Οι κορυφαίοι ιεράρχες της Ορθοδοξίας διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση του παγκόσμιου πολιτισμού.

 

Oι Άγιοι πατέρες Βασίλειος, Γρηγόριος, και Χρυσόστομος, μετά τους Ισαποστόλους Κωνσταντίνο και Ελένη, άλλαξαν την παγκόσμια ιστορία.

Οι Τρεις Ιεράρχες διέσωσαν ότι πολύτιμο είχε δημιουργήσει η ανθρώπινη σοφία των αρχαίων Ελλήνων επιστημόνων, συνδυάζοντας το πνεύμα του αρχαίου πολιτισμού, με την διδασκαλία του Χριστού.

Οι κορυφαίοι ιεράρχες του Ελληνισμού-Ορθοδοξίας, ως νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι και ιερωμένοι αποτελούν πολύ μεγάλες προσωπικότητες, οι οποίες διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση του παγκόσμιου πολιτισμού. Είναι οι εκπρόσωποι των Αγίων-πατέρων της Εκκλησίας, οι οποίοι διέσωσαν ότι πολύτιμο είχε προσφέρει ο αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός. Συνδύασαν το αρχαίο Ελληνικό πνεύμα (Αριστοκλής), με τις διδαχές του Χριστού. Δημιούργησαν τον Ελληνοχριστιανικό πολιτισμό.

Οι Τρεις Ιεράρχες είναι οι προστάτες της Παιδείας. Οι τρεις Άγιοι πάντοτε υπογραμμίζουν την σπουδαιότητα της πραγματικής Ελληνικής παιδείας. Η παιδεία γράφει ο Χρυσόστομος είναι μέγιστο αγαθό για τον άνθρωπο, είναι μετάληψη αγιότητας. Αυτή ξεριζώνει από τον άνθρωπο την ραθυμία, τις πονηρές επιθυμίες, το πάθος για τα υλικά αγαθά, αυτή αναμορφώνει την ψυχή, αυτή καθιστά την ψυχή, με την χάρη του Αγίου Πνεύματος. Οι τρεις Ιεράρχες και οι σημαντικοί πατέρες της Εκκλησίας Ορθοδοξίας υπήρξαν φορείς της αρχαίας Ελληνικής γραμματείας. Ο Χριστιανισμός και η αρχαία Ελλάδα ήταν και είναι έννοιες ταυτόσημες. Τον έναν θεό-δημιουργό δίδαξαν οι αρχαίοι Έλληνες σοφοί με προεξέχον τον Ύπατο των Φιλοσόφων, τον Αριστοκλή-Πλάτωνα. Ο Άγιος Ιουστίνος (165Μ.χ) που μαρτύρησε για τον Χριστό, ήταν ο πρώτος Χριστιανός που χρησιμοποίησε την Πλατωνική φιλοσοφία στην ορθοδοξία. Οι μεγάλοι νεοπλατωνικοί θεολόγοι της Καππαδοκίας ο Μέγας Βασίλειος, ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο Άγιος Γρηγόριος (Επίσκοπος Νύσσης), όπως και ο Άγιος Ιωάννης-Χρυσόστομος, ήταν μεγάλοι θαυμαστές της αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, την οποία ενσωμάτωσαν στην Χριστιανική διδασκαλία, Η Ορθοδοξία και η αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία διδάσκουν τις διαχρονικές αξίες του έθνους.  Την γενναιότητα, την καλοσύνη, την δικαιοσύνη, την ηθική ζωή, την παιδεία, με σκοπό την εξέλιξη του πνεύματος και της ψυχής. 

Τα Ελληνικά Φιλοσοφικά αξιώματα και οι Χριστιανικές διδαχές των Τριών Ιεραρχών εισχώρησαν στις ψυχές των Ελλήνων, με αποτέλεσμα να φτάσει ο Ελληνισμός στην κορυφή του κόσμου. Οι Έλληνες σοφοί από την αρχή έδειξαν την αντίθεση τους στην παγανιστική θρησκεία και δίδαξαν, ότι το δωδεκάθεο ήταν ανάξιο του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού και ότι μόνον η πίστη στον θεό-Δημιουργό, είναι αντάξια των Ελλήνων και του Ελληνικού πολιτισμού. Η αρχαία Ελληνική σκέψη ήταν βασισμένη στην ηθική και στον φυσικό κόσμο. Όλοι οι μεγάλοι Έλληνες φιλόσοφοι-σοφιστές δίδαξαν ότι το δωδεκάθεο είναι δαιμονικό, φαιδρό και ανάξιο του αρχαίου αρχαίου πολιτισμού. 

Ο Θεός-Δημιουργός του Αριστοκλή έπλασε τον τέλειο κόσμο, διότι είναι αγαθός (καλός), με αποτέλεσμα να μην έχει καμία κακία μέσα του (Τίμαιος 29d-30c). Επειδή ο Θεός είναι πάνσοφος χωρίς ταπεινά πάθη όπως έχουν οι δαίμονες του παγανισμού και οι άνθρωποι, ελεύθερος από τον φθόνο, ήθελε ο κόσμος να μοιάζει σε αυτόν στο μέτρο του εφικτού. 

Η αρχαία Αιγυπτιακή-Φοινικική θρησκεία με διάφορες μορφές πολυθεϊσμού, δεν υποστήριζε ότι οι θεοί ήταν αγαθοί. Οι θεϊκές δυνάμεις των Ολύμπιων και των ανθρώπων, αποτελούν ένα μείγμα καλού και κακού. Οι θεοί της Αιγυπτιακής-Φοινικικής θρησκείας δείχνουν οίκτο και παράλληλα καταστροφική συμπεριφορά (Γιν-Γιανγκ). (1) Επίσης επιδεικνύουν  υπερβολική ζήλια προς τους αδύναμους ανθρώπους. 
 

Στον παγανισμό η αμαρτία και η κάθε ηθική εκτροπή, ήταν ταυτισμένες με την ειδωλολατρική θρησκευτική πίστη. 

Σε όλα τα ειδωλολατρικά θρησκεύματα υπήρχαν θεοί-δαίμονες, ως προστάτες των ανθρωπίνων παθών, με βασικότερο όλων, την σεξουαλική διαφθορά. 

Ο Θεός-Δημιουργός του Ύπατου των Φιλοσόφων, είναι μόνον καλός και κάνει πάντοτε αγαθές πράξεις, από υπέρμετρη αγάπη για τα δημιουργήματα του. Ο Αριστοκλής αναπτύσσει, μια Ελληνική θεολογία, η οποία ήταν εντελώς αντίθετη με τον τρόπο που οι λαϊκές-αγράμματες μάζες και οι σκοτεινοί ιερείς αντιλαμβανόταν την θεϊκή κτίση. Στην αρχαία θρησκεία, βλέπουμε την εφαρμογή καταπιεστικών-φασιστικών μεθόδων, που δεν έχουν προηγούμενο στο αρχαίο παγανιστικό καθεστώς. Οι πολίτες δεν επιτρεπόταν να έχουν ιδιωτικούς βωμούς ή ναούς και να αμφισβητούν τους “θεούς”. Μόνον να λειτουργούν σε καθορισμένους δημόσιους χώρους και ήταν βασικό να πιστεύουν στους αρχαίους δαίμονες. Όλοι οι Έλληνες έπρεπε να πιστεύουν υποχρεωτικά, ότι “υπάρχουν” οι Ολύμπιοι “θεοί”, ότι αυτοί οι "θεοί" ενδιαφέρονται και προστατεύουν το ανθρώπινο γένος από 'καλοσύνη¨.  Για αυτό δεν ήταν εφικτό να αδικήσουν και να κάνουν κακό. Οι Έλληνες που δεν αποδεχόταν αυτές τις αρχές, όπως οι μεγάλοι σοφοί και ήταν "απροσάρμοστοι-αντιρρησίες", έπρεπε να αφανιστούν. Σε αυτό το πλαίσιο, έγιναν και οι ανελέητες διώξεις των Ελλήνων Σοφών, από τα σκοτεινά-παγανιστικά ιερατεία.  
 
Ο Αριστοκλής ήταν και είναι ο μοναδικός σοφός, που δίδαξε ότι είναι σημαντικό να έχουν όλοι οι Έλληνες την ορθή-πίστη, για τον Θεό. Οι θρησκευτικές πεποιθήσεις, θα πρέπει απαραιτήτως, να περιλαμβάνουν την πίστη, ότι ο θεός-δημιουργός, είναι υπεύθυνος μόνο για ότι καλό συμβαίνει στο σύμπαν. Κανένας άλλος αρχαίος φιλόσοφος δεν απέρριψε τόσο έντονα και δυναμικά την σκοτεινή Αιγυπτιακή-Φοινικική θρησκεία, όσο ο Ύπατος των Φιλοσόφων.
 

Στον Τίμαιο γράφει ενδεικτικά : “Τον μεν ουν ποιητήν και πατέρα τούδε του παντός ευρείν τε έργον και ευρόντα εις πάντας αδύνατον λέγειν”. Είναι δύσκολο να βρει κάποιος τον δημιουργό και πατέρα του σύμπαντος, και αν τον βρει, είναι αδύνατο να το πει στον καθέ άπιστο. 

Στην Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών, του Αγίου Όρους αναφέρει : “Μην φανταστείς κανένα σχήμα για το Θεό όταν προσεύχεσαι, ούτε να επιτρέπεις στο νου σου να μορφωθεί, σύμφωνα με κάποια μορφή, αλλά πλησίασε με άϋλο τόπο, τον Άυλο και θα εννοήσεις”. Στο σημείο  αυτό βλέπουμε μια ακόμη ομοιότητα ανάμεσα στα φιλοσοφικά αξιώματα, του Αριστοκλή και στους Ορθόδοξους νηπτικούς, οι οποίοι έχουν μια καθαρά θεολογική κατεύθυνση σχετικά με τον Θεό. Ολόκληρη η σοφία του Αριστοκλή, διακατέχεται από ένα έντονο θρησκευτικό-μονοθεϊστικό δόγμα.

Στο έργο του Πλάτωνα με την επωνυμία Τίμαιος, έχουμε την διδασκαλία για τον ένα Θεό-δημιουργό με γεωμετρία σε τόσο υψηλό επιστημονικό επίπεδο παγκοσμίως. Το δωδεκάθεο ήταν εντελώς ανάξιο, σε σχέση με τον κορυφαίο πολιτισμό του κόσμου, που ήταν ο αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός. Αυτό μας το δείχνει μεταξύ άλλων, το κορυφαίο έργο του Πλάτωνα για την δημιουργία του σύμπαντος. Ένα έργο με γεωμετρία στο πιο υψηλό επίπεδο, που κανένας άλλος δεν επέτυχε να γράψει. Για την δημιουργία του σύμπαντος αναφέρουν σχετικά και οι θρησκείες, ενώ πάρα πολλοί ανά τους αιώνες σχολίασαν και ερμήνευσαν τα αναφερόμενα, από τα ιερά βιβλία των θρησκειών. Όμως ουδέποτε υπήρξε παρόμοιο έργο σαν αυτό του Πλάτωνα, που να εξηγεί επιστημονικά και τεκμηριωμένα, τον τρόπο με τον οποίο έγινε το σύμπαν.

Σε όλο του το έργο, ο Ύπατος των φιλοσόφων, αναφέρει ότι το σύμπαν έκανε, ο ένας θεός-δημιουργός, και όχι ο Δίας ο πατέρας των “θεών”, ούτε κάποιος άλλος Ολύμπιος αναφέρεται ως δημιουργός του σύμπαντος. Ακόμη και για τους Ολύμπιους αναφέρει ότι τους έπλασε ο ένας Θεός-δημιουργός, ως κατώτερους “θεούς”. Αυτό το τελευταίο το αναφέρει, για να εξευμενίσει κάπως τους δωδεκαθειστές, ώστε να μην έχει την τύχη του Σωκράτη. Ενδεικτικός, ήταν ο διάλογος στο έργο του Πλάτωνα με τίτλο “Πολιτεία”. Στο έργο αυτό συνομιλούν σε κάποιο σημείο ο Σωκράτης, με τον σοφιστή Θρασύμαχο, σχετικά με τους Ολύμπιους. Απευθυνόμενος ο Θρασύμαχος στον Σωκράτη του είπε τα εξής : “Για όλους αυτούς τους “θεούς” τους οποίους αναφέρεις Σωκράτη, δεν τους είδε ποτέ κανένας άνθρωπος. Ούτε φανερώθηκαν ποτέ για να κάνουν κάποιο θαύμα, είτε να δώσουν κάποια συμβουλή. Όλους αυτούς τους γνωρίζουμε από τους ποιητές που έγραψαν πολύ παλαιότερα, για τα πολεμικά τους κατορθώματα και τα γενεαλογικά τους δένδρα”. Είναι φανερό ότι ο Σοφιστής Θρασύμαχος αναφέρεται σε ανθρώπους που έζησαν σε παλαιότερη εποχή και ήταν βασιλιάδες, έκαναν πολέμους, όπως έκαναν παιδιά, εγγόνια, κλπ. Ποτέ ο αληθινός Θεός δεν κάνει πολέμους, και φυσικά δεν είχε, ούτε έχει παιδιά, ούτε γενεαλογικό δέντρο. Είναι πλέον γνωστό, ότι με βάση τις αναφορές του Ηρόδοτου, όταν ήρθαν οι σκλάβοι από την Αίγυπτο στην Ελλάδα, για να είναι οικεία στους Έλληνες τα ονόματα των δαιμόνων του δωδεκαθέου, άλλαξαν τα πραγματικά ονόματα των δαιμόνων, με ονόματα παλαιότερων επιφανών Ελλήνων. Τις ίδιες ακριβώς απόψεις, για την δημιουργία έχουν και οι τρεις Ιεράρχες τονίζουν ότι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο από το μηδέν, από το μη ον. Ο Θεός εκφράζει την ελευθερία και την παντοδυναμία του ως αγάπη. Δημιουργεί τον κόσμο και τον άνθρωπο από αγάπη, διότι είναι αγαθός, και στον αγαθό, δεν χωράει, καμία κακία, και κανένα μίσος (Αριστοκλής-Τίμαιος). Ο Θεός δημιουργεί, για να κάνει τον άνθρωπο κοινωνό της δικής του ζωής, αγάπης, δικαιοσύνης και ελευθερίας, ενώ παράλληλα, προστατεύει συνεχώς, τα δημιουργήματα του. Όλοι εμείς υπάρχουμε επειδή μας έφτιαξε-αγαπά ο Θεός. Και εφόσον η ύπαρξη είναι δωρεά, μας οδηγεί σε ευχαριστία. Για όσους δεν γνωρίζουν ο πιο αγαπημένος φιλόσοφος των τριών Ιεραρχών ήταν ο Πλάτωνας-Αριστοκλής.

Από την εποχή του αυτοκράτορα Κωνστάντιου εώς την εποχή του αυτοκράτορα Θεοδόσιου του Β, έζησαν οι πέντε μεγαλύτεροι Έλληνες νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι του μεσαίωνα. Αυτοί ήταν ο Μέγας Βασίλειος, οι Άγιοι Ιωάννης (Χρυσόστομος), Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης και η φιλοχριστιανή Υπατία. Οι μεγαλύτεροι Χριστιανοί πλατωνικοί θεολόγοι της Καππαδοκίας, ο Βασίλειος της Καισαρείας, ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός και ο Γρηγόριος ο Νύσσης, ήταν φορείς, της αρχαίας Ελληνικής σκέψης, την οποία συνδύασαν άριστα, με την Ορθόδοξη Χριστιανική διδασκαλία, η οποία αναφέρεται στις αιώνιες αλήθειες, τις αξίες, τις αρετές, την κσλλιέργεια της ψυχής και την ανάταση του πνεύματος. μέσα από την Ορθοδοξία, και τον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό.

Ο Eλληνικός φιλοσοφικός στοχασμός, μέσα από την ένωση του, με τα χριστιανικά αξιώματα, βρήκε την θέση του, στους λόγους των Αγίων Πατέρων, για να περάσει στις ψυχές των ανθρώπων, ώστε να δώσει τους καρπούς της αλήθειας, της αγάπης, της Ορθοδοξίας, και της εθνικής επιβίωσης. Πολλοί από τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους, ήδη είχαν ασκήσει σκληρή κριτική στην παγανιστική θρησκεία, και δίδαξαν τον φιλοσοφικό μονοθεϊσμό. 
 
Ο παγκόσμιος χαρακτήρας της Ελληνορωμαϊκής αυτοκρατορίας εδραιώνεται σταθερά μέσα από την οικουμενική χριστιανική ιδέα. Ο σκοπός των Τριών Ιεραρχών, ήταν η ενοποίηση του Ρωμαϊκού κράτους μέσω της χριστιανικής πίστεως. Η Ορθοδοξία ήταν το βασικό στοιχείο συνοχής, για να αντιμετωπίσει το Ελληνικό-Ρωμαϊκό έθνος, τον μόνιμο κίνδυνο λόγω των διαφορετικών λαών. Οι Άγιοι πατέρες, θεμελίωσαν την πολιτική ιδεολογία της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, επάνω στο αξίωμα της χριστιανικής οικουμενικότητας και των Ρωμαϊκών πολιτικών αξιωμάτων. Η βασική αρχή της πολιτικής Ρωμαϊκής θεωρίας ήταν η Pax Romana, η παγκόσμια Ρωμαϊκή αυτοκρατορία ένωσε όλη την οικουμένη. Αυτό έφερε την υποταγή των λαών, κατάργησε τα σύνορα των εθνών και σχημάτισε την πατρίδα που γεννήθηκε ο Χριστός. Το Ρωμαϊκό κράτος συνέχισε να υπάρχει εξαιτίας του Χριστού ,του Αγίου Κωνσταντίνου και των τριών Ιεραρχών. Την εποχή εκείνη και οι πέντε νεοπλατωνικοί διδάσκουν τον Αριστοκλή, έχοντας πάντοτε την αμέριστη υποστήριξη των αυτοκρατόρων. Οι αυτοκράτορες γνωρίζουν προσωπικά τους μεγάλους φιλοσόφους – ρήτορες, τους Αγίους Ιεράρχες και τους στηρίζουν στο επιστημονικό τους έργο. Αυτό ήταν η ενσωμάτωση της Πλατωνικής διδασκαλίας στον Χριστιανισμό. Με την ολοκλήρωση αυτού του μοναδικού στο είδος του φιλοσοφικού-πνευματικού έργου οι Ιεράρχες, μετέτρεψαν τον Ιουδαϊκό Χριστιανισμό σε καθαρά Ελληνικό, και τότε αμέσως ο Μέγας Θεοδόσιος τον Μάιο του 381 μ.Χ. θα ανακηρύξει τον Χριστιανισμό σε επίσημη θρησκεία της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Εάν οι αυτοκράτορες ήταν ενάντια στον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό, δεν θα επέτρεπαν πότε την ενσωμάτωση αυτούσιας της διδασκαλίας του Αριστοκλή-Πλάτωνα, στην Χριστιανική θρησκεία. Ακόμη άμεσα οι αυτοκράτορες θα τιμωρούσαν τους Αγίους Ιεράρχες και θα τους αφαιρούσαν όλα τα εκκλησιαστικά τους αξιώματα. Επίσης θα απαγόρευαν την διδασκαλία του Πλάτωνα στους Ιεράρχες, στην Υπατία καθώς και σε όλους τους υπόλοιπους φιλοσόφους. Μεταξύ άλλων οι αυτοκράτορες θα έκλειναν και όλες τις φιλοσοφικές σχολές, με αποτέλεσμα να μην ήταν σε θέση να σπουδάσουν, οι Άγιοι, η Υπατία, και όλοι οι υπόλοιποι σοφοί της εποχής εκείνης. Αυτό όμως ήταν κάτι το οποίο δεν το έκανε ποτέ κανένας αυτοκράτορας, διότι όλοι οι φιλόσοφοι δίδασκαν ελεύθερα τον τον ύπατο των φιλοσόφων και όσοι το επιθυμούσαν, σπούδαζαν την αρχαία Ελληνική γραμματεία. Χωρίς την ένωση του Χριστιανισμού και του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού, ήταν αδύνατον να γίνει το έθνος μας, παγκόσμια αυτοκρατορία και να φτάσει στην κορυφή του κόσμου. Ο Ελληνικός πολιτισμός και ο Χριστιανισμός θα ενωθούν, ώστε να γίνει για μία και μοναδική φορά η Ελλάδα παγκόσμιο κρατικό μόρφωμα. Ο Χριστός και ο Πλάτωνας υπήρξαν τα θεμέλια της αυτοκρατορίας. Από εκεί ο Ελληνισμός θα πάρει αστείρευτες δυνάμεις για να μεγαλουργήσει και να επιβιώσει. Οι πατέρες της Ορθοδοξίας, κράτησαν ότι πολύτιμο είχε ο αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός, όπως οι διδασκαλίες του Πλάτωνα-Αριστοκλή και του Αριστοτέλη, ενώ παράλληλα χρησιμοποίησαν την κορυφαία γλώσσα στον κόσμο την Ελληνική. Ο Ελληνικός πολιτισμός δεν ήταν αρκετός από μόνος του για να φτάσει στην κορυφή του κόσμου το έθνος. Για αυτό και έπρεπε να ενωθεί ο Ελληνικός πολιτισμός με τον χριστιανισμό, για να φτάσει ο Ελληνισμός στο απόγειον της δυνάμεως του. Η πολιτιστική διαδρομή του αρχαίου Ελληνικού κόσμου ενώθηκε με την Ορθοδοξία, ως σώμα Χριστού, όταν οι Έλληνες θα αναλάβουν την ηγεσία της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και της Αγίας Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Ο μέγιστος εκφραστής της Αρχαιότητας ο Αριστοκλής μαζί με τους τρεις Ιεράρχες θα δημιουργήσουν της βάσεις για την οικουμενικότητα, την διαχρονικότητα του Ελληνισμού και της Χριστιανικής, Ελληνικής-Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Τα περισσότερα στοιχεία του αθάνατου Ελληνικού πνεύματος θα είναι πλέον μέσα στην Ορθόδοξη πίστη. Η εισαγωγή των διδασκαλιών του ύπατου των φιλοσόφων Πλάτωνα-Αριστοκλή από τους Αγίους Ιεράρχες είναι η μεγαλύτερη απόδειξη ότι οι Έλληνες φιλόσοφοι ήταν μονοθεϊστές και ότι δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με το Φοινικικό δωδεκάθεο. Μέσα από τα Πλατωνικά διδάγματα και τα ηθικά αξιώματα, ο Χριστιανισμός έγινε πολύ ευκολότερα αποδεκτός από τους Έλληνες, καθώς τους φάνηκε από την αρχή, ότι η Ορθοδοξία είναι κάτι πολύ οικείο, προς εκείνους. Το αποτέλεσμα ήταν με την εισαγωγή των διδαχών του Πλάτωνα, στον Χριστιανισμό, να έχουμε πολύ μεγάλη εξάπλωση, της νέας και ανερχόμενης θρησκείας στην αυτοκρατορία. Μόνον όσοι ήταν αγράμματοι δεν έγιναν Χριστιανοί, διότι δεν επέτυχαν να διεισδύσουν στα ουσιώδη νοήματα της Χριστιανικής διδασκαλίας. Η αλλαγή του Χριστιανισμού από τον Εβραϊκό, στον Ελληνικό πολιτισμό επέφερε την παγκοσμιότητα της Ορθοδοξίας, του Ευαγγελίου, του κλασικού πολιτισμού και της αυτοκρατορίας. Ο Χριστιανισμός μαζί με τον σωτήρα Ιησού Χριστό διαμόρφωσαν ηθικά και πνευματικά ολόκληρη την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, διότι εξ αρχής ο Χριστιανισμός με τον Ελληνισμό, είχαν τα ίδια ηθικά αξιώματα, στους περισσότερους τομείς. Ενδεικτικό περί αυτού ήταν, ότι τρία από τα τέσσερα Ευαγγέλια γράφτηκαν απευθείας στην Ελληνική γλώσσα, όπως επίσης οι πράξεις των Αποστόλων, οι επιστολές του Αποστόλου των εθνών Παύλου, καθώς και τα πρώτα άρθρα της Ορθόδοξης, Χριστιανικής θεολογίας.

Έξω από την Ελληνική Ορθοδοξία άφησαν οι άγιοι Ιεράρχες, μόνο το δωδεκάθεο, τον Φοινικικό παγανισμό ως ανάξιο του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού και της Ορθοδοξίας. Πρόσθεσαν στον Χριστιανισμό μόνον ότι καλό είχε ο αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός μέσα από τα φιλοσοφικά αξιώματα του Αριστοκλή.

Γράφει ο Άγγελος-Ευάγγελος Φ. Γιαννόπουλος

ΕΠΙΚΡΑΤΕΕΙΝ

Κλείνοντας να περάσουμε να δούμε τι μας αναφέρει ο  Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής Παιδαγωγικής σχετικά με τους τρείς ιεράρχες και την παιδεία ο :  "Οι Τρείς Ιεράρχες θεωρούσαν την αγωγή, ως μια διαδικασία ολόπλευρης καλλιέργειας των νέων, η οποία δεν εξαντλείται στην εκμάθηση γνώσεων, ούτε περιορίζεται στην όξυνση των νοητικών τους λειτουργιών, αλλά αποσκοπεί στην ευρύτερη αγωγή, η οποία συνδυάζει, όπως τονίζει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, «την εγκύκλιον παίδευσιν» με την εξάσκηση της «Θεοσέβειας».

Όπως κατανοούμε, οι Τρεις Πατέρες προτείνουν μια διαδικασία αγωγής των νέων, διαμορφωμένης στο πλαίσιο της πνευματικής αναπτύξεως και σταθερότητας.

Τάσσονται, δηλαδή, υπέρ μιας πολύπλευρης γνώσης και αγωγής, η οποία καθιστά ικανούς τους νέους να εφαρμόζουν τις αρετές αλλά και να αντιμετωπίζουν τα αρνητικά αντιπρότυπα της ζωής.

Τα αντιπρότυπα αυτά, με τις φυγόκεντρες, σε  σχέση με την αρετή, τάσεις που δημιουργούν, συνιστούν μια τροχοπέδη στην πνευματική ζωή και πρόοδο και, αντί να προωθούν τους νέους ανθρώπους στην ολοκλήρωση και στην τελείωση, τους δημιουργούν ψευδαισθήσεις πληρότητας και ολοκλήρωσης, μέσα από ποικίλα υποκατάστατα της αληθινής προόδου που τους προσφέρουν.

Για τον λόγο αυτό, οι Τρεις Πατέρες προτείνουν μια συνθετική μορφή αγωγής, που προετοιμάζει τους νέους, κατά τον καλύτερο τρόπο,  για την αντιμετώπιση όλων των ενδεχόμενων εκδοχών της ζωής, ενώ καλύπτει υπαρξιακά και τις πνευματικές τους αναζητήσεις.

Η ταυτόχρονη καλλιέργεια των διανοητικών και των ψυχικών δυνάμεων των νέων ανθρώπων θεωρείται, κατά τους Τρεις Ιεράρχες, απαραίτητη, διότι, με την αφύπνιση  των πνευματικών   αισθήσεων που επενεργεί, συμβάλλει ουσιαστικά στην ολοκλήρωση της προσωπικότητάς τους.

Με βάση, αφενός, το ανθρωπιστικό περιεχόμενο της αρχαιοελληνικής παράδοσης, αφενός, το οποίο οι Τρεις Πατέρες γνώριζαν άριστα, λόγω των εγκυκλίων σπουδών τους, και αφετέρου, τις αγιοπνευματικές αλήθειες και διδαχές της χριστιανικής ζωής, που βίωναν βαθύτατα στην καθημερινότητά τους, προσπάθησαν να οικοδομήσουν ένα παιδευτικό στόχο, ο οποίος να έχει, ως κυριότερο χαρακτηριστικό του, την τελείωση της ανθρώπινης ύπαρξης,  την «ομοίωσιν τω Θεώ κατά το δυνατόν».

 Ο Θεός, όταν δημιούργησε τον άνθρωπο, «κατ΄ εικόνα» Αυτού, του έθεσε, ως οντολογικό σκοπό της υπάρξεώς του, τον καλό αγώνα, για να επιτύχει το «καθ’ ομοίωσιν Θεού».

Ερμηνεύεται, συνεπώς το «καθ’ ομοίωσιν» ως η προοπτική του κατ’ εικόνα. Κατά τον Ιωάννη τον Δαμασκηνό, «το μεν γαρ “κατ᾿ εικόνα”, το νοερόν δηλοί και το αυτεξούσιον, το δε “καθ᾿ ομοίωσιν”, την της αρετής, κατά το δυνατόν, ομοίωσιν».

Εάν θεωρηθεί το κατ’ εικόνα ως το είναι, τότε το καθ’ ομοίωσιν είναι «το δυνάμει είναι». Είναι, δηλαδή, η ζωή η οποία προσφέρεται χαρισματικά από τον Θεό στον άνθρωπο, καλώντας τον, στο πρόσωπο του σαρκωμένου και αναστημένου Χριστού, να γίνει «Θεός κατά χάριν», αυτό δηλαδή, για το οποίο έχει πλασθεί.

Η ένωση της θείας και της ανθρώπινης φύσεως, στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, δεν αποτελεί, κατά τη διδασκαλία των Τριών Ιεραρχών, μία στεγνή δογματική οριοθέτηση, αλλά τη βάση μιας νέας παιδευτικής δοκιμασίας, που στοχεύει να βοηθήσει τον άνθρωπο να φτάσει στην τελείωσή του, έχοντας ως πρότυπο τον Ιησού Χριστό.

Με βάση αυτό το θεολογικό πλαίσιο, οι τρεις Ιεράρχες στηρίζουν την αγωγή, η οποία αντιμετωπίζει τον νέο μαθητή ως πολυδιάστατο πρόσωπο, που θητεύει και δοκιμάζεται στην ελευθερία, στην αγάπη, στην αλήθεια και στις άλλες αρετές της Χριστιανικής πίστεως, προκειμένου να φτάσει, με τη θεία χάρη αλλά και το δικό του άθλημα, από το επίπεδο του «κατ’ εικόνα», στο ανώτερο επίπεδο τελειώσεως του «καθ’ ομοίωσιν».

Μελετώντας κανείς το έργο και τη ζωή των τριών Ιεραρχών, διαπιστώνει ότι  επιλέγουν και προτείνουν ένα ξεχωριστό  τρόπο για τη διδασκαλία των αρετών του Χριστού στους νέους, στρέφοντας κυρίως την προσοχή τους σε δύο βασικά στοιχεία:

1. Στην άριστη διαπροσωπική σχέση, μεταξύ διδασκόντων και διδασκομένων, αφού, κατά τον Ιερό Χρυσόστομο, «το φιλείν και φιλείσθαι» συντελεί αποφασιστικά στην ευόδωση και στο αίσιο τέλος της μαθησιακής διαδικασίας.

2. Στο σεβασμό  της ελευθερίας των διδασκομένων, εκ μέρους των διδασκόντων, αφού γνώριζαν άριστα ότι τα παιδιά -και ιδιαίτερα οι έφηβοι- δεν δέχονται καμία γνώση και καμία αγωγή, όταν νιώθουν ότι δεν γίνεται σεβαστή η ελευθερία τους.

Ο Ιερός Χρυσόστομος υπογραμμίζει αυτό το σημείο, που είναι βέβαια γνωστό και στη σύγχρονη παιδαγωγική, παραμένει όμως, σε μεγάλο βαθμό, ανεφάρμοστο στην πράξη.

Με ιδιαίτερη οξυδέρκεια, ο Άγιος Χρυσόστομος αναφέρει ότι είναι άστοχο να επιλέγεται από τον διδάσκοντα η βία, ο εξαναγκασμός και ο φόβος για να εμφυσήσει την αρετή  στους νέους.

Αντίθετα, μάλιστα, στο πλαίσιο της χριστιανικής διδασκαλίας, ο παιδαγωγός «ουκ αναγκάζει τον ακροατήν, αλλ΄αυτόν αφίησι της των λεγομένων αιρέσεως κύριον».

Η βία και ο εξαναγκασμός είναι αποκλειστικά γνωρίσματα μιας αυταρχικής εξουσίας, που επιβάλλει, με τη συνδρομή κάποιας μορφής κοσμική δύναμη ή απειλή, τη βούλησή της στο σώμα των πολιτών.

Το σχολείο, αντίθετα, ως «πνευματική αρχή», χρησιμοποιεί την πειθώ, ως μοναδική μέθοδο, για να μεταδώσει το μήνυμά του και να εξομαλύνει, με την ψυχική καλλιέργεια, τις σχέσεις των νέων ανθρώπων μεταξύ τους, προσφέροντας στον κάθε ένα ό, τι ονομάζουμε στην ελληνική γλώσσα: παιδεία και αρετή. 

Όσοι αναλαμβάνουν τη διδασκαλία παιδιών, αναφέρει ο Ιερός Χρυσόστομος σε ομιλία του (ερμηνεύοντας ένα σχετικό χωρίο του Παύλου, από την προς Εφεσίους Επιστολή), είναι ανάγκη να τα αγαπούν και να μην τα παροργίζουν.

Διότι η αναγκαία διαδικασία της αγωγής, που ταυτίζεται με την εμφύτευση στην ψυχή τους, μιας ποικιλίας από κανόνες και νόμους, αποτελεί μια  άμεση παρέμβαση στον εσωτερικό τους κόσμο, η οποία είναι σκόπιμο να γίνεται χωρίς καταπίεση, αφού είναι ελεύθεροι άνθρωποι και όχι ανδράποδα.

O Μέγας Βασίλειος, επίσης, τονίζοντας το απαραβίαστο της ελευθερίας του προσώπου, υποστηρίζει ότι «στον Θεό δεν είναι αρεστό ό, τι γίνεται αναγκαστικά, αλλά εκείνο που κατορθώνεται με αρετή· η δε αρετή επιτυγχάνεται, όταν δίνεται στους διδασκόμενους η δυνατότητα ελεύθερης εκλογής και όχι όταν καταναγκάζονται».

Στο ίδιο πνεύμα και ο Ιερός Χρυσόστομος  σημειώνει ότι, «μόνον αν ο διδασκόμενος έχει την ελευθερία να επιλέξει, τότε μπορεί να έχει και την ευθύνη των πράξεών του αλλά και την άξια επιβράβευση».

Είναι αυτονόητο ότι τον βασικό ρόλο στην αγωγή των παιδιών τον έχει ο δάσκαλος. Προϋπόθεση όμως του σωστού διδασκάλου, κατά τον Ιερό Χρυσόστομο, είναι  να διάγει τον βίο, κατά το «ορθώς ζην και μετά πολιτείας αρίστης», αλλά και να συνάδει η διδασκαλία του με τη ζωή του: «τούτο διδασκαλίας αρίστης, το εν πάσαις ταις παραινέσεσιν εαυτόν παρέχειν τύπον».

Άριστος διδάσκαλος, συνεπώς, είναι εκείνος που σε όλες τις παραινέσεις που κάνει προς τους μαθητές του προσφέρει ως πρότυπο τον εαυτό του.

Σε άλλη συνάφεια, ο Ιερός Πατήρ υποστηρίζει ότι ο παιδαγωγός που δεν διαπαιδαγωγεί εαυτόν,  δεν συμπίπτουν δηλαδή στο πρόσωπό του βίος και διδασκαλία, δεν είναι αυθεντικός φορέας της διδασκαλίας, αλλά υποκριτής.

Φθάνει στο σημείο, μάλιστα, να αμφισβητεί την αξία της ενασχόλησης κάποιου με τη θεολογία και τη διδασκαλία της Εκκλησίας, όταν η διδασκαλία του δεν συνοδεύεται από την καλλιέργεια της αρετής. Και τούτο, διότι θεωρεί ως βασικό πνευματικό στοιχείο στη πορεία και στο έργο του κάθε ανθρώπου και ιδιαίτερα του διδασκάλου, να μην καθίσταται δούλος στο ζυγό των παθών και των αδυναμιών, καθώς ελεύθερος άνθρωπος θεωρείται μόνον «ο των παθών απηλλαγμένος».

Ως προς τον τρόπο διδασκαλίας των νέων, ο ιερός Χρυσόστομος, ως άριστος διδάσκαλος, σημειώνει ότι οι παιδαγωγοί πρέπει να επινοούν τρόπους ευχάριστους και χαριτωμένους, προκειμένου να διατηρούνται αμείωτα τόσο το ενδιαφέρον όσο και η προσοχή τους.

Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι είναι αδύνατο να κατανοηθεί, με πληρότητα και ακρίβεια, η προσφορά των Τριών Ιεραρχών στους νέους, αν δεν ληφθεί υπόψη ότι, γι’ αυτούς, ο βασικός παιδαγωγικός στόχος της αγωγής τους είναι η εμφύτευση εντός της  ψυχής τους, του θείου σκοπού της επίγειας ζωής, που είναι η προς τον Θεό και προς τον πλησίον ανιδιοτελής αγάπη και οι άλλες αρετές, η άσκηση των οποίων οδηγεί στην πνευματική τελείωση και ολοκλήρωση."

Πάγια αρχή μου είναι ότι όλοι οι λαοί, όλοι οι άνθρωποι, έχουν δικαίωμα να πιστεύουν οπού θέλουν. Όλα αυτά με την απαραίτητη προυπόθεση να μην επιβάλλουν τα πιστεύω τους σε τρίτους, είτε δια της βίας, είτε με πλάγιους τρόπους.  Από όλους τους προαναφερόμενους, εξαιρείται, ένα μικρό μέρος βάση των παγκόσμιων Φιλοσοφικών-μαθηματικών σταθερών, μέτρον άριστον και μηδέν άγαν.

 Η ελευθερία πίστεως είναι θεόδοτη. Ο ίδιος ο Θεός έδωσε το δικαίωμα στους ανθρώπους, να πιστεύουν, όπου επιθυμούν. Προσωπικά είμαι υπέρ της συνυπάρξεως των λαών και των διαφορετικών θρησκευτικών, πεποιθήσεων, για αυτό στηρίζω, τον μεγάλο Σύριο ηγέτη Ασσάντ, ο οποίος επέτυχε να συνυπάρχουν ειρηνικά, Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι.

Αναφέρομαι πάντοτε στους Φοίνικες που από μονοθεϊστές της Π. Διαθήκης και πιστοί των προφητών, εγκατέλειψαν τον Θεό, άλλαξαν και έγιναν εωσφοριστές του δωδεκαθέου. Δεν αναφέρομαι σε όλους τους Φοίνικες.


0 comments: