Δευτέρα 23 Αυγούστου 2021

ΤΑΠΕΙΝΩΜΕΝΕΣ ΑΠΟΧΩΡΟΥΝ ΟΙ ΗΠΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ. ΡΩΣΙΑ ΚΑΙ ΚΙΝΑ ΟΙ ΝΕΕΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΕΣ ΥΠΕΡΔΥΝΑΜΕΙΣ.

 

Τεράστιο το πλήγμα στο κύρος των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν. 








H υπεράσπιση εκ μέρους του προέδρου Τζο Μπάιντεν της αποχώρησης των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν υπήρξε σκληρή, αυτοεξυπηρετική και διόλου πειστική. Πάνω απ’ όλα, της διέφευγε η ουσία του ζητήματος. Το ερώτημα δεν είναι πλέον εάν έπρεπε να μείνουν τα αμερικανικά στρατεύματα. Είναι ο τρόπος με τον οποίο οι ΗΠΑ μπορούν να ελαχιστοποιήσουν τη ζημιά η οποία προκλήθηκε από αυτήν την θλιβερά περίπλοκη “έξοδο”.


Κάποιες από τις χαιρέκακες επευφημίες των αντιπάλων των ΗΠΑ είναι υπερβολικές, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αξιοπιστία της χώρας έχει υποστεί βαρύτατο πλήγμα. Η εγκατάλειψη πιστών Αφγανών συμμάχων στην τύχη τους θα στοιχειώνει οποιεσδήποτε μελλοντικές επεμβάσεις των ΗΠΑ σε όλο τον κόσμο. Φίλοι αγνοήθηκαν. Ανταγωνιστικές δυνάμεις θα αποκτήσουν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Τρομοκρατικές ομάδες που έτσι κι αλλιώς ήταν πάντα δύσκολο να στοχευθούν από μακριά, τώρα πρόκειται να ενισχυθούν – και μάλιστα ταχύτερα απ’ ό,τι πριν. Η “ανάρρωση” από αυτό το αίσχος θα απαιτήσει μακρά, επίπονη προσπάθεια.


Αλήθεια

Πρέπει να ξεκινήσει με το να πει κανείς την αλήθεια. Μέχρι στιγμής, ο Αμερικανός πρόεδρος αρνείται να αναγνωρίσει τις τελευταίες εξελίξεις ως αποτυχία. Εάν ένα χάος αυτής της τάξης μεγέθους δεν πληροί τις προϋποθέσεις για έναν τέτοιο χαρακτηρισμό, είναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς ποιο γεγονός θα τις πληρούσε. Ο Μπάιντεν πρέπει να είναι ειλικρινής και όχι ξεροκέφαλα επίμονος στην υπεράσπιση των όσων έπραξε.


Ακολουθεί η εξασφάλιση της απομάκρυνσης των Αμερικανών και των συμμάχων τους. Οι ΗΠΑ πρέπει να κάνουν ό, τι μπορούν για να διασφαλίσουν την ασφαλή διαφυγή των Αφγανών οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις για βίζα στις ΗΠΑ προς το αεροδρόμιο της Καμπούλ – και να διατηρούν τη ροή αεροσκαφών μέχρι και οι τελευταίοι να μπορέσουν να βγουν από τη χώρα.


Αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει όχι μόνο Αφγανούς που εργάστηκαν απευθείας για τον αμερικανικό στρατό, αλλά κι εκείνους οι οποίοι συνδέονται με αμερικανικά ΜΜΕ και οργανώσεις αρωγής, οι οποίοι υποτίθεται ότι πρέπει να υποβάλουν επίσημη αίτηση για βίζα από μια τρίτη χώρα. Ένα νέο πρόγραμμα ανθρωπιστικής διευκόλυνσης παρόμοιο με εκείνο που είχε θεσπιστεί παλαιότερα για τους Νοτιοβιετναμέζους και τους Κουβανούς, είναι απαραίτητο ώστε αυτοί και άλλοι ευάλωτοι Αφγανοί να μεταφερθούν απευθείας στο Γκουάμ ή στις ηπειρωτικές ΗΠΑ για επεξεργασία του αιτήματός τους.


Προσφυγική κρίση;

Οι ΗΠΑ θα πρέπει επίσης να ηγηθούν των παγκόσμιων προσπαθειών για την αποτροπή μιας ευρύτερης προσφυγικής κρίσης. Γειτονικές του Αφγανιστάν χώρες όπως το Ιράν και το Πακιστάν – όπου στεγάζονται ήδη εκατομμύρια Αφγανοί πρόσφυγες – κλείνουν τα σύνορά τους σε περισσότερους εξ αυτών. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προειδοποιούν τους αιτούντες άσυλο να μην προσπαθήσουν να φτάσουν στη Δύση.


Οι ΗΠΑ θα πρέπει να ηγηθούν διά του παραδείγματος, δεσμευόμενοι να πάρουν δίκαιο μερίδιό από κάθε εκροή πληθυσμού από το Αφγανιστάν. Θα πρέπει επίσης να συγκεντρώσουν δωρητές προκειμένου να καλύψουν το κενό στη χρηματοδότηση των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες. Θα πρέπει, δε, να χρησιμοποιήσουν τις συνομιλίες στην G7 της επόμενης εβδομάδας για να προωθήσουν ένα ευρύτερο σχέδιο μετεγκατάστασης για Αφγανούς, όπως εκείνο που δημιουργήθηκε για τους πρόσφυγες από την ευρύτερη Ινδοκίνα μετά τον πόλεμο του Βιετνάμ.


Αφγανοί οι οποίοι θα παραμείνουν στη χώρα τους θα χρειαστούν επίσης βοήθεια. Ακόμη και πριν από την κατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν, το Αφγανιστάν αντιμετώπιζε μια διευρυνόμενη ανθρωπιστική κρίση, με σχεδόν τον μισό πληθυσμό να χρειάζεται βοήθεια και περισσότερους από 550.000 Αφγανούς να έχουν εκτοπιστεί βίαια από τα σπίτια τους μόνο φέτος. Εκτός από τη διασφάλιση ότι τα Ηνωμένα Έθνη και οι οργανώσεις αρωγής θα έχουν τους πόρους οι οποίοι απαιτούνται, οι ΗΠΑ θα πρέπει να συνεργαστούν με τους εταίρους τους στο Συμβούλιο Ασφαλείας για να διασφαλίσουν ότι οι Ταλιμπάν θα επιτρέψουν την ελεύθερη ροή βοήθειας.


Τρομοκρατία

Στη συνέχεια, οι ΗΠΑ πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτό που είναι πιθανό να αποδειχθεί μια εκτεταμένη τρομοκρατική απειλή υπό τους Ταλιμπάν. Οι υπηρεσίες πληροφοριών θα πρέπει να επαναπροσδιορίσουν την κατανομή των πόρων τους και να ενισχύσουν την παρακολούθηση προκειμένου να εντοπίσουν έγκαιρα οποιαδήποτε αύξηση των τζιχαντιστών στη χώρα.


Θα πρέπει να ενισχύσουν τις επαφές με πρώην assets της CIA και Αφγανούς κομάντος, οι οποίοι θα μπορούσαν να παρέχουν μάτια και αυτιά στο έδαφος. Περιφερειακές δυνάμεις όπως το Πακιστάν, η Ρωσία και η Κίνα δεν μοιράζονται τους ίδιους στόχους με την Ουάσινγκτον, όλοι ωστόσο φοβούνται την αναζωπύρωση του εξτρεμισμού. Πρέπει να παροτρυνθούν να συντονίσουν την πίεση στους Ταλιμπάν προκειμένου να ελεγχθούν οι πλέον επικίνδυνες ομάδες.


Σύμμαχοι

Τέλος, η κυβέρνηση Μπάιντεν θα πρέπει να ξεκινήσει μια ολόπλευρη προσπάθεια αποκατάστασης της εμπιστοσύνης με συμμάχους και εταίρους. Το γεγονός ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ δεν μίλησε με ηγέτες συμμαχικών χωρών αμέσως μετά την πτώση της Καμπούλ είναι ασυγχώρητο. Για να διορθωθεί αυτό το λάθος, δεν υπάρχει σύντομος δρόμος. Θα απαιτηθεί κάτι περισσότερο από ωραίους λόγους και συνόδους κορυφής για τη δημοκρατία.


Οι ΗΠΑ μπορούν, για παράδειγμα, να βοηθήσουν την Ινδία να αντιμετωπίσει μια ανανεούμενη τρομοκρατική απειλή. Μέχρι σήμερα περίμενε ότι οι σύμμαχοί της στην Τετραμερή (με Ινδία, Ιαπωνία, Αυστραλία) και στο ΝΑΤΟ θα στήριζαν τις στρατηγικές προτεραιότητές της στην περιοχή, τώρα ωστόσο η Ουάσινγκτον θα πρέπει να μάθει πλέον να ακούει με μεγαλύτερη προσοχή τις ανησυχίες τους.


Θα πρέπει να προσπαθήσει να εξαλείψει τις άσκοπες εμπορικές τριβές με την Ευρώπη και να ασχοληθεί σοβαρά με τις εμπορικές συνομιλίες με τις ασιατικές χώρες, ώστε εκείνες να βλέπουν σαφή οφέλη σε μια στενότερη σχέση με τις ΗΠΑ. Εξίσου σημαντικό, αν και όταν αντίπαλοι δοκιμάσουν την αποφασιστικότητα της χώρας, όπως έκαναν οι Σοβιετικοί μετά την πτώση της Σαϊγκόν, οι ΗΠΑ θα πρέπει να απαντήσουν γρήγορα και έξυπνα.


Η ανάκαμψη μετά από αυτήν την αποτυχία θα απαιτήσει χρόνο, προσπάθεια και πόρους. Θα απαιτήσει επίσης στενή και συντονισμένη συνεργασία με συμμάχους. Η δουλειά αυτή τώρα αρχίζει.


Υπάρχουν όσοι διατηρούν από την περιοχή του Ινδοκαυκάσου πικράν πείραν. Και υπάρχουν και όσοι προτίθενται να μην επαναλάβουν τα ίδια λάθη. Ο λόγος αντιστοίχως για την Ρωσία και την Κίνα, τους ευρασιατικούς ανταγωνιστές των ΗΠΑ, τους οποίους κατεξοχήν αφορά, μαζί με το Ιράν και το Πακιστάν, το μέλλον του Αφγανιστάν την επαύριο της σχεδιαζόμενης αμερικανικής αποχώρησης.


Η εικοσαετής πολεμική περιπέτεια των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν, η μακρότερης διάρκειας σε όλη την αμερικανική ιστορία, οδεύει προς το τέλος της, δεδομένης της απόφασης του Τζο Μπάιντεν για ολοκλήρωση της αποχώρησης των στρατιωτικών δυνάμεων πριν από την επέτειο της 11ης Σεπτεμβρίου. Μια αποχώρηση, όμως, που θα πρέπει να σχετικοποιηθεί, καθώς μοιάζει περισσότερο με αναδιάταξη και οιονεί ιδιωτικοποίηση της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, που στηρίζονται πλέον περισσότερο στην ανάπτυξη ιδιωτών υπεργολάβων ασφαλείας και σχεδιάζουν την δημιουργία νέων εγκαταστάσεων σε χώρες πέριξ του Αφγανιστάν.


Η Ρωσία εξέφρασε ήδη την αντίθεσή της στους αμερικανικούς σχεδιασμούς. Το ίδιο και το Πακιστάν, το οποίο παρά την παραδοσιακή του συμμαχία με τις ΗΠΑ ενδυναμώνει ολοένα τις σχέσεις του, ιδίως τις οικονομικές, με την Κίνα και πάντως δεν παραιτείται από την φιλοδοξία να ελέγχει τα αφγανικά πράγματα δια των διαύλων που έχει στους Ταλιμπάν, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να αποτρέψει την αποσταθεροποίηση των δικών του παραμεθόριων περιοχών, όπου κατοικεί ικανό τμήμα της (πλειοψηφούσας στο Αφγανιστάν) κοινότητας των Παστούν.

Σε κάθε περίπτωση, οι εξελίξεις επιταχύνονται, ενίοτε με τρόπο σουρρεαλιστικό.


Τα ξημερώματα της Δευτέρας, οι αμερικανικές δυνάμεις κατέβασαν τους διακόπτες του ηλεκτρικού ρεύματος και εγκατάλειψαν την βάση του Μπαγκράμ, που απέχει περίπου μία ώρα από την Καμπούλ, χωρίς καν να ειδοποιήσουν τις αφγανικές κυβερνητικές στρατιωτικές δυνάμεις που θα αναλάμβαναν τον έλεγχο και κατέφθασαν δύο ώρες μετά, ενώ είχαν ήδη προηγηθεί πλιατσικολόγοι.


Την ίδια στιγμή, στο βόρειο Αφγανιστάν, περιοχή κατοικούμενη από Τατζίκους και Ουζμπέκους παραδοσιακά αντίπαλους προς τους Ταλιμπάν, η κυβέρνηση χάνει τον έλεγχο της μίας επαρχίας μετά την άλλη, ενώ 1.500 κυβερνητικοί στρατιώτες πέρασαν τα σύνορα για να καταφύγουν στο Τατζικιστάν, οι αρχές του οποίου συνεργάζονται με τη Ρωσία για την αντιμετώπιση της κρίσης. Η ευκολία με την οποία προελαύνουν οι Ταλιμπάν στο πεδίο αυτό υποψιάζει για συμφωνημένη παράδοση των περιοχών από πτέρυγες του φιλοκυβερνητικού μετώπου που έχουν αποθαρρυνθεί και αναζητούν νέους συμβιβασμούς, αντί για τη συνέχιση των εχθροπραξιών.


Σε κάθε περίπτωση, Ρωσία και Κίνα παρακολουθούν εντατικά τις εξελίξεις στο Αφγανιστάν, που βρίσκεται στα "πλευρά” τους.


Μιλώντας σήμερα Πέμπτη στο Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο Άπω Ανατολής του Βλαδιβοστόκ, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σργκέι Λαβρόφ χαρακτηριστικά υποστήριξε ότι "οι ΗΠΑ δεν αποχωρούν απλώς από το Αφγανιστάν, αλλά αναγνωρίζουν την αποτυχία της εικοσάχρονης αποστολής τους” και πρόσθεσε ότι οι κίνδυνοι από την τρομοκρατία και το ναρκεμπόριο έχουν δραματικά αυξηθεί μετά το 2001, με έγγραφα που εμφανίστηκαν στη Δύση να υποδεικνύουν την πιθανότητα εμπλοκής Αμερικανών ενστόλων στη διακίνηση ναρκωτικών, όπως υποστήριξε, και το Ισλαμικό Κράτος να καταφθάνει σε περιοχές του βόρειου Αφγανιστάν που συνορεύουν με χώρες σύμμαχες προς τη Ρωσία.


Την κατάσταση επιδεινώνει, σύμφωνα με τον Λαφρόφ, το γεγονός ότι οι ιθύνοντες της Καμπούλ υπαναχωρούν, υπό τον φόβο της περιθωριοποίησής τους μετά την αποχώρηση των Αμερικανών, από τις συμφωνίες για τη δημιουργία μιας ευρείας προσωρινής κυβέρνησης, με αποτέλεσμα και οι Ταλιμπάν να γίνονται περισσότερο επιθετικοί.


Στην Κίνα, πάλι το αγγλόφωνο ανεπίσημο όργανο του Κομμουνιστικού Κόμματος Global Times, δημοσίευσε άρθρο του καθηγητή του Κέντρου Αμερικανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Φουντάν, Ζανγκ Τζιαντόνγκ, στο οποίο υποστηρίζεται ότι ο κίνδυνος αποσταθεροποίησης της περιοχής επιβάλλει στην Κίνα να ασχοληθεί με το Αφγανιστάν χωρίς να πέσει (όπως το έπαθαν παλαιότερα άλλες δυνάμεις) στην "παγίδα” της άμεσης εμπλοκής. Ιστορικά το Αφγανιστάν υπήρξε αντικείμενο ανταγωνισμού, λ.χ. μεταξύ Ρωσίας και Βρετανίας, κατά το ότι ελέγχει τον κατακόρυφο άξονα από την Κεντρική Ασία στην ινδική υποήπειρο. Γεωγραφικά, ο άξονας αυτός δεν παίζει εξίσου σημαντικό ρόλο στην κινεζική γεωπολιτική.

Η ίδια η αμερικανική εμπλοκή προέκυψε κατά τον Ζανγκ από "ατύχημα”, καθώς λόγοι γοήτρου επέβαλαν την ανάληψη τιμωρητικής δράσης μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, μολονότι η περιοχή είχε μεταψυχροπολεμικά εγκαταλειφθεί από την Ουάσιγκτον, ως μη απτόμενη θεμελιωδών συμφερόντων των ΗΠΑ.


Η Κίνα, από την πλευρά της, οφείλει, σύμφωνα με τον αρθρογράφο, να εμμείνει στις αρχές της μη ανάμιξης στα εσωτερικά τρίτων, του πραγματισμού και της ευελιξίας. Αυτό δεν σημαίνει πάντως αδιαφορία για τα αφγανικά πράγματα, γιατί κάτι τέτοιο θα ερχόταν σε αντίθεση με την εικόνα της Κίνας ως υπεύθυνης μεγάλης δύναμης που εργάζεται για την διεθνή σταθερότητα (πόσω μάλλον σε μια γειτονική της χώρα), αλλά και με την κρισιμότητα που αποκτούν στις μέρες μας μη-παραδοσιακές απειλές ασφαλείας, όπως αυτές που αντιπροσωπεύει η τρομοκρατία και το ναρκεμπόριο.


Ανάρτηση-επεξεργασία Andri Λύτρα μέλος της συντακτικής ομάδας, του Arisvinews.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου