Η τέταρτη Κυριακή από του Πάσχα είναι αφιερωμένη στο μεγάλο θαύμα της θεραπείας του παραλύτου από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Ένα δυστυχισμένος άνθρωπος κείτονταν παράλυτος και απόλυτα εγκαταλειμμένος σε μια από τις πέντε στοές της φημισμένης δεξαμενής Βηθεσδά στην Ιερουσαλήμ, επί τριάντα οχτώ χρόνια. Περίμενε υπομονετικά τη θαυματουργική του ίαση, μαζί με πολλούς άλλους ασθενείς, αφού εκεί «κατέκειτο πλήθος πολὺ των ασθενούντων, τυφλών, χωλών, ξηρών, εκδεχομένων την του ύδατος κίνησιν» (Ιωάν.5,3).
Ένας άγγελος εξ ουρανού κατέβαινε κατά καιρούς και ετάραζε το ύδωρ και όποιος προλάβαινε και κατέβαινε πρώτος στη δεξαμενή γινόταν καλά. Το θαύμα ετούτο μπορεί να εξηγηθεί μόνο ως μεσσιανικό και εσχατολογικό γεγονός. Ο άγγελος, ο οποίος κατέβαινε στην δεξαμενή και μετέβαλε στιγμιαία το νερό θαυματουργό, προεικόνιζε τον «Μεγάλης Βουλής Άγγελο» (Ησ.9,5), τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, ο οποίος θα ερχόταν να προφέρει, όχι περιοδική και στιγμιαία θεραπεία των σωματικών νοσημάτων, αλλά μοναδική, καθολική και μόνιμη σωτηρία σώματος και ψυχής. Ήρθε στον κόσμο να άρει το κακό και να θεραπεύσει τις ολέθριες συνέπειές του, στην όλη ψυχοσωματική μας ύπαρξη. Ο ιερός Χρυσόστομος ερμηνεύοντας το θαύμα του αγγέλου, τονίζει πως: «Άγγελος καταβαίνων εταράττε το ύδωρ και ιαματικήν ενετίθει δύναμιν, ίνα μάθωσιν Ιουδαίοι ότι πολλώ μάλλον ο των αγγέλων δεσπότης πάντα τα νοσήματα της ψυχής ιάσθαι δύναται» (Χρυσόστομος, παρά Π. Τρεμπέλα Υπόμνημα εις το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, Αθήναι 1969, σελ.173). Με τέτοια θαύματα προετοιμάζονταν οι Ιουδαίοι για να υποδεχτούν τη μεσσιανική εποχή, καθ’ ότι «τη παρουσία αυτού αλείται χωλός ως έλαφος, και τρανή έσται γλώσσα μογιλάλων τυφλοί αναβλέψουσι και λεπροί καθαρισθήσονται και νεκροί αναστήσονται και περιπατήσουσιν» (Ιουστ. Απολ. Α΄, 48,1-3). Άλλωστε ο ίδιος ο Κύριος όρισε τα σημεία της Βασιλείας Του: «τυφλοὶ αναβλέπουσι και χωλοὶ περιπατούσι, λεπροὶ καθαρίζονται και κωφοὶ ακούουσι, νεκροὶ εγείρονται και πτωχοὶ ευαγγελίζονται» (Ματθ.11,5).
Ο τραγικός παράλυτος ήταν έρημος, μόνος και εγκαταλειμμένος. Οι οικείοι του τον «ξεφορτώθηκαν» στις υγρές στοές της δεξαμενής, για να μην τους είναι βάρος και εμπόδιο στην ευδαιμονία τους. Αυτή είναι άλλωστε μια διαχρονική τραγική πραγματικότητα στην ανθρώπινη κοινωνία, όπου οι αδύναμοι και ασθενείς αποτελούν βάρος για τους δυνατούς και υγιείς. Ζούσε από τις φιλανθρωπίες και βίωνε τη φρίκη της αναπηρίας και τη μοναξιά της εγκατάλειψης. Όταν ο Άγγελος Κυρίου τάρασσε το ύδωρ, δεν είχε άνθρωπο να το κατεβάσει στα νερά και να θεραπευθεί. Γι’ αυτό, και μη έχοντας άλλη επιλογή, περίμενε υπομονετικά να βρεθεί ο άνθρωπος, που θα τον έριχνε στη δεξαμενή. Πίστευε πως, όσο και αν αργήσει, θα έρθει μια μέρα!
Όμως επιτέλους ήρθε ο Μεγάλος Ιατρός των ψυχών και των σωμάτων για να του δώσει διπλή υγεία, του σώματος και της ψυχής του. Τον πλησίασε και του έκανε μια «ανόητη», για τους ορθολογιστές, ερώτηση: «θέλεις υγιής γενέσθαι;» (Ιωάν.5,6). Τον ρώτησε αν ήθελε να γίνει καλά. Όμως ο Ιησούς δεν εννοούσε την αποδοχή του για αποκατάσταση της υγείας του σώματός του, την οποία ούτως ή άλλως ήθελε ο πονεμένος και ταλαιπωρημένος εκείνος άνθρωπος, αλλά εννοούσε την αποδοχή της ίασης της ψυχής του, η οποία αξίζει ασύγκριτα περισσότερο από την ίαση του σώματος. Αυτό μας βεβαίωσε ρητά ο ίδιος ο Κύριος με το λόγο Του: «Τι γάρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήση τον κόσμον όλον, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;» (Μαρκ.8,34). Και εκείνος, μη κατανοώντας την ερώτηση Του είπε: «Κύριε, άνθρωπον ουκ έχω, ίνα όταν ταραχθή τὸ ύδωρ, βάλῃ με εις τὴν κολυμβήθραν· ἐν ω δε έρχομαι εγώ, άλλος προ εμού καταβαίνει» (Ιωάν.5,6). Πίστευε πως η μόνη του ελπίδα ήταν η ρίψη του στην θαυματουργική δεξαμενή, μη γνωρίζοντας πως έχει ενώπιόν του το Θεό, την πηγή της ζωής, την ίδια τη ζωή (Ιωάν.14,6). Θάρρεψε ο δυστυχής, πως ο άνθρωπος αυτός, ο οποίος ενδιαφέρθηκε για την ίαση του σώματός του, ίσως τον βοηθούσε να ριχτεί στην δεξαμενή και να θεραπευτεί.
Αλλά ο συμπαθής και άγνωστος, για εκείνον, συνομιλητής του, χωρίς άλλη κουβέντα, τον πρόσταξε: «έγειρε, άρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει» (Ιωάν.5,9). Εκείνος, γεμάτος θαυμασμό για την παράδοξη προσταγή, σηκώθηκε από το κρεβάτι του πόνου και στάθηκε για πρώτη φορά στα πόδια του. Κατόπιν «ηρε τὸν κράβαττον αυτού καὶ περιεπάτει» (Ιωάν.5,9), πλημυρισμένος από ανείπωτη χαρά και θαυμασμό για την αποκατάσταση της πολύτιμης υγείας του!
Αλλά το θαυμαστό αυτό γεγονός, η ίαση ενός πονεμένου και ταλαιπωρημένου αυτού ανθρώπου, όχι μόνο δεν χαροποίησε τους ομοφύλους του Ιουδαίους, αλλά τους εξόργισε και τους έστρεψε εναντίον του, διότι έτυχε να γίνει η θεραπεία του ημέρα Σάββατο. Σκανδαλίστηκαν διότι τον είδαν να «καταλύει» την αργία του Σαββάτου μεταφέροντας το κρεβάτι του. «σάββατόν εστιν· οὐκ έξεστί σοι άραι τὸν κράβαττον» (Ιωάν.5,10). Ο ιερός ευαγγελιστής αναφέρει αυτή τη λεπτομέρεια για να τονίσει την απελευθέρωση που έφερε ο Χριστός από το γράμμα του νόμου, ο οποίος είχε γίνει τυραννική κατάσταση στην ιουδαϊκή κοινωνία. Στα χρόνια εκείνα είχε διαστραφεί ολότελα η εντολή της αργίας του Σαββάτου, έχοντας προσθέσει οι νομοδιδάσκαλοι μια πληθώρα ερμηνειών γι’ αυτή, η οποία είχε απίστευτες και παράλογες προεκτάσεις. Ως και τα βήματα μετρούσαν κατά την ημέρα του Σαββάτου! Μάλιστα οι Ιουδαίοι, πληροφορούμενοι από τον θεραπευμένο παράλυτο, ο ότι ο «ότι Ιησούς εστιν ο ποιήσας αυτὸν υγιή … εζήτουν αυτὸν αποκτείναι, ότι ταύτα εποίει εν σαββάτῳ» (Ιωάν.5,15-16). Ήθελαν να Τον σκοτώσουν! Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως ο Χριστός επιτέλεσε τα περισσότερα και μεγαλύτερα θαύματά Του το Σάββατο, για να δείξει ότι το Σάββατο έγινε για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για το Σάββατο (Μάρκ.2,27). Ότι η ημέρα αυτή θα πρέπει να είναι αφιερωμένη στο Θεό, προσφέροντας υπηρεσίες στους συνανθρώπους, για τη δόξα Του. Ο Θεός δεν ευλογεί την τυπική αποχή από κάποιες ενασχολήσεις, αλλά την προσφορά μας στον άνθρωπο, την εικόνα του Θεού.
Ο πρώην παράλυτος, μετά την θαυματουργική ίασή του, πήγε στο ναό της Ιερουσαλήμ για να δοξολογήσει το Θεό. Ήταν το λιγότερο που μπορούσε να κάνει για την ευλογία που έλαβε. Εκεί τον βρήκε ο Χριστός και του είπε: «ίδε υγιής γέγονας, μηκέτι αμάρτανε» (Ιωάν.5,14). Τον συμβούλεψε να διατηρήσει στο εξής τον εαυτό του καθαρό από αμαρτίες, διότι υπήρχε το ενδεχόμενο να ασθενήσει ξανά.
Είναι ευνόητο πως το μεγάλο αυτό θαύμα του Κυρίου μας διδάσκει τη στενή σχέση, αμαρτίας και ασθένειας. Οι ασθένειες και γενικά η φθορά του σώματος, η οποία οδηγεί εν τέλει στο θάνατο, είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας. Η αμαρτία είναι η αιτία και η ασθένεια το αποτέλεσμα. Το βεβαιώνει και ο απόστολος Παύλος «τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος» (Ρωμ.6,23). Αλλά και η ίδια η πείρα της ζωής μας βεβαιώνει πως η ικανοποίηση των παθών μας και γενικά η άσωτη και αμαρτωλή ζωή γεννά αρρώστιες και φθείρει το σώμα. Περισσότερο όμως φθείρει την ψυχή, η οποία χρειάζεται και αυτή τη θεραπεία της, που είναι η μετάνοια και η ένωση με το Χριστό.
Η ασθένεια είναι αφύσικη κατάσταση στην ανθρώπινη φύση, είναι αποτέλεσμα της φθοράς και προάγγελος του θανάτου. Η πτώση έφερε την αμαρτία και η αμαρτία τη φθορά και το θάνατο. Ο άνθρωπος μακριά από το Θεό, την πηγή της ζωής, δεν ζει, αλλά απλά επιβιώνει προσωρινά, μέχρι τον βρει ο θάνατος. Η είσοδος του κακού στον κόσμο προκάλεσε οντολογική αλλοίωση στην ανθρώπινη φύση. Ο Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός ήρθε στον κόσμο να καταργήσει το κακό και να θεραπεύσει την ανθρώπινη φύση. Τα άπειρα θαύματά Του μαρτυρούν ακριβώς αυτή την αλήθεια. Δυστυχώς όμως ο άνθρωπος αρέσκεται στην αμαρτία και για τούτο κατατρώγεται από τη φθορά. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, ο οποίος έχει αναγάγει την αμαρτία σε ύψιστο ζητούμενο, οδηγεί σε φρικώδεις νόσους. Αντίθετα, σε ανθρώπους εγκρατείς και ιδιαίτερα στους ασκητές και τους μοναχούς οι ασθένειες είναι περιορισμένες. Τρανή απόδειξη της συνάφειας αμαρτίας και ασθενείας!
0 comments: