα. Μια ομάδα «ανταρτών» άρχισε να με ψάξει στο ξενοδοχείο. Πρώτα μ’ έσωσε μια δημοσιογράφος από το RT που μ’ έκρυψε στο δωμάτιό της και αρνήθηκε την είσοδο στους «αντάρτες», μετά από άλλους, συμπεριλαμβανομένου ενός δημοσιογράφου από το TF1. Μετά από κάθε είδους περιπέτειες όπου ξέφυγα από το θάνατο καμιά σαρανταριά φορές, διέφυγα, ως «boat people», με περίπου σαράντα άτομα σε ένα μικρό ψαροκάικο προς τη Μάλτα, στη μέση των πολεμικών πλοίων του ΝΑΤΟ. Όταν φτάσαμε στη Βαλέτα, μας περίμεναν ο πρωθυπουργός και οι πρεσβευτές των μεταφερόμενων υπηκόων. Όλοι εκτός από τον Γάλλο πρέσβη.
Όταν ξεκίνησε η «αραβική άνοιξη» στη Συρία, δηλαδή η βρετανική μυστική επιχείρηση για να φέρει στην εξουσία τους Αδελφούς Μουσουλμάνους όπως είχαν κάνει έναν αιώνα νωρίτερα με τους Ουαχαμπίτες, επέστρεφα στη Δαμασκό για να βοηθήσω εκείνους που με υποδέχτηκαν τέσσερα χρόνια νωρίτερα. Εκεί βέβαια συνάντησα πολλές φορές τον θάνατο, αλλά ήταν πόλεμος. Μια φορά όμως, ήμουν ο άμεσος στόχος των τζιχαντιστών. Μια από τις φορές που οι «αντάρτες» που υποστηρίζονταν επίσημα από τον πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ επιτέθηκαν στη Δαμασκό, προσπάθησαν να εισβάλουν στο σπίτι μου. Ο συριακός στρατός έβαλε ένα όλμο στη στέγη μου και τους έσπρωξε πίσω. Ήταν εκατό εναντίον πέντε στρατιωτών. Αλλά αναγκάστηκαν να αποσυρθούν μετά από τρεις μέρες μάχης. Κανένας από αυτούς τους «αντάρτες» δεν ήταν Σύρος, ήταν Πακιστανοί και Σομαλοί χωρίς στρατιωτική εκπαίδευση. Θυμάμαι τις ψαλμωδίες τους «Αλλάχ Ακμπάρ!» που επανέλαβαν υστερικά πριν ορμήσουν προς το σπίτι. Ακόμα και σήμερα, ανατριχιάζω όταν ακούω αυτή την ευγενή κραυγή.
Επέστρεψα στη Γαλλία το 2020 για να ξανασυνδεθώ με την οικογένειά μου. Ορισμένοι φίλοι μου με διαβεβαίωσαν ότι ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν δεν πραγματοποιεί πολιτικές δολοφονίες όπως οι δύο προκάτοχοί του. Δεν ήμουν όμως ελεύθερος. Το τελωνείο έλαβε καταγγελία που διαβεβαίωνε ότι το θαλάσσιο κοντέινερ που μετέφερε τα προσωπικά αντικείμενα του συντρόφου των όπλων μου και τα δικά μου περιείχε εκρηκτικά και όπλα. Το αναχαίτισαν και έστειλαν περίπου 40 υπάλληλους να το ερευνήσουν. Ήταν μια παγίδα που έστησε μια ξένη υπηρεσία: Το τελωνείο άφησε μια εταιρεία να μεταφέρει τα εμπορεύματα που είχαν εξαχθεί. Χρειάστηκαν δύο ημέρες για να γίνει αυτό, κατά τις οποίες το κοντέινερ λεηλατήθηκε και τα υπάρχοντά μου καταστράφηκαν. Τα έγγραφα που κουβαλούσαμε έχουν όλα εξαφανιστεί.
Το παράδειγμά μου δεν είναι μεμονωμένο. Ο Τζούλιαν Ασάνζ όταν αποκάλυψε το σύστημα Vault 7, το οποίο επιτρέπει στη CIA να παραβιάζει οποιονδήποτε υπολογιστή ή κινητό τηλέφωνο, έγινε επίσης στόχος των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο διευθυντής της CIA Μάικ Πομπέο πραγματοποίησε πολλές επιχειρήσεις με τη συγκατάθεση του Ηνωμένου Βασιλείου για την απαγωγή ή τη δολοφονία του. Ή ακόμα, όταν ο Έντουαρντ Σνόουντεν δημοσίευσε μια σειρά από έγγραφα σχετικά με την παραβίαση της ιδιωτικής ζωής από την NSA, όλα τα μέλη του ΝΑΤΟ μαζεύτηκαν εναντίον του. Η Γαλλία έκλεισε ακόμη και τον εναέριο χώρο της στο αεροπλάνο του προέδρου της Βολιβίας Έβο Μοράλες πιστεύοντας ότι επέβαινε ο Σνόουντεν. Σήμερα είναι πρόσφυγας στη Ρωσία. Η ελευθερία δεν βρίσκεται πλέον στη Δύση.
Αναπαράγουμε κείμενο που γράφτηκε κατόπιν αιτήματος του Ιδρύματος για την καταπολέμηση της αδικίας του Εvgueni Prigojine. Ο συγγραφέας εξετάζει την προστασία που του είχε παραχωρήσει ο πρόεδρος Ζακ Σιράκ και τις απόπειρες δολοφονίας στις οποίες υποβλήθηκαν στη συνέχεια ο ίδιος και η ομάδα του. Οι αναγνώστες μας έχουν ζήσει ζωντανά αυτά τα γεγονότα, αλλά είναι η πρώτη φορά που ο Τιερί Μεϊσάν αναφέρει δημόσια την καταδίωξη που έχει υποστεί. Για τον ίδιο, δεν είναι σε καμία περίπτωση ζήτημα απαίτησης λογοδοσίας: οι προσωπικότητες που εμπλέκονται έχουν σίγουρα ενεργήσει πιστεύοντας ότι υπηρετούσαν τη χώρα τους. Όμως οι Γάλλοι πολίτες πρέπει να γνωρίζουν τα εγκλήματα που διαπράττονται στο όνομά τους.
Τ. Μεισαν.
0 comments: