Η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, χώρος σύγκλισης Ανατολής και Δύσης, βορρά και νότου, περιλαμβανόμενων των τριών κύριων παγκόσμιων μονοθεϊστικών θρησκειών, αποτελεί από γεωπολιτική άποψη ένα ξεχωριστό υποσύστημα.
Στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής, η γεωπολιτική της Ανατολικής Μεσογείου δεν περιλαμβάνει μόνο περιφερειακούς δρώντες αλλά και δρώντες τοποθετημένους σε ανταγωνιστικούς ομόκεντρους κύκλους: Τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ρωσική Ομοσπονδία και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η περιοχή βρίσκεται επίσης στην κορυφή δύο σημαντικών γεωστρατηγικών τριγώνων, που σχηματίζονται στα βόρεια και βορειοανατολικά με την Μαύρη Θάλασσα και την Κασπία Θάλασσα, και προς νότο και νοτιοανατολικά με τη Μέση Ανατολή και τον Περσικό Κόλπο [1].
Το τουρκικό ερευνητικό σκάφος Barbaros Hayrettin Pasa διασχίζει τον Βόσπορο στην Κωνσταντινούπολη, στις 6 Μαρτίου 2017. REUTERS / Yoruk Isik.
Από το 2008 και εφεξής, η ασφάλεια και η πολιτική τάξη του υποσυστήματος της Ανατολικής Μεσογείου -όπως λειτουργούσε από την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου- κατέρρευσε λόγω της επιδείνωσης των σχέσεων μεταξύ των δύο πιο ικανών περιφερειακών συμμάχων των ΗΠΑ, της Τουρκίας και του Ισραήλ, και της συνεχιζόμενης αναταραχής στον αραβικό κόσμο. Αντικαταστάθηκε από έναν διευρυνόμενο μέσω πληρεξουσίων εμφύλιο πόλεμο στην Συρία, από γεωπολιτική αντιπαλότητα μεταξύ Τουρκίας, Ισραήλ, Κύπρου και Ελλάδας, καθώς και μεταξύ των χωρών της Δύσης, και των ενθουσιωδώς αναθεωρητικών του περιφερειακού status quo δυνάμεων, της Ρωσίας και του Ιράν.
Επιπροσθέτως, η Ανατολική Μεσόγειος καθίσταται ολοένα και περισσότερο σημαντική περιοχή για το διεθνές σύστημα ασφάλειας λόγω των φυσικών αποθεμάτων της, καθώς τα συμφέροντα των περιφερειακών δρώντων αλληλεπιδρούν με αυτά σημαντικών διεθνών δρώντων όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και το Βορειοατλαντικό Σύμφωνο (ΝΑΤΟ). Η ανακάλυψη υπεράκτιων αποθεμάτων φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο (2010), μπορεί να προσφέρει στην ΕΕ διαφοροποίηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, γενικώς τους ενεργειακούς πόρους της Μέσης Ανατολής, και μεγαλύτερη περιφερειακή ασφάλεια. Η ΕΕ επιθυμεί να σταθεροποιήσει την περιοχή, προκειμένου να διασφαλίσει βιώσιμο κόμβο φυσικού αερίου πλησίον των συνόρων της, αφού ο κατασκευαζόμενος Νότιος Διάδρομος Φυσικού Αερίου (SGC), δεν επαρκεί για να μειώσει την εξάρτησή της από την Ρωσία.
Η ανακάλυψη φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο (Αίγυπτος, Ισραήλ, Κύπρος, Λίβανος, Συρία) και αυτές που θα ακολουθήσουν, προκαλούν σημαντικά αποτελέσματα τόσο στο επίπεδο της οικονομίας, όσο και στης ασφάλειας. Επί παραδείγματι, εξωθούν το Ισραήλ σε μετατροπή του ενεργειακού μείγματος -μέχρι σήμερα εξαρτώμενο ιδίως από τον άνθρακα και εισαγόμενα πετρελαϊκά προϊόντα-, και σε μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μέσω της χρησιμοποίησης φυσικού αερίου στους τομείς της ηλεκτροπαραγωγής και των μεταφορών (παραγωγή 10,5 δισ. m3 με προοπτική 27 δισ. m3 έως το 2021). Επιπλέον το Ισραήλ προγραμματίζει εξαγωγές φυσικού αερίου στην Αίγυπτο (συμφωνία Φεβρουαρίου 2018, 7 τρισ.m3/σε 10 έτη) για την κάλυψη αναγκών εσωτερικής ζήτησης, οι οποίες υπολογίζεται ότι θα διπλασιαστούν όταν τον Νοέμβριο 2019 συντελεστεί πλήρης αξιοποίηση του κοιτάσματος Leviathan.
Ως αποτέλεσμα, η Αίγυπτος θα μειώσει την έκθεσή της στις μεταβολές της τιμής του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), θα τονώσει την ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας και θα αντιμετωπίσει την αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας. Όμως, καμία υποδομή για την αξιοποίηση του ενεργειακού πλούτου της Ανατολικής Μεσογείου, όπως η κατασκευή τερματικού(-ών) υγροποίησης/επαναεριοποίησης ή αγωγών μεταφοράς φυσικού αερίου, δεν μπορεί να ευοδωθεί χωρίς τον συντονισμό των κρατικών δρώντων.
Χάρτης 1. Πιθανές εξαγωγικές οδοί του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου, Stratfor, 2018
-------------------------------------------------------------------------
Προς τον σκοπό αυτό, Ελλάδα, Κύπρος και Ισραήλ συνήψαν μια στρατηγική συμμαχία, χρησιμοποιώντας την συνεχόμενη ΑΟΖ και τον γεωπολιτικό παράγοντα της ενέργειας ως υψηλή στρατηγική αντιστάθμισης της αναθεωρητικής τουρκικής πολιτικής και εξασφάλισης στο Ισραήλ του απαραίτητου θαλάσσιου στρατηγικού βάθους σύνδεσης με την Ευρώπη. Αυτά, μάλιστα, εκτυλίσσονται εν μέσω του εντεινόμενου ενεργειακού ανταγωνισμού ΗΠΑ-Ρωσίας, τόσο στην Ανατολική Μεσόγειο όσο και στα Δυτικά Βαλκάνια και στην περιοχή της Κασπίας θάλασσας.
Βασιζόμενοι στη νεορεαλιστική γεωπολιτική σχολή Διεθνών Σχέσεων, συμπεραίνουμε ότι η ΕE πρέπει να συνδεθεί με την Ανατολική Μεσόγειο ώστε να μην καταστεί όμηρος των μονοπωλιακών οραμάτων της Ρωσίας και των ηγεμονικών προσδοκιών της Τουρκίας στην περιοχή και πέραν αυτής.
Ο ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ
Κατά τους παρελθόντες αιώνες, δεν υπήρχε ούτε μια στιγμή κατά την οποία η Ρωσία να μην επιζητούσε πρόσβαση στα θερμά ύδατα των νοτιοδυτικών συνόρων της, ειδικώς στην Ανατολική Μεσόγειο, ώστε να βρει αγορές για τα προϊόντα της και να ξεπεράσει το πρόβλημα των παγωμένων λιμένων της κατά τους χειμερινούς μήνες. Αυτή η αναζήτηση μετατράπηκε σύντομα σε μακροχρόνιο οδηγό πολιτικής που η Μόσχα ακολούθησε πιστά από το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα, ώστε να διαρρήξει τον Aναχωματικό Δακτύλιο (Rimland) που περιβάλει την επικράτειά της στην Κεντρική Γη (Heartland) [2]. Σήμερα, εξαγωγή ρωσικών αγαθών σημαίνει εξαγωγή ενεργειακών πόρων.
Χάρτης 2. Αναχωματικός Δακτύλιος (Rimland) κατά N. Spykman.
-----------------------------------------------------------
Χωρίς την ικανότητα παραγωγής και αποστολής ενέργειας, η Ρωσία δεν θα απολάμβανε το καθεστώς που την περιβάλει, δεν θα είχε την ίδια ειδική σχέση με τα κράτη της ΕΕ, όπως η Γερμανία, ούτε θα ήλκυε την προσοχή των ΗΠΑ. Ακριβώς η αξιοποίηση των ενεργειακών πόρων της ως γεωπολιτικό εργαλείο και ο ρόλος του κράτους για την διαχείρησή τους, είναι η παρακαταθήκη του Ρώσου προέδρου Putin καθ' όλο το διάστημα που ελέγχει είτε ως πρόεδρος είτε ως πρωθυπουργός την εξωτερική πολιτική της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Εν τοις πράγμασι, ο Putin επιδίωξε εξασφάλιση πλήρους ελέγχου του ενεργειακού τομέα μέσω εθνικοποίησης αρκετών ιδιωτικών εταιρειών και χρήσης των απομεινάντων ιδιωτικών ως πρωτοστατών υλοποίησης της εξωτερικής πολιτικής του Κρεμλίνου. Στην Ρωσία, η ενεργειακή και η εξωτερική πολιτική αλληλεπικαλύπτονται [3].
Την διάρρηξη του Αναχωματικού Δακτυλίου (Rimland), επιδίωξε ο πρόεδρος Putin, καθ' όλο το μήκος και το πλάτος της ζώνης από την Κεντρική/Ανατολική Ευρώπη, Μέση Ανατολή, μέχρι της Κεντρική Ασία. Από την ανάρρησή του στην εξουσία (2000), η Ρωσία αξιοποίησε εργαλεία διπλωματικής, στρατιωτικής, πολιτικής και οικονομικής ισχύος, ώστε να μετατρέψει την στρατηγική υπεροχή της σε μοχλό ενίσχυσης της παρουσίας της. Η τακτική προσαρμογή στις εξελίξεις βάσει ρεαλισμού και η ευελιξία που επέδειξε, στοιχειοθετούν αποδείξεις εφαρμογής ευρύτερης στρατηγικής στόχευσης από το Κρεμλίνο. Επιπροσθέτως, δημιούργησε μηχανισμούς διατήρησης της στρατηγικής της υπεροχής κατά το ορατό μέλλον.
Ειδικότερα στην Μέση Ανατολή, η Ρωσία κέρδισε μια άνευ προηγουμένου υπεροχή, κυρίως μετά την υποστηρικτική προς το καθεστώς Assad επέμβαση στην Συρία βάσει μιας επιτυχούς στρατιωτικο-πολιτικής στρατηγικής η οποία δημιούργησε momentum, και την προώθηση της ρωσικής θέσης ως κύριου δρώντα στην περιοχή. Εφόσον επιτύχει να μετατρέψει την στρατιωτική νίκη σε νομιμοποίηση μιας λειτουργικής κυβέρνησης στην Συρία, θα είναι εξόχως απίθανη η έξωση της Ρωσίας από την Μέση Ανατολή λόγω των ισχυρών στρατιωτικών δυνάμεων που διατηρεί εκεί.
Υπ' αυτήν την έννοια, είναι εντυπωσιακό ότι ο περιφερειακός συνεργάτης του Κρεμλίνου, η φιλο-ισλαμική Τουρκία του προέδρου Erdogan, εξαρτάται σήμερα από την Μόσχα προκειμένου να επιτύχει τους στόχους της ευχερούς αντιμετώπισης των Κούρδων της Συρίας, αλλά και διαχείρισης της πολυπληθούς εγχώριας κουρδικής μειονότητας. Συνεπώς, παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς της Άγκυρας ότι δεν είναι υπερβολικά εξαρτώμενη από την Ρωσία, η Μόσχα, ιδίως μετά την υποχώρηση της Τουρκίας έναντι της ισχυρής οικονομικής πίεσης κατά την επαύριον της κατάρριψης ρωσικού πολεμικού αεροσκάφους περί την τουρκο-συριακή μεθόριο (Νοέμβριος 2015), πέραν της παροχής 60%-70% του εισαγόμενου στην Τουρκία φυσικού αερίου, διαθέτει ήδη από το 2016 ισχυρότατα ερείσματα στην Τουρκία [4].
Υπό το βάρος, μάλιστα, της κρίσης την οποία διήλθαν οι σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας λόγω της φυλάκισης του Αμερικανού πάστορα Andrew Brunson και του φλέγοντος ζητήματος της αγοράς του ρωσικού πυραυλικού συστήματος S-400, αλλά και της περιπλοκότητας της μακρόχρονης στρατηγικής αντιπαράθεσης ΗΠΑ-Ρωσίας σε όλο το μήκος του τόξου Μαύρη θάλασσα (Κεντρική/Ανατολική Ευρώπη), Καύκασος, Κεντρική Ασία, οι ολοένα στενότερες σχέσεις Τουρκίας-Ρωσίας δεν προβλέπεται να ανατραπούν [5].
Xάρτης 3. Γεωπολιτικές σχέσεις Τουρκίας, Geopolitical Inteligence Service, 2018.
--------------------------------------------------------------------------
H Μόσχα, εν τοις πράγμασι, αποκαθιστά την πάλαι ποτέ ηγετική παρουσία της στην Μέση Ανατολή. Εκτός του ότι συζητά με το Ιράν την ένταξή του στην Ευρασιατική Οικονομική Ένωση (EEU) ενόσω περιορίζει την ιρανική πολιτική έναντι του Ισραήλ -διευρύνοντας ταυτόχρονα τους οικονομικούς δεσμούς της με το καθεστώς της Τεχεράνης-, η στενή συνεργασία της Ρωσίας με την Τουρκία και το Ιράν στον συριακό εμφύλιο, οι διάφορες ενεργειακές και επενδυτικές συμφωνίες με τα Κράτη του Κόλπου, οι δεσμοί της με το Ισραήλ, η παρουσία της στην περιοχή του Σαχέλ και της Υποσαχάριας Αφρικής (χάριν στα επιτεύγματά της στην Μέση Ανατολή), και οι επικερδείς σχέσεις της με την Βόρειο Αφρική (ικανές να της προσφέρουν εκεί ναυτικές και αεροπορικές βάσεις), επιτρέπουν στο Κρεμλίνο να υποχρεώσει την Ουάσιγκτον σε συμβιβασμό στην Συρία εγγύτερου στα ρωσικά συμφέροντα. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις της Ρωσίας στην Συρία αποτελούν κλασική επαλήθευση του ρητού του Clausewitz ότι ο πόλεμος συνίσταται σε πράξη(-εις) ισχύος αποβλέπουσες στην υποχρέωση του εχθρού να κάνει ό,τι επιζητούμε.
Χάρη στις πολεμικές επιχειρήσεις της Ρωσίας στην Ουκρανία και την Συρία, η Μόσχα απέκτησε τον έλεγχο της Μαύρης θάλασσας, δύναται να αναπτύσσει σε μόνιμη βάση τον στόλο της στην Ανατολική Μεσόγειο, εργωδώς αποκτά δίκτυο βάσεων και την ναυτική και αεροπορική ικανότητα να αρνείται την πρόσβαση των ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων εκεί. Ειδικώς, οι στρατιωτικές της δυνάμεις στην Συρία, της επιτρέπουν να ελέγχει την αεροπορική δραστηριότητα του Ισραήλ στην Συρία και την Λεβαντίνη [6]. Ιδιαιτέρως ορατή στην Ανατολική Μεσόγειο, την Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία, είναι η πρόθεση της Ρωσίας να περιορίζει την πρόσβαση των ναυτικών δυνάμεων της Δύσης σε κρίσιμες για την ευρωπαϊκή ασφάλεια θαλάσσιες οδούς, γεγονός που εάν συνεχισθεί, η Ρωσία του Putin θα δύναται -σε αντίθεση με την ΕΣΣΔ- να απειλεί τον ενεργειακό εφοδιασμό της ΕΕ.
Χάρτης 4. Στρατηγική προμήθειας φυσικού αερίου στην Ευρώπη, Monde Diplomatique, 2018
------------------------------------------------------------------------
Σαφώς, η Ρωσία θεωρεί κάθε παρουσία του ΝΑΤΟ στην Μαύρη θάλασσα ως παράνομη και ως συνιστώσα απειλή. Επαναβεβαιώνοντας, μάλιστα, την ρήση της Μεγάλης Αικατερίνης ότι μπορεί να υπερασπισθεί τα εδάφη της Ρωσίας μόνο μέσω της επέκτασής τους, το Κρεμλίνο κρίνει ότι η υπεράσπιση της Μαύρης θάλασσας αναπόφευκτα προϋποθέτει έξωση του ΝΑΤΟ από την Ανατολική Μεσόγειο, και το Αιγαίο ει δυνατόν [7]. Εν προκειμένω, συζητά με κράτη όπως η Κύπρος την ανάπτυξη ναυτικών και αεροπορικών βάσεων [8].
Το ευρύ αυτό ρωσικό σχέδιο επιδιώκεται χάρις στην από προεδρίας Obama αμερικανική μείωση δυνάμεων στην Μεσόγειο, η οποία δημιούργησε κενό ισχύος. Ενισχύοντας από το 2014 τον στόλο της στην Μαύρη θάλασσα, η Ρωσία επιδιώκει άρνηση πρόσβασης του ΝΑΤΟ στα εδάφη και ύδατα της Ουκρανίας στην Μαύρη θάλασσα, την Υπερκαυκασία και την προβολή ισχύος στην Μεσόγειο και στην Μέση Ανατολή [9]. Αφενός, στοχεύει στην δημιουργία βάσης στην Παλμύρα (Συρία), εγκατέστησε πυραύλους στον θύλακο του Kaliningrad, στην βάση Gyumri στην Αρμενία, εγκατέστησε νέα ναυτική βάση στο Kaspiisk (Dagestan, Κασπία θάλασσα), αλλά και, αφετέρου, συζητά απόκτηση βάσης στο Ιράν.
Η στρατηγική αυτή δεν απαγορεύει απλώς επέμβαση στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας, αλλά και καθιστά απροσπέλαστο το σύνολο της περιοχής του Καυκάσου από ΝΑΤΟϊκές και Δυτικές αεροπορικές δυνάμεις, και περικυκλώνει την Τουρκία από βορρά, ανατολή και νότο στην Μαύρη θάλασσα, τον Καύκασο και στην Συρία [10]. Επιπλέον, το Κρεμλίνο συζητά δημιουργία βάσης (ή δικαιώματα ελλιμενισμού) στην Βεγγάζη (Λιβύη) και ναυτική βάση σε Υεμένη, Σομαλία και Σουδάν, οι οποίες σε συνδυασμό με τις βάσεις στην Συρία (ναυτική στην Tartus και αεροπορική στο Khmeinim) και τις διευρυνόμενες στρατιωτικές σχέσεις με την Αίγυπτο (συμφώνησε αεροπορική βάση το 2017 και ελευθερία υπερπτήσεων) και τις φιλικές σχέσεις με την Αλγερία, δύνανται να επιτρέψουν στην Ρωσία να κατέχει σημαντικό έλεγχο και προβολή ισχύος στον Κόλπο και το Κανάλι του Suez, στην Ερυθρά θάλασσα, στο στενό Bab-El Mandab, στην Αραβική θάλασσα και στις δυτικές απολήξεις του Ινδικού ωκεανού, στην Κεντρική Μεσόγειο, περιλαμβανομένης της Ιταλίας, και μέρους των Βαλκανίων. Οι επιπτώσεις για τον εφοδιασμό με ενέργεια της ΕΕ από την Μέση Ανατολή λόγω διευρυνόμενου ελέγχου των διεθνών οδεύσεων μεταφοράς ενέργειας (Sea Lines of Communication, SLOC) είναι προφανείς. To όλο θαλασσινό και ναυτικό εγχείρημα ανάγεται τουλάχιστον στο έτος 2008-2009!
ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΗΠΑ, ΡΩΣΙΑΣ, ΙΣΡΑΗΛ, ΤΟΥΡΚΙΑΣ
Υπό το φως των ανωτέρω, δεν προξενεί εντύπωση ότι η Ρωσία (Gazprom), μέσω της στρατιωτικής εμπλοκής της στον πόλεμο της Συρίας, απέκτησε ρόλο στην ενεργειακή βιομηχανία του Ισραήλ μέσω της ανάπτυξης του κοιτάσματος Leviathan και συμμετοχής στην εξαγωγή φυσικού αερίου του Τελ Αβίβ σε κράτη-μέλη της ΕΕ, έναντι παροχής από την Μόσχα ασφάλειας των υπεράκτιων εγκαταστάσεων εκμετάλλευσης φυσικού αερίου του Ισραήλ. Εκμεταλλεύεται, δηλαδή, τον φόβο του Τελ Αβίβ ότι η στηριζόμενη από το Ιράν οργάνωση Hezbollah στον Λίβανο θα μπορούσε να επιτεθεί κατ' αυτών των εγκαταστάσεων σε πιθανή μελλοντική σύγκρουση [11]. Αντιλαμβάνεται βεβαίως ότι, η διοχέτευση του φυσικού αερίου του Ισραήλ, της Κύπρου και της Αιγύπτου στις αγορές της ΕΕ, θα της στερούσε την προνομιακή στρατηγική θέση της στην Ευρώπη, και κυρίως το κεντρικό/ανατολικό τμήμα της. Βεβαίως, σχετική απόφαση δεν έχει ληφθεί επί του παρόντος, λόγω απόφασης της ΕΕ να μειώσει το ποσοστό εξάρτησής της από την παροχή φυσικού αερίου από την Gazprom, και αμερικανικής υποστήριξης σε αυτό το ευρωπαϊκό διάβημα.
Το Κρεμλίνο, μέσω της στρατηγικής άσκησης πίεσης σε κάθε έναν συνομιλητή του απειλώντας ότι θα έλθει σε συμφωνία με εκάτερο εξ' αυτών -κάνοντας έτσι την συμφερότερη επιλογή κατά την προσφορότερη στιγμή-, υποδαυλίζει την στρατηγική της ΕΕ, καταλήγοντας σε Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (MoU) με την ιταλική εταιρεία Edison και την ελληνική ΔΕΠΑ, προκειμένου να διοχετεύσει ρωσικό φυσικό αέριο στη νότια Ευρώπη.
Οι Βρυξέλλες, όμως, στην στρατηγική προσπάθεια διαφοροποίησης ενεργειακών πηγών και οδεύσεων, συνδράμονται από τον επί πολλά έτη επιδιωκόμενο στόχο των ΗΠΑ να θέσουν τέλος στην τακτική της Μόσχας να χρησιμοποιεί τις εξαγωγές φυσικού αερίου για την άσκηση οικονομικής και πολιτικής πίεσης στην Ευρώπη. Υπ' αυτή την έννοια, ΗΠΑ και ΕΕ υποστηρίζουν την αμυντική-οικονομική συμμαχία με σημαντικό στρατιωτικό πρόσημο μεταξύ Ισραήλ, Κύπρου και Ελλάδας, με στόχο, αφενός, την αντικατάσταση του στρατηγικού βάθους που το Ισραήλ έχασε μετά την λήξη της αμυντικής συνεργασίας του με την Τουρκία, και αφετέρου, την υποστήριξη του δικαιώματος και της δικαιοδοσίας της Κυπριακής Δημοκρατίας επί των θαλασσίων ζωνών της, δικαιοδοσία που αμφισβητήθηκε ακόμη και όταν η αμερικανικών συμφερόντων εταιρεία Noble Energy έκανε έρευνες στη νότια πλευρά του νησιού. Σαφή υποστήριξη του εγχειρήματος των τριών κρατών της Ανατολικής Μεσογείου έδωσε η πολιτισμική εγγύτητα των λαών τους ως θεμελιωτών του Δυτικού πολιτισμικού προτύπου, την στιγμή που οι τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις και η διάχυτη ανασφάλεια στα γεωπολιτικά υπο-συστήματα της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής συνεισφέρουν στην ενδυνάμωση των τριμερών σχέσεων. Εντούτοις, δεν είναι παρά ο γεωπολιτικός παράγων της ενέργειας, ο οποίος εξασφαλίζει την συνεργατική και συμμαχική δυναμική σε μακροχρόνια βάση [12].
Εις απάντηση των ανωτέρω εξελίξεων, η Τουρκία στράφηκε προς την Ρωσία για την διασφάλιση των επιδιώξεων μετατροπής της σε σημαντική μη ρωσική οδό διαμετακόμισης και πώλησης φυσικού αερίου στις ευρωπαϊκές αγορές και περιφερειακό ενεργειακό κόμβο, πυροδοτώντας δι' αυτού του τρόπου νέα αντιπαράθεση ΗΠΑ-Ρωσίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Παρ' όλο όμως, τον εντυπωσιακό αριθμό συμφωνιών στους τομείς της οικονομίας, της τεχνολογίας, της επιστήμης, του πολιτισμού, της υγείας και του τουρισμού, η Μόσχα δεν έπαψε ποτέ να αξιολογεί την Άγκυρα ως απειλή και ανταγωνιστή των συμφερόντων της στην Κεντρική Ασία και στον Καύκασο.
Ο πόλεμος στο Ιράκ (2003) και η εγκαθίδρυση de facto κουρδικού κρατιδίου εκεί, επηρέασαν σημαντικά τις τουρκο-αμερικανικές σχέσεις και επιτάχυναν την υπογραφή διάφορων ενεργειακών συμφωνιών μεταξύ Άγκυρας και Μόσχας, περιλαμβανόμενου του σχεδίου οικοδόμησης πυρηνικού εργοστασίου. Αυτές απέβλεπαν, αφενός, στην υποστήριξη της μετατροπής της Τουρκίας σε περιφερειακό κόμβο διαμετακόμισης φυσικού αερίου και πετρελαίου, αφετέρου, την διαφοροποίηση από πλευράς Ρωσίας των ενεργειακών μεταφορικών οδών και πιθανής διατήρησης του ρωσικού μονοπωλίου στην διαμετακόμιση φυσικού αερίου από την Ασία στην Ευρώπη.
Η Άγκυρα επέτρεψε στην Μόσχα να χρησιμοποιήσει την θαλάσσια ζώνη της στην Μαύρη θάλασσα προκειμένου να κατασκευάσει τον αγωγό South Stream και να διοχετεύσει ρωσικό και κεντροασιατικό φυσικό αέριο προς την Ευρώπη υπερφαλαγγίζοντας την Ουκρανία. Επίσης, συνεργάσθηκε για την οικοδόμηση του αγωγού πετρελαίου Samsun-Ceyhan. Με τον τρόπο αυτό, υποστήριξε τον στόχο ελέγχου από την Gazprom όλης της οικονομικής αλυσίδας της ευρωπαϊκής αγοράς φυσικού αερίου [13].
Με την συνεργασία της Τουρκίας εξασφαλισμένη, η κύρια ανησυχία της Gazprom για αρκετά χρόνια ήταν η πιθανή είσοδος του Ισραήλ στις αγορές της ΕΕ, καθώς θα υπονόμευε το μερίδιο αγοράς της. Η Μόσχα εξάλλου, ήδη από το 2013, πριν δηλαδή η Αίγυπτος ανακαλύψει το σημαντικό κοίτασμα φυσικού αερίου Zohr (2015), είχε επαναφέρει ισχυρή συνεργασία εμπορικής και στρατιωτικής φύσης με το Κάιρο, το οποίο με την σειρά του υιοθέτησε την ρωσική άποψη περί διευθέτησης της συριακής σύγκρουσης μέσω διατήρησης του συριακού κράτους, περιλαμβανόμενου του καθεστώτος του προέδρου Bashar al-Assad.
Στην πραγματικότητα, κινητήριος δύναμη πίσω από το ρίσκο που πήρε η Μόσχα να ενισχύσει τον Assad, ήταν η 25ους ισχύος συμφωνία της με την Συρία να εξερευνήσει το υποθαλάσσιο «οικόπεδο 2» (Δεκέμβριος 2013), καθώς εκτιμάτο ότι οι ενεργειακές ανακαλύψεις την κοιλάδα της Λεβαντίνης επεκτείνονται στην υποθαλάσσια περιοχή της Συρίας [14]. Στο πλαίσιο αυτής της συμφωνίας, μάλιστα, το Κρεμλίνο φέρεται να επεξεργάζεται σχέδιο μεταφοράς φυσικού αερίου από το κοίτασμα Pars του Ιράν προς τις μεσογειακές ακτές της Συρίας μέσω Ιράκ. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι αντίστοιχη μεταφορά φυσικού αερίου, αυτή την φορά από το Κατάρ μέσω Ιράκ προς τις μεσογειακές ακτές της Τουρκίας και τις αγορές της ΕΕ, επεξεργάζεται ο εταίρος του Κρεμλίνου στον πόλεμο της Συρίας, Τούρκος πρόεδρος Erdogan.
Χάρτης 5. Σχέδια όδευσης φυσικού αερίου Ιράν και Κατάρ προς την Μεσόγειο.
-----------------------------------------------------------------------------------------
Εν παραλλήλω, η Μόσχα, από την απαρχή της συριακής κρίσης, σταδιακά αύξησε τη ναυτική πίεση στην Ανατολική Μεσόγειο, μια ιδιαίτερα ευαίσθητη περιοχή για το ΝΑΤΟ, και τον Αύγουστο του 2013 υπέβαλε αίτημα ενοικίασης του αεροδρομίου «Ανδρέας Παπανδρέου» κοντά στην Πάφο, παρότι ήδη από το 2012 πλοία του ρωσικού ναυτικού εφοδιάζονταν στο κυπριακό λιμάνι της Λεμεσού [15]. Στην πράξη, η Κύπρος ήταν κύριος συντελεστής της πολιτικής του Κρεμλίνου στην περιοχή, έναντι της ρωσικής διακήρυξης της δέσμευσης για την διαφύλαξη της κυριαρχίας και της ουδετερότητας της Κύπρου, υπό τον φόβο στρατιωτικοποίησης της νήσου από φιλο-ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις. Εξάλλου, η Κύπρος διατηρεί στενή αμυντική συνεργασία με την Ρωσία ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1990.
Η τουρκο-ρωσική σύγκρουση σε σχέση με τον πόλεμο στην Συρία συνέβη μεταγενεστέρως, και ιδίως κατά την διάρκεια της εισβολής της Ρωσίας στην ουκρανική χερσόνησο της Κριμαίας (2014), μια κίνηση τακτικής η οποία μετατόπισε την ισορροπία δυνάμεων στην Μαύρη θάλασσα σε βάρος της Τουρκίας, αλλά -και αυτό είναι το σημαντικότερο- άλλαξε το μετα-ψυχροπολεμικό παράδειγμα της ευρωπαϊκής ασφάλειας. Ανεξαρτήτως του πόσο σημαντική είναι η συνεργασία της Άγκυρας, το κίνητρο της Ρωσίας για επέμβαση στον πόλεμο στην Συρία βοηθώντας το καθεστώς Assad να παραμείνει στην εξουσία, είναι πολύ σημαντικό. Η Μόσχα αποσκοπεί να αποπροσανατολίσει την Δύση από τα κύρια συμφέροντα της Ρωσίας στην Ευρώπη, δηλαδή την Ανατολική/Κεντρική Ευρώπη, να διατηρήσει την τοπική δημοφιλία που κέρδισε με την ενσωμάτωση της Κριμαίας, να διαφύγει από την εξωτερική πολιορκία την οποία επέβαλε η Δύση ως συνέπεια αυτής, προσπαθώντας να καθιερωθεί στην νέα παγκόσμια τάξη ως μεγάλη δύναμη, και να ικανοποιήσει τα 20 εκατομμύρια των Μουσουλμάνων πολιτών της καθώς εμφανίζεται βοηθούσα μια μουσουλμανική χώρα [16].
Την προσωρινή χειροτέρευση των ρωσο-τουρκικών σχέσεων κατά την επαύριον της αποτυχημένης υπενθύμισης προς την Μόσχα του κατ' εξοχήν ενδιαφέροντος της Άγκυρας για την βόρεια Συρία και το Ιράκ, ώστε να διατηρήσει τον έλεγχο επί της κουρδικής αλυτρωτικής δραστηριότητας μέσω αντικατάστασης του καθεστώτος Assad με σουνιτική κυβέρνηση φιλική προς τα συμφέροντά της, ακολούθησε η μεσολάβηση των ΗΠΑ στην διαφωνία Άγκυρας-Τελ Αβίβ, αποσκοπώντας στην υπέρ των συμφερόντων της Δύσης αξιοποίηση του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου με την κατασκευή αγωγού από το Ισραήλ προς την Τουρκία. Εν τέλει, η Άγκυρα και το Τελ Αβίβ ομαλοποίησαν τις οξυμένες σχέσεις τους, κυρίως επειδή το Ισραήλ το απασχολεί ο περιορισμός της περιφερειακής επιρροής του Ιράν, και η Άγκυρα διατηρεί αντίθετη στάση από την Τεχεράνη έναντι του εμφύλιου πολέμου στην Συρία.
Η συμφωνία Ισραήλ-Τουρκίας, παρ' όλα αυτά, δεν εμπόδισε την ταχεία αποκατάσταση των τουρκο-ρωσικών σχέσεων το καλοκαίρι του 2016 ώστε να συνεχισθεί η οικοδόμηση του αγωγού φυσικού αερίου Turkish Stream, να διατηρηθεί το ρωσικό συμβόλαιο κατασκευής πυρηνικού σταθμού στην Τουρκία, και να συνεχίσουν να συνεργάζονται στον συριακό πόλεμο. Εν τούτοις, η επαναπροσέγγιση δεν συνιστά στρατηγική συμμαχία, αλλά μάλλον συνεργασία ευκαιρίας, δίνει σε αμφότερες πλευρές δυνατότητα διαπραγμάτευσης με τις ΗΠΑ/ΕΕ για τα ανοικτά ζητήματα όσον αφορά την κρίση στην Ουκρανία, το μεταναστευτικό πρόβλημα που απασχολεί την εσωτερική ασφάλεια της ΕΕ, τις ευρω-τουρκικές σχέσεις και την επαύριον του πολέμου στην Συρία.
Εκείνο που πρέπει να τονισθεί είναι ότι, η ανοχή της Μόσχας έναντι των στρατιωτικών επιχειρήσεων της Τουρκίας στην Συρία από τον Αύγουστο του 2016, η οποία προκαλεί αγανάκτηση στην Ουάσιγκτον καθώς συχνά στρέφεται κατά των Κούρδων συμμάχων των ΗΠΑ και αυξάνει την ένταση περί στρατηγικής φύσης θεμάτων στην σχέση Τουρκίας-ΝΑΤΟ, αποβλέπει στην ενθάρρυνση αποχωρισμού της Άγκυρας από την επιρροή της Δύσης. Βάσει της ίδιας λογικής, η επέκταση από το 2015 της ρωσικής βάσης στην Τartus της Συρίας έθεσε σε σημαντική δοκιμασία το υποστηριζόμενο από τις ΗΠΑ σχέδιο κατασκευής αγωγού φυσικού αερίου Ισραήλ-Τουρκίας, εκβιάζοντας την ενεργειακή αρχιτεκτονική της Ανατολικής Μεσογείου με την προώθηση ρωσικών συμφερόντων αγωγών όπως ο Turkish Stream και η επέκτασή του προς την ΕΕ μέσω Ελλάδος.
Ο σχεδιαζόμενος αγωγός TurkStream -ήδη περαιωθείς κατά το υπό την Μαύρη θάλασσα τμήμα του (1.800 χλμ., 2018)-, προταθείς από την Ρωσία ως αντίβαρο του Νότιου Διαδρόμου Φυσικού Αερίου (SGC), θα επηρεάσει σημαντικά το δεύτερο μέρος ανάπτυξής του (διέλευση επιπλέον ποσοτήτων φυσικού αερίου του Αζερμπαϊτζάν). Η Gazprom σχεδιάζει επιμερισμό της κατασκευής του ΤurkStream σε δύο βραχίονες με μεταφορική δυνατότητα 15,75 δισ. m3/ετησίως έκαστος. Το πρώτο, ουσιαστικώς προβλέπεται να αντικαταστήσει την όδευση μεταφοράς φυσικού αερίου στην Τουρκία, όταν, κατά τα τέλη 2019, θα διακοπεί η λειτουργία του αγωγού Trans-Balkan μέσω Ουκρανίας, Μολδαβίας, Ρουμανίας και Βουλγαρίας, ο οποίος μεταφέρει 12-14 δισ. m3/ετησίως Το δεύτερο τμήμα σχεδιάζεται να τροφοδοτεί Ευρωπαίους καταναλωτές.
Xάρτης 6. Οδεύσεις μεταφοράς φυσικού αερίου Κασπίας και Ανατολικής Μεσογείου προς την Ευρώπη, «Η Καθημερινή», 2018
---------------------------------------------------------------------------------------
Επιπλέον, περί τα τέλη του 2017, η Gazprom συμφώνησε πιθανή κατασκευή: 1. Νότιας όδευσης προς Ιταλία μέσω Ελλάδος -ονομασθείσας «GreekStream»-, αναβίωση του διασυνδετηρίου αγωγού Interconnector Turkey-Greece-Italy (ITGI/Poseidon project), και 2. Βόρειας όδευσης, στα ίχνη του αποτυχόντος σχεδίου «South Stream», μέσω Σερβίας και Ουγγαρίας, με κατάληξη είτε τον σταθμό διαχείρισης Tarvisio στην βόρεια Ιταλία, είτε τον κόμβο Baumgarten στην Αυστρία. Παρόλη την θετική στάση της ελληνικής κυβέρνησης, αυτές οι συμφωνίες αποτελούν μάλλον αρχικά μνημόνια συνεργασίας παρά τελικές επενδυτικές αποφάσεις.
Ανεξαρτήτως πάντως της προόδου του δεύτερου βραχίονα του αγωγού TurkishStream για τον εφοδιασμό με ρωσικό φυσικό αέριο των αγορών των Βαλκανίων και της ΕΕ, με την ολοκλήρωση του πρώτου (2019), και την σχεδόν ταυτόχρονη περαίωση κατασκευής του δεύτερου, παράλληλου προς τον πρώτο, υποθαλάσσιου αγωγού NordStream 2, απευθείας ζεύξης της ρωσικής ακτής της Βαλτικής θάλασσας με την ακτή της Γερμανίας -με παράκαμψη τόσο των Βαλτικών χωρών όσο και της Πολωνίας-, το 80% με 85% του διερχόμενου μέσω της Ουκρανίας ρωσικού φυσικού αερίου θα διέρχεται από αλλού. Ή άλλως 12-13 δισ. m3/ετησίως φυσικού αερίου δεν θα προσκομίζουν διαμετακομιστικά τέλη στο ουκρανικό κράτος. Αυτή είναι μια αξιοπρόσεκτη επιτυχία της Ρωσίας και του προέδρου Putin αναμφιβόλως, σε συνέχεια της φιλοδυτικής μεταστροφής της Ουκρανίας του EuroMaidan (2014).
Χάρτης 7. Αγωγός NordStream 1 και σχέδιο αγωγού NordStream 2.
---------------------------------------------------------------------------------
Η ΑΝΑΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΡΡΟΗΣ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ ΣΕ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ ΒΑΛΚΑΝΙΑ
Στην πραγματικότητα, η όδευση φυσικού αερίου προς τις αγορές είναι αποτέλεσμα επιμερισμού ισχύος στα εξής υποσυστήματα: 1. Κεντρο-δυτικά Βαλκάνια (Βόρεια Μακεδονία, Κόσοβο, Βοσνία Ερζεγοβίνη και Αλβανία), 2. Θράκη-Αιγαίο, και 3. Δωδεκάνησα-Κύπρος, με το πρόβλημα αυτοδιάθεσης των Κούρδων να λειτουργεί ως γεωπολιτικός παράγων γενεσιουργός έντονου ανταγωνισμού μεταξύ των εξής διεθνών πόλων ισχύος: α) ΗΠΑ/ΕΕ (Γερμανία και Γαλλία) και Ρωσία για τον έλεγχο της Μέσης Ανατολής και των κεντρο-δυτικών Βαλκανίων, και β) Ένας εσωτερικός ανταγωνισμός μεταξύ των Δυτικών πόλων ΗΠΑ-Γερμανίας και Γαλλίας-Γερμανίας για των έλεγχο των κεντρο-δυτικών Βαλκανίων.
Χάρτης 8. Τερματικός σταθμός υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) Αλεξανδρούπολης σε συνδυασμό με υπάρχοντες και υπό κατασκευή αγωγούς Νοτιο-ανατολικής Ευρώπης, GasTrade, 2018.
---------------------------------------------------------------------------------------
Η Ουάσιγκτον επιθυμεί την ένταξη στο ΝΑΤΟ των προαναφερθέντων κρατών των κεντρο-δυτικών Βαλκανίων (Βόρεια Μακεδονία, Κόσοβο, Σερβία, Βοσνία Ερζεγοβίνη) σε στενή συνεργασία με την Γαλλία και την Γερμανία, ώστε να ελέγξει την επιρροή της Ρωσίας η οποία επεκτείνεται μέχρι την Μεσόγειο. Οι ΗΠΑ, πρακτικώς είναι αδιάφορες για την μορφή λύσης στο πρόβλημα Βόρειας Μακεδονίας-Ελλάδος περί του ονόματος/ταυτότητας. Αντιθέτως, ενδιαφέρει σοβαρώς την Γερμανία, ενώ η Ρωσία και η Τουρκία δεν επιθυμούν λύση του προβλήματος που ανάγεται με την παρούσα μορφή του από τα τέλη της δεκαετίας 1990, ενώ ως γεωπολιτικό ζήτημα ανατρέχει στον 19ο αιώνα.
Οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται για την απόσπαση των κεντρο-δυτικών Βαλκανίων από την επιρροή, αφενός, της Ρωσίας, αφετέρου, της Τουρκίας, μέσω των σλαβικών και μουσουλμανικών πληθυσμών αυτών των κρατών αντιστοίχως. Επιθυμούν να το πράξουν μέσω της διοχέτευσης σε αυτές τις χώρες δικού της υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) μετά την επαναέρωσή του στις διευρυνθείσες εγκαταστάσεις της Ρεβυθούσας (κατασκευάσθηκε τρίτη αποθήκη LNG, 95 τρισ. m3, που αυξάνει την συνολική αποθηκευτική ικανότητα στα 225 τρισ. m3), και τις υπό κατασκευή αντίστοιχες στην Καβάλα (τερματικό υγροποιημένου φυσικού αερίου Aegean LNG, Floating Storage Regasification Unit, FSRU) και στην Αλεξανδρούπολη. Ειδικώς, ο τερματικός σταθμός υγροποιημένου φυσικού αερίου Αλεξανδρούπολης, περιλαμβανόμενος στον κατάλογο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως Σχέδιο Κοινού Ενδιαφέροντος (PCI), θεωρείται κρίσιμος για την παροχέτευση υγροποιημένου φυσικού αερίου των ΗΠΑ στον Κάθετο Διάδρομο (Vertical Corridor) μέσω βόρειας Ελλάδας.
Από την ευόδωση αυτών των υποδομών εξαρτάται η υλοποίηση του αμερικανικής εμπνεύσεως σχεδίου πώλησης σχιστολιθικού LNG παραγωγής ΗΠΑ μέσω του σχεδιαζόμενου, αλλά ήδη αποφασισθέντος, Διασυνδετήριου αγωγού Ελλάδος-Βουλγαρίας (IGB, 182 χιλ., 3-5 δισ. m3/ετησίως), του Διαδριατικού αγωγού (IAP), και του Διασυνδετήριου αγωγού Ελλάς-Βόρεια Μακεδονία(περίπου 50 χιλιομέτρων), διευρύνοντας τις προοπτικές του Νότιου Διαδρόμου φυσικού αερίου (SGC, 45 δισ. δολαρίων) μέσω διασυνοριακής αλληλοσύνδεσης εθνικών δικτύων κρατών-μελών της ΕΕ στην κεντρο-ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, και μέσω συνεργασίας συμβληθέντων στην Ενεργειακή Κοινότητα (Energy Community) μη κρατών-μελών της ΕΕ της ίδιας περιοχής (σύστημα προσαρμογής αυτών την κρατών στο ευρωπαϊκό κεκτημένο σε επίπεδο ενέργειας).
Οι προαναφερθείσες χώρες είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένες σε πιθανή διακοπή τροφοδοσίας με ρωσικό φυσικό αέριο όπως συνέβη το 2006 και το 2009. Μέσω του Βαλκανικού αγωγού και διαμέσου Ουκρανίας, Μολδαβίας, Ρουμανίας και Βουλγαρίας τροφοδοτείται, μέχρι διακοπής το 2020, η Τουρκία αλλά και η χώρα μας. Το σύνολο αυτών των κρατών πάσχουν από ανύπαρκτη ή υποδιερευνηθείσα δυνατότητα παραγωγής, περιορισμένη αποθηκευτική δυνατότητα και απουσία αγωγών διπλής κατεύθυνσης οι οποίοι θα μπορούσαν να παράσχουν σημεία εισαγωγής εναλλακτικών ποσοτήτων φυσικού αερίου.
Η υπερεξάρτησή τους από το φυσικό αέριο της Ρωσίας, παρέχει ισχυρό πρόσχημα στις ΗΠΑ και πολιτική βούληση στην ΕΕ για την εισαγωγή του ακριβότερου από το ρωσικό, αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στο πλαίσιο της εξελισσόμενης γεωπολιτικής διαπάλης. Το σχέδιο ΗΠΑ/ΕΕ περιλαμβάνει δίκτυο κάθετων (βορράς-νότος) και οριζόντιων (ανατολή-δύση) διασυνδετήριων αγωγών και τερματικές εγκαταστάσεις LNG, όλων στενά συνδεδεμένων με το δίκτυο του SGC και ειδικότερα με τον λίαν προσεχώς ολοκληρωμένο αγωγό TAP (878 χιλ., μεταφορική δυνατότητα αρχικώς 10 δισ. m3/ετησίως και σε δεύτερη φάση άλλων 10 δισ. m3/ετ.).
Τα κράτη-μέλη της ΕΕ, Ελλάς, Βουλγαρία και Ρουμανία, υπέγραψαν διακήρυξη υποστήριξης προς το σχέδιο Κάθετος Διάδρομος (Vertical Corridor, 2014). Αυτό περιλαμβάνει: Τον Διασυνδετήριο αγωγό Βουλγαρίας-Ρουμανίας (IBR, 25 χιλ., 24 εκατ. ευρώ εκ των οποίων τα 9 εκατ. δίδονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή), τον Διασυνδετήριο αγωγό Ρουμανία-Ουγγαρία (IRH), τον ανάστροφης ροής Διασυνδετήριο αγωγό Βουλγαρία-Σερβία (IBS, 150 χιλιομέτρων, σημαντικού λόγω της κατά 30% αύξησης εισαγωγής στην Σερβία φυσικού αερίου από την Gazprom-2017), τον Διασυνδετήριο αγωγό Βουλγαρία-Βόρεια Μακεδονία τον Διασυνδετήριο αγωγό Ρουμανία-Μολδαβία-Ουκρανία (IRMU), τον αγωγό BRUA (Βουλγαρία-Ρουμανία-Ουγγαρία-Αυστρία) και τον Διασυνδετήριο αγωγό Ιονίου Αδριατικής (IAP) των δυτικών Βαλκανίων (Αλβανία-Μαυροβούνιο-Βοσνία Ερζεγοβίνη-Κροατία). Στην Κροατία, μάλιστα, προβλέπεται η εισαγωγή αμερικανικού LNG μέσω σταθμού επαναεριοποίησης.
Τα έργα αυτά είναι ήδη ενταγμένα στην ευρωπαϊκή κατηγορία των Σχεδίων Κοινού Ενδιαφέροντος (PCI) και αξιολογούνται ως απαραίτητα για την ενσωμάτωση των περιφερειακών αγορών φυσικού αερίου στο πλαίσιο της συνεργασίας «Διασύνδεση Κεντρικής και Νοτιο-ανατολικής Ευρώπης» (CESEC). Παρότι, το αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο, λόγω ανάγκης επαναεριοποίησης είναι ακριβότερο για τους ανατολικοευρωπαϊκούς και βαλκάνιους λαούς (7 δολάρια/MMBtu έναντι 4 δολάρια/MMBtu του ρωσικού φυσικού αερίου), εκτιμάται ότι λόγω της παρουσίας εταιρειών των ΗΠΑ στην Κεντρική Ευρώπη, η Gazprom θα επανεκτιμήσει την τιμολογιακή της πολιτική.
Η εισαγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου των ΗΠΑ στην Κεντρική/Ανατολική Ευρώπη, σε συνδυασμό με προμήθεια φυσικού αερίου της Κασπίας μέσω του Νότιου Διαδρόμου (SGC), επιτρέπει σε αυτά τα κράτη-μέλη της ΕΕ και τα συμβληθέντα μέσω της Ενεργειακής Κοινότητας (Energy Community), να προσαρμοσθούν στον στόχο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ενεργειακή Ένωση (Energy Union) όπου κάθε κράτος πρέπει να έχει πρόσβαση σε τουλάχιστον τρεις διαφορετικές πηγές ενέργειας.
ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ
Η Ελλάδα θέτει τις αναγκαίες βάσεις ανάδειξής της σε περιφερειακό ενεργειακό κόμβο για τα κράτη της άμεσης γειτονίας της, μέσω της διασύνδεσής της με την Τουρκία (TAP, ITGI, TurkishStream), με την Βουλγαρία (IGB) και, εφόσον καμφθούν οι προκλήσεις πολιτικής και ασφάλειας, με τα κράτη Ισραήλ, Αίγυπτος, Κύπρος, Ιταλία, ίσως και Λίβανος, μέσω του αγωγού EastMed. Επίσης, πέραν της κατασκευής υποδομών υποδοχής LNG, προωθεί την εξερεύνηση υποθαλάσσιων κοιτασμάτων στην Κρήτη και το Ιόνιο. Ανεξαρτήτως του εάν η Τουρκία και η Βουλγαρία θα προχωρήσουν σε στρατηγική συνεργασία με την Ελλάδα προς όφελος του ευρωπαϊκού στόχου διαφοροποίησης των πηγών ενέργειας, εκτιμάται ότι ο συνδυασμός αυτός ενέργειας από την Κασπία (Αζερμπαϊτζάν) και υγροποιημένου φυσικού αερίου των ΗΠΑ είναι ικανός να διευρύνει το πλαίσιο ενεργειακής ασφάλειας για την Ευρώπη, ειδικώς στα μέρη της ηπείρου με σχεδόν αποκλειστική εξάρτηση από έναν πάροχο, δηλαδή την Ρωσία [17].
Αξίζει να σημειωθεί ότι αντίστοιχες φιλοδοξίες με αυτές της Ελλάδος διατηρεί η Βουλγαρία, η οποία με την περαίωση του υποθαλάσσιου τμήματος του αγωγού TurkStream, φιλοδοξεί να χρησιμοποιήσει σε ανάστροφη ροή των Διαβαλκανικό αγωγό μεταφοράς φυσικού αερίου της Ρωσίας (Trans-Balkan) -προφανώς μετά την διακοπή της χρήσης του για την μεταφορά ρωσικού φυσικού αερίου μέσω Ουκρανίας (τέλη 2020)- για να μεταφέρει ρωσικό αέριο στην Σερβία και στην Κεντρική Ευρώπη μέσω του δεύτερου τμήματος του αγωγού TurkStream από το κοινό της σύνορο με την Τουρκία. Η Σόφια διατείνεται ότι ο ονομαζόμενος «Βαλκανικός κόμβος» θα διαμετακομίζει και θα εμπορεύεται επίσης φυσικό αέριο του Αζερμπαϊτζάν μέσω του Νότιου Διαδρόμου (SGC), και πιθανώς υγροποιημένο φυσικό αέριο. Έχει εξασφαλίσει όμως μόνο 1 δισ. m3/ετ. φυσικού αερίου του Αζερμπαϊτζάν από το 2020, ενώ ο Διασυνδετήριος αγωγός Ελλάδα-Βουλγαρία (IGB) δεν ακολουθεί τα χρονοδιάγραμμα κατασκευής του.
Η Ρωσία εκμεταλλευόμενη τον προφανή φόβο της Βουλγαρίας περί απώλειας ενεργειακής ασφάλειας και προκειμένου η αντισυμβαλλόμενη της Gazprom, η Bulgartranzgaz, να μη διεκδικήσει αποζημίωση λόγω της διακοπής ροής του φυσικού αερίου μέσω της Ουκρανίας, δελεάζει την Σόφια με κατ' ουσία αναγέννηση του ακυρωθέντος τον Δεκέμβριο του 2014 σχεδιαζόμενου τότε αγωγού «South Stream», μέσω του δεύτερου τμήματος του TurkStream, προς Σερβία, Ουγγαρία, Σλοβακία και Αυστρία. Όμως, η διατιθέμενη ποσότητα φυσικού αερίου από την Gazprom γι' αυτόν τον σκοπό είναι τέσσερις φορές μικρότερη εκείνης του South Stream (15,75 δισ. m3/ετησίως). Περαιτέρω, η Βουλγαρία, αποτυχούσα να ολοκληρώσει την ανάστροφη σύνδεσή της με την Ελλάδα και την Τουρκία, και στερούμενη κατάλληλων αποθηκευτικών χώρων φυσικού αερίου, διακινδυνεύει να ευρεθεί σε δύσκολη θέση σε περίπτωση μακροχρόνιας διακοπής ροής του ρωσικού αερίου.
Τέλος, αξίζει μνείας το γεγονός ότι ο Νότιος Διάδρομος φυσικού αερίου (SGC) και συνεπώς ο αγωγός ΤAP και οι λοιπές υποδομές, πιθανώς να έχουν την δυνατότητα προμήθειας στην κεντρο-ανατολική Ευρώπη και την Βαλκανική χερσόνησο, πέραν της αζερικής παροχής φυσικού αερίου, και με αέριο από το Τουρκμενιστάν και ίσως το Καζακστάν μέσω του Διακασπιακού αγωγού (Trans-Caspian Gas Pipeline, μήκους 300 χιλιομέτρων με ικανότητα μεταφοράς 30-40 δισ. m3), χάρη στην συμφωνία των παρακάσπιων κρατών (Aktau, 11.08.2018). Συναφώς, εκτιμάται ότι ο SGC, σύστημα αγωγών καίριας σημασίας για την ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ, θα καταστεί οικονομικώς βιώσιμος και χάρις στα τεράστια αποθέματα φυσικού αερίου του Τουρκμενιστάν σε συνδυασμό με εκείνα του κοιτάσματος Shah Deniz II του Αζερμπαϊτζάν. Μετά την σοβαρή ρωσο-ουκρανική κρίση του 2009, η ΕΕ μεσολαβεί για την επίλυση του συνοριακού προβλήματος Αζερμπαϊτζάν-Τουρκμενιστάν στα ύδατα της Κασπίας θάλασσας, δεδομένου ότι, αν δεν προχωρήσει το σχέδιο αγωγού TCP, η Κίνα εποφθαλμιά μεγαλύτερο μερίδιο του τουρκμενικού φυσικού αερίου.
Πάντως, η Ρωσία, τελικώς, απέσυρε τις επιφυλάξεις της για την κατασκευή του αγωγού TPC, υπό τον ρητό όρο αποκλεισμού δυνάμεων μη παρακάσπιων κρατών για την ασφάλεια της Κασπίας, θέτοντας δι' αυτού του τρόπου τέλος στις βλέψεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ για την δημιουργία στρατιωτικών βάσεων ή κοινών ασκήσεων μέσω της στενής συνεργασίας με το Αζερμπαϊτζάν. Σημειωτέον ότι, όπως υποστήριξε η ρωσική εφημερίδα Pravda (www.pravda.ru, 21.02.2018), και δεδομένου του ισχυρού ενδιαφέροντος της Γερμανίας να εξασφαλίσει η Ευρώπη εναλλακτικούς της Ρωσίας παρόχους φυσικού αερίου, η ΕΕ και η Ρωσία προέβησαν σε μια αμοιβαία επωφελή συναλλαγή: Η ΕΕ απέσυρε την ανοικτή αντίθεσή της στην κατασκευή του δεύτερου αγωγού «Βόρειο Ρεύμα» (NordStream 2), και η Ρωσία απέσυρε αντιστοίχως τις επιφυλάξεις της έναντι του Διακασπιακού αγωγού (TCP).
Η ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΘΑΛΑΣΣΩΝ
Ο παρών σοβαρός ανταγωνισμός ΗΠΑ-Ρωσίας για τον έλεγχο της Κεντρικής/Ανατολικής Ευρώπης, ανάγεται ήδη στην περίοδο του Μεσοπολέμου, όταν ο Πολωνός Jozef Pilsudski οραματίσθηκε την έννοια του Intermarium, δηλαδή την συγκρότηση ομάδας κρατών μεταξύ Γερμανίας και Ρωσίας προορισμένων να λειτουργούν ως «cordon sanitaire» μεταξύ των δύο δυνάμεων. Η σημερινή απόδοση αυτής της ιδέας συντελείται με την οργάνωση The Three Seas Initiative (TSI), την βάση μιας από τις σοβαρότερες στρατηγικές απειλές που η Ρωσία θα αντιμετωπίσει στον δυτικό της βραχίονα κατά τα προσεχή έτη, εφόσον τα συμμετέχοντα 12 κράτη εμβαθύνουν την ενσωμάτωσή τους και συνεργασθούν με τις ΗΠΑ κατά της προσέγγισης Ρωσίας-Γερμανίας. Η αμερικανική υπό τον πρόεδρο Trump κυβέρνηση, υποστηρίζει την αντικατάσταση της «Παλαιάς Ευρώπης» στον οικονομικό, ενεργειακό, στρατιωτικό, πολιτικό και στρατηγικό τομέα με εφαρμογή της πολιτικής των ΗΠΑ, δηλαδή να δοκιμασθεί η ηγεμονία της Γερμανίας και να μετατραπεί η Ενωμένη Ευρώπη σε ένα σύνολο εθνών-κρατών προσηλωμένων στην έννοια της κρατικής κυριαρχίας.
Χάρτης 9. Πρωτοβουλία Τριών Θαλασσών (TSI).
---------------------------------------------------------------------------------------
Η οργάνωση TSI είναι στην πραγματικότητα μια ενσωμάτωση περισσότερων ιστορικών υπο-ομάδων της Κεντρικής/Ανατολικής Ευρώπης, προκειμένου να ασκήσουν με καλύτερες προοπτικές πίεση προς τους ισχυρούς θεσμικούς ηγέτες της ΕΕ, ώστε να προωθήσουν τα δικά τους εθνικά συμφέροντα σε «εσωτερικά» ζητήματα της Ένωσης, όπως η μεταναστευτική κρίση και η ενδυνάμωση της εθνικής κυριαρχίας γενικώς. Όμως, στα «εξωτερικά» ζητήματα της ΕΕ, όπως η ενεργειακή ασφάλεια και στρατιωτικά ζητήματα, τα μέλη του TSI διαφέρουν, γεγονός που επιτρέπει στις ΗΠΑ και στην Ρωσία να οικοδομούν τις δικές τους σφαίρες επιρροής μέσα στην οργάνωση.
Επί παραδείγματι, η Πολωνία και οι Βαλτικές δημοκρατίες, καθώς για ιστορικούς λόγους αντιπαθούν την Ρωσία, τίθενται υπέρ της διευρυμένης παρουσίας του ΝΑΤΟ στα ανατολικά σύνορά τους. Επιπλέον, ακολουθούν τον αμερικανικής έμπνευσης πόλεμο πληροφοριών ότι οι αγωγοί φυσικού αερίου NordStream συνιστούν σύγχρονη εκδοχή του «Συμφώνου Ribbentrop-Molotov», οδηγούμενες σε προτίμηση του ακριβότερου υγροποιημένου φυσικού αερίου από την εξάρτησή τους από το εγγύς ευρισκόμενο ρωσικό αέριο. Η υπο-ομάδα της Κεντρικής Ευρώπης (Αυστρία, Ουγγαρία, Κροατία, Σλοβενία) ακολουθεί πραγματιστική στάση έναντι της Ρωσίας, ενώ από αυτή της Μαύρης θάλασσας, η Ρουμανία είναι επιφυλακτική για τις ρωσικές προθέσεις και φιλο-αμερικανική, και η Βουλγαρία επιθυμεί την αναβίωση του ρωσικού σχεδίου αγωγού South Stream ως «Bulgarian Stream». Η διάσπαση αυτή της ενδο-ευρωπαϊκής οργάνωσης λειτουργεί σαφώς υπέρ των συμφερόντων της Ρωσίας.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ
Η Ρωσία χρησιμοποίησε το κουρδικό και αρμενικό «χαρτί» εναντίον της Τουρκίας από το 1890, αν όχι και πιο πριν. Παρ' όλα αυτά, χάρις στην ικανότητά της να είναι ταυτοχρόνως χορηγός του κουρδικού αναθεωρητισμού και βασικός προμηθευτής ενέργειας για την Τουρκία -γεγονός που της χαρίζει εξαιρετική δημοφιλία στα κουρδικά κινήματα στο Ιράκ και στην ίδια την Τουρκία, όπως και λόγω της επέμβασής της στην Συρία-, υποχρεώνει την Άγκυρα σε συνεργασία [18]. Και καθ' όσον ο πόλεμος στην Συρία, για τα τουρκικά όμματα, συνιστά δοκιμασία υποστήριξης της Δύσης προς την ασφάλεια και διεθνή υπόσταση της Τουρκίας, και η Δύση -κατά την άποψή της- επανειλημμένως την απογοήτευσε στον τομέα αυτό, η Άγκυρα ρέπει προς την Ρωσία λόγω κάμψης των σχέσεων με τις ΗΠΑ.
Με τον τρόπο αυτό, η Ρωσία αποκτά την ιστορικών διαστάσεων στρατηγική ευκαιρία διάσπασης του «Αναχωματικού Δακτυλίου» (Rimland), ύστατο γεωστρατηγικό στόχο των Ηνωμένων Πολιτειών και του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ). Η Τουρκία, με την σειρά της, εκβιάζει το ΝΑΤΟ, δελεάζοντας τις μουσουλμανικές κοινωνίες των κεντρο-δυτικών Βαλκανίων, δοκιμάζοντας την ασφάλεια και οικονομία της περιοχής Θράκη-Αιγαίο-Δωδεκάνησα-Κύπρος (εκμεταλλευόμενη την μεταναστευτική κρίση και αμφισβητώντας τις θαλάσσιες ζώνες) -όλα σημεία ζωτικής σημασίας για τις ΗΠΑ-, ώστε να πλήξει το βαλκανικό μέρος του Rimland που στρέφεται εναντίον της [19].
Γράφει ο Θ. Μαρκέτος.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
[1]. A. Stergiou, 'Russia's Energy and Defense Strategy in the Eastern Mediterranean', Economics World, Mar.-Apr. 2017, Vol. 5, No. 2, σελ. 102
[2]. E.C. Spykman, The Geography of Peace', 1944
[3]. Alexander Sotnichenko, Ρώσος πρώην διπλωμάτης στο Ισραήλ και νυν αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης, Σχολή Διεθνών Σχέσεων, προσωπική επικοινωνία με τον Ανδρέα Στεργίου, Ιερουσαλήμ, Ιούλιος 2013.
[4]. Stephen Blank, 'Russia in the Middle East', Th. Karsik-St. Blank (Ed.), Russia's Middle Eastern Position in 2025, The Jamestown Foundation, 2018, σελ. 2
[5]. Pavel K. Baev και Kemal Kirisci, 'An Ambiguous Partnership: The Serpentine Trajectory of Turkish-Russian Relations in the era of Erdogan and Putin', Turkish Policy Project Paper No. 13, https://www.brookings.edu/wp-content/uploads/2017/09/pavel-and-kirisci-t..., 2017.
[6]. Stephen Blank, ibid, σελ. 12
[7]. ibid, σελ. 12
[8]. ibid, σελ. 13
[9]. Stephen Blank, 'The Black Sea and Beyond', Proceedings of the US Naval Institute,
Οκτώβριος 2015, σελ. 36-41
[10]. Stephen Blank, 'Russia in the Middle East', σελ. 12
[11]. Francesco Angelone, 'Putin's Geopolitical Strategy in the Mediterranean', 04.05.2016
[12]. I. Mazis-I. Sotiropoulos, 'The role of Energy as a Geopolitical Factor for the Consolidation of Greek-Israel Relations', Regional Science Inquiry, Vol VIII, (2), Special Issue 2016, σελ. 28
[13]. A. Stergiou, ibid, σελ. 105
[14]. ibid, σελ. 112
[16]. John Roberts (Senior Fellow, 'Atlantic Council'), 'The Turkish Factor', Conference: 'The Future of Eastern Mediterranean Gas', PRIO Cyprus Center, 21.11.2016.
[17]. 'Role of the US and Caspian Natural Gas Exports for European Energy Security and Diversion', CPC Special Brief, Caspian Policy Center (www.caspianpolicy.org), Washington DC, 25.10.2017, σελ. 6.
[18]. Stephen Blank, 'Russia in the Middle East', σελ. 10
[19]. 'Overview of oil and natural gas in the Eastern Mediterranean region', Energy International Organization, August 2013.
0 comments: