To Bουλγαρικό έθνος πρωτοεμφανίστηκε στην Βαλκανική χερσόνησο στα τέλη του 6ου αιώνα μ.Χ. Η ίδρυση του πρώτου κράτους ανάγεται το σωτήριο έτος 679 μ.Χ. με ιδρυτή τον Ασπαρούχ. Οι Κουμάνοι-Βούλγαροι ως Τουρκικό φύλο ήταν ένας λαός πολεμοχαρής από την φύση του.
Ασπάστηκαν την Ορθόδοξη πίστη όταν ήταν ηγεμόνας ο Βόρις-Μιχαήλ.
Βασικός στόχος του Αυτοκράτορα ήταν η επιβίωση του έθνους και η επιστροφή των εδαφών των οποίων είχαν αποσπάσει οι Βούλγαροι. Με την άνοδο του Βουλγαροκτόνου, την ίδια χρονιά έγινε τσάρος των Βουλγάρων και ο Σαμουήλ.
Το αρχαίο Βουλγαρικό βασίλειο ήταν ένα κρατικό μόρφωμα, όπου αλλοδαποί αριστοκράτες διοικούσαν Τουρκικούς (Κουμάνους), Σλαβικούς και Ελληνικούς-Ρωμαϊκούς πληθυσμούς. Το βασίλειο είχε αναπτυχθεί και διαμορφωθεί πολιτικά και διοικητικά από τα τέλη του 7ου αιώνα στα βορειοανατολικά σύνορα της παγκόσμιας Ελληνικής-Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Στις αρχές του 10ου αιώνα το Βουλγαρικό βασίλειο με τσάρο τον Συμεών και πρωτεύουσα την Πρεσθλάβα, γνώρισε την μεγαλύτερη του έκταση. Εκτεινόταν από τον Δούναβη μέχρι την Θεσσαλονίκη, απειλώντας σοβαρά την κυριαρχία του Ρωμαϊκού κράτους. Χαρακτηριστικό ήταν ότι κατά την εποχή του Βουλγαροκτόνου, οι Κουμάνοι (Βούλγαροι) είχαν κατακτήσει το μεγαλύτερο μέρος της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας.
Ο θάνατος του Συμεών το 927 έδωσε την ευκαιρία στην αυτοκρατορική εξουσία να θέσει τέλος στην Βουλγαρική απειλή με μία συνθήκη ειρήνης που επισφραγίστηκε με τον γάμο του τσάρου Πέτρου, με την εγγονή του αυτοκράτορα Ρωμανού Λεκαπηνού την Μαρία.
Οι ενέργειες αυτές εξασφάλισαν την ειρηνική συνύπαρξη για μερικά χρόνια, όταν οι Ρώσοι του Σβιατοσλάβου εισέβαλαν στα βουλγαρικά εδάφη, κατόπιν προσκλήσεως του αυτοκράτορα Νικηφόρου Β’ Φωκά, ο οποίος κινήθηκε με στόχο να προστατέψει την αυτοκρατορία από τους Βούλγαρους.
Τους Ρώσους είχε καλέσει σε βοήθεια ο Άγιος-αυτοκράτορας Νικηφόρος Β, καθώς δεν μπορούσε να διεξάγει πολέμους σε δύο μεγάλα μέτωπα (Ανατολή-Άραβες και Βοράς-Βούλγαροι). Εντούτοις οι Ρώσοι αθέτησαν την συμφωνία με τον Νικηφόρο Φωκά και έγιναν κατακτητές της Βουλγαρίας.
Η πρώτη και κατεπείγουσα εκστρατεία του επόμενου αυτοκράτορα, του Ιωάννη Τσιμισκή, όταν ανέβηκε στον Ρωμαϊκό θρόνο ήταν στην χερσόνησο του Αίμου κατά των Ρώσων, στην περιοχή της σημερινής Βουλγαρίας.
Η απειλή προκάλεσε την αντίδραση του διαδόχου του Φωκά, του Ιωάννη Α Τσιμισκή, ο οποίος ύστερα από μία σειρά εκτεταμένων πολεμικών επιχειρήσεων κατά τη διάρκεια των οποίων προπαγάνδιζε ως σκοπό την απελευθέρωση των Βουλγάρων ως χριστιανών αδελφών από τους παγανιστές Ρώσους, τους οποίους τελικά εκδίωξε και εν συνεχεία κατέλυσε την Βουλγαρική εξουσία, καταλαμβάνοντας την πρωτεύουσα Πρεσθλάβα και την υπόλοιπη Βουλγαρία.
Ο Τσιμισκής τέλεσε θρίαμβο στην Βασιλεύουσα Κωνσταντινούπολη κατά τα Ρωμαϊκά έθιμα, ενώ τα σύμβολα των Βουλγάρων βασιλέων τοποθετήθηκαν πάνω σε ένα άρμα κάτω από την εικόνα της Παναγίας, στο πλαίσιο της αυτοκρατορικής πολιτικής.
Σημαντικό τμήμα της πρώην Βουλγαρικής επικράτειας, κυρίως στα κεντρικά και δυτικά Βαλκάνια, δεν ενσωματώθηκε διοικητικά στο Ρωμαϊκό κράτος, αλλά διατήρησε ένα ημιαυτόνομο καθεστώς, με την εξουσία να περνάει στα χέρια τοπικών αρχόντων υπό τον άμεσο έλεγχο της Κωνσταντινουπόλεως.
Σε αυτό το καθεστώς λίγα χρόνια αργότερα, έλαβε χώρα η εξέγερση των αλλοδαπών αδελφών "Κομητόπουλων" στην περιοχή της Αχρίδας, με στόχο την αναβίωση μίας κρατικής οντότητας υπό την εξουσία ενός Βούλγαρου ηγεμόνα.
Η Βουλγαρική επανάσταση υπό την ηγεσία τεσσάρων αδελφών, ξεκίνησε με την άνοδο του Βουλγαροκτόνου στον Ρωμαϊκό θρόνο. Οι Κομητόπουλοι ήταν γιοί ενός τοπικού άρχοντα, του κόμη Νικόλαου και δεν ήταν Βουλγαρικής καταγωγής. Η Βουλγαρική εξέγερση δεν αντιμετωπίστηκε άμεσα και δυναμικά από την αυτοκρατορική εξουσία της Κωνσταντινούπολης, λόγω μιας άλλης σοβαρότερης απειλής.
Αυτή ήταν η επανάσταση του Δομέστικου των Σχολών Βάρδα Σκληρού, που ξέσπασε στα Μικρασιατικά εδάφη της αυτοκρατορίας. Η εμφύλια διαμάχη έληξε με νίκη του Βασιλείου Β, δυστυχώς όμως έδωσε τον απαιτούμενο χρόνο, στους Βούλγαρους επαναστάτες να σταθεροποιηθούν.
Τα επόμενα χρόνια ένας εκ των τεσσάρων αδελφών, ο Σαμουήλ, ανέλαβε ηγετικό ρόλο και κατάφερε συσπειρώσει τις υπόλοιπες τοπικές ελίτ υπό την εξουσία του. Η άδικη νίκη του Σαμουήλ επί του Βασιλείου στην πύλη του Τραϊανού, προήλθε μετά την ανοησία είτε την προδοσία του στρατηγού Στέφανου Κοντοστέφανου το 986, ο οποίος ψευδός ενημέρωσε τον Βουλγαροκτόνο για δήθεν αποστασία του στρατηγού Μελισσηνού.
Η ψεύτικη αναφορά του Κοντοστέφανου ανάγκασε τον Έλληνα αυτοκράτορα να εγκαταλείψει την μάχη και να κινηθεί για την Βασιλεύουσα.
Η ενέργεια αυτή άνοιξε την δίοδο για την πλήρη επικράτηση και την δημιουργία ενός δεύτερου Βουλγαρικού βασιλείου. Το βασίλειο του Σαμουήλ επεκτάθηκε σταδιακά, εκμεταλλευόμενο έναν νέο εμφύλιο που ξέσπασε στην Ρωμαϊκή αυτοκρατορία την περίοδο 987-989.
ΕΝΑ ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ ΕΠΙΤΕΥΓΜΑ. Διαχρονικά ουδέποτε στην παγκόσμια ιστορία επέτυχε οποιοδήποτε έθνος, το οποίο υπήρξε προηγουμένως σκλαβωμένο σε άλλο κράτος, να γίνει ένα πολύ ισχυρό βασίλειο μέσα σε ελάχιστους μήνες. Αυτό είναι τελείως αφύσικο πράγμα από κάθε άποψη. Ακόμη και εμείς οι Έλληνες, με τόσο υψηλό πολιτισμό κάναμε 400 συναπτά έτη, για να απελευθερωθούμε από τους Τούρκους και αντίστοιχα άλλα τόσα από τον Ρωμαϊκό ζυγό. Οι Βούλγαροι δεν είχαν τον πολιτισμό, την διοίκηση, την οργάνωση, και την ισχύ, για ένα τέτοιο επίτευγμα. Όμως το επέτυχαν με την υποστήριξη των νεοταξιτών-παγανιστών εκείνης της εποχής,.
Στα χρόνια του Σαμουήλ (976-1014) οι Βούλγαροι μετατόπισαν το κέντρο βάρους του κράτους τους δυτικότερα, εξαιτίας των Ρωσικών επιθέσεων, ιδρύοντας ένα νέο κράτος με κέντρο την περιοχή της Πρέσπας και της Οχρίδας. Ο Σαμουήλ ξεκινώντας έναν 40ετή πόλεμο ενάντια στην Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, που τον οδήγησε σε συντριπτικές ήττες στο Κλειδί, στον Σπερχειό, στον Αξιό, με τελική κατάληξη την οριστική συντριβή του ιδίου και την κατάλυση του Βουλγαρικού βασιλείου, από τον κορυφαίο αυτοκράτορα όλων των εποχών τον Βουλγαροκτόνο.
Ο Σκυλίτζης αναφέρει ότι το έτος 986 ο Σαμουήλ κυρίεψε την Λάρισα.
Από το 986 η Λάρισα πολιορκούνταν για τέσσερα έτη και, εξαιτίας των ενεργειών του στρατηγού Κατακαλών Κεκαυμένου, άντεχε χωρίς να λιμοκτονεί. Όταν όμως ο έμπειρος στρατηγός αντικαταστάθηκε από άλλο στρατιωτικό διοικητή, ο διάδοχός του δεν έδειξε αντίστοιχες ικανότητες. Οι κάτοικοι δεν μπόρεσαν να θερίσουν τους καρπούς της γης, με αποτέλεσμα να εξαντληθούν τα αποθέματα τροφών. Εξαναγκάστηκαν να φάνε σκύλους, άλογα και άλλα ζώα.
Όλοι οι άνδρες υποχρεώθηκαν να καταταγούν στον Βουλγαρικό στρατό. Επίσης ο Σαμουήλ άρπαξε το ιερό λείψανο του Αγίου Αχιλλίου, το οποίο μετέφερε στην Μικρή Πρέσπα, στο ομώνυμο νησάκι του Αγίου Αχιλλίου. Εκεί ανήγειρε ναό προς τιμήν του αγίου, επικαλούμενος την θεϊκή ευλογία στα μεγαλόπνοα σχέδια του.
Για να καταλάβουμε το μέγεθος της βουλγαρικής καταστροφής, αρκεί να αναφέρουμε ότι είκοσι χρόνια μετά, όταν ο Βασίλειος Β’ κατέβαινε στην Αθήνα για να προσκυνήσει το ναό της Θεοτόκου στον Παρθενώνα, πέρασε από το πεδίο της μάχης του Σπερχειού και το βρήκε γεμάτο λευκασμένα οστά των εχθρών του.
Το τελικό χτύπημα στην ηγεμονία του Σαμουήλ δόθηκε στη μάχη στο Κλειδί το 1014, όταν ο στρατηγός Νικηφόρος Ξιφίας τον κατανίκησε διαλύοντας το στρατό και το κράτος του.
Η μάχη στο Κλειδί υπήρξε το αποκορύφωμα της πολυετούς διαμάχης μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων, η οποία τελείωσε με νίκη των προγόνων μας. Επί χρόνια ετοιμαζόταν ο Βασίλειος για την τελική μάχη στο Κλειδί. Οι συνεχόμενες επιθέσεις του Βασίλειου Β, στα Βουλγαρικά εδάφη είχαν μειώσει την ισχύ του Σαμουήλ, που αγωνιζόταν να σταθεροποιήσει την εξουσία του, στο κεντρικό τμήμα της Βουλγαρίας. Η στρατηγική του στον Βουλγαρικό πόλεμο, υπήρξε πολύ ευφυής. Έκανε εκστρατείες από το κέντρο πρός την περιφέρεια. Τα κατακτημένα εδάφη, τα προστάτευε με μια σειρά από κάστρα, σε καίρια σημεία. Πρώτη σημαντική στρατιωτική βάση, έγινε η Φιλιππούπολη. Αμέσως μετά κατέλαβε, τα φρούρια γύρω από την Σαρδική. Με αυτήν την υπέροχη στρατηγική, επέτυχε να ελέγξει την Βορειοανατολική διαδρομή, από την πεδιάδα του Ισκέρ μέχρι τον Δούναβη, και από το Περνίκ, στο Ραντομίρ, και μέχρι τα Σκόπια. Με μια νέα σειρά οχυρών στην περιοχή του Δούναβη, εμπόδισε τις προσπάθειες των Κουμάνων (Βουλγάρων), να ενισχυθούν από τους ομοεθνείς τους Ούγγρους και Πετσενέγους-Πατζινάκες.
Παράλληλα με την προέλαση του προς τα Σκόπια και την μάχη του Αξιού, εμπόδισε τους Βούλγαρους, από μια νέα καταστροφική κάθοδο, και τους υποχρέωσε να συγκεντρώσουν τις δυνάμεις τους, στην πρωτεύουσα τους την Αχρίδα. Τα επόμενα χρόνια του πολέμου, ο Έλληνας βασιλιάς είχε ως βάση και κέντρο ανεφοδιασμού τις Σέρρες. Την άνοιξη του 1014 ξεκίνησε για το Κλειδί, το οποίο την σημερινή εποχή ονομάζουμε Ρούπελ (Νομός Σερρών). Η παράταξη του στρατεύματος είχε δύο ίλες ιππικού ως εμπροσθοφυλακή, μια από κατάφρακτους, μια από μονόζωνους, και μετά ακολουθούσε το κυρίως σώμα του Ελληνικού-Ρωμαϊκού Στρατού. Ο Βασίλειος είχε ως στόχο να φθάσει στο στενό ανάμεσα σε Κλειδί και Κίμβα Λόγγο, στην κοιλάδα του Μελένικου και της Στρούμνιτζας, όπου είχαν οι Βούλγαροι Ελληνικά εδάφη υπό την κατοχή τους.
Η κατάκτηση τους θα του άνοιγε τον δρόμο για τις Πρέσπες και την Αχρίδα, την καρδιά του Βουλγαρικού κράτους. Ο Σαμουήλ γνωρίζοντας ότι το στενό στο Κλειδί αποτελούσε το σημείο που περνούσε πάντοτε ο Ελληνικός στρατός, όσες φορές εκστράτευσε κατά της Βουλγαρίας, αποφάσισε να συγκεντρώσει το σύνολο των Κουμάνων και να οχυρωθεί στο Κλειδί. Το Κλειδί ήταν το στενότερο πέρασμα στην κοιλάδα του ποταμού Στρώμνιτσα, ο οποίος είναι παραπόταμος του Στρυμόνα. Εκεί ανέμεναν οι Βούλγαροι την επίθεση των Ελλήνων.
Πριν από την καθοριστική μάχη ο Σαμουήλ σκέφτηκε να λύσει την πολιορκία με αντιπερισπασμό. Ήθελε πάση θυσία να διασπάσει της Ελληνικές δυνάμεις. Για αυτό έστειλε τον Δαβίδ Νεστορίτση, με σημαντικές δυνάμεις, για να καταλάβει την Θεσσαλονίκη. Την Θεσσαλονίκη υπερασπιζόταν ο Θεοφύλακτος Βοτανειάτης. Ο Θεοφύλακτος Βοτανειάτης με την βοήθεια του γιου του Μιχαήλ, επέτυχε να αναχαιτίσει την επίθεση, έξω από την πόλη και να τρέψει τους Βούλγαρους σε φυγή, συλλαμβάνοντας πολλούς αιχμαλώτους. Kατά την διάρκεια, των πολεμικών επιχειρήσεων, ο στρατηγός Νικηφόρος Ξιφίας, παρουσιάστηκε, και είπε το σχέδιο του στον βασιλιά.
Ο στρατηγός Νικηφόρος Ξιφίας θα πήγαινε μαζί με τους στρατιώτες, από την πίσω μεριά του Όρους Μπέλλες και θα ανέβαιναν το βουνό, ώστε στην συνέχεια να κυκλώσουν τους Βούλγαρους. Ακριβώς πριν από 1006 (29/7/1014 μ.Χ.), μέσα στον καύσωνα στα Μακεδονικά βουνά, πολεμούσαν οι πρόγονοι μας, χωρίς να επηρεάζονται στο ελάχιστο, από της υψηλές θερμοκρασίες. Στις 29 Ιουλίου 1014 μ.Χ., ο Στρατηγός Νικηφόρος Ξιφίας, ανέβηκε μαζί με άλλους Έλληνες, από την πίσω πλευρά, του πολύ δύσβατου όρους Μπέλλες, και βρέθηκε στις πλάτες των Βουλγάρων.
Πραγματικά δεν υπάρχουν λόγια για τους ένδοξους προγόνους. Μετά την μάχη του Κλειδιού αρχίζει οριστικά η αντίστροφη μέτρηση, για την απαλλαγή των Ελλήνων, από τα τρομερά μαρτύρια των Βουλγάρων. Οι Βούλγαροι επί αρκετούς αιώνες έκαναν ανελέητες σφαγές, κλοπές, εμπρησμούς, βιασμούς, σκλάβωμα Ελληνίδων γυναικών.
Η ελευθερία πίστεως είναι θεόδοτη. Ο ίδιος ο Θεός έδωσε το δικαίωμα στους ανθρώπους, να πιστεύουν, όπου επιθυμούν. Προσωπικά είμαι υπέρ της συνυπάρξεως των λαών και των διαφορετικών θρησκευτικών, πεποιθήσεων, για αυτό στηρίζω, τον μεγάλο Σύριο ηγέτη Ασσάντ, ο οποίος επέτυχε να συνυπάρχουν ειρηνικά, Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι.
0 comments: