Η εξουσία γενικά φθείρει και διαφθείρει. Χειρότερη απ’ όλες η απολυταρχική εξουσία και ιδιαίτερα η βασιλική, σε παλιότερες εποχές, ήταν εστία διαφθοράς και ηθικής καταπτώσεως. Υπάρχουν όμως και οι εξαιρέσεις.
Γράφει ο Άγγελος-Ευάγγελος Φ. Γιαννόπουλος και ο Λάμπρος Κ. Σκόντζος Θεολόγος-Συντακτική ομάδα του Arisvinews
Στην Χριστιανική Ρωμανία, οι αυτοκρατορικοί οίκοι ανάδειξαν, πέρα από την όποια κατάπτωση και μια πληθώρα αγίων ανάκτων, ανδρών και γυναικών, οι οποίοι λαμπρύνουν το αγιολογικό στερέωμα της Εκκλησία μας. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η αγία Ευδοκία, η αυτοκράτειρα και φιλόσοφος, η οποία προσέφερε πολύτιμες υπηρεσίες στο κράτος, την Εκκλησία και τον πολιτισμό.
Γεννήθηκε το 401 στην Αθήνα και ήταν κόρη του ονομαστού φιλοσόφου και καθηγητή της ρητορικής, Λεοντίου. Το αρχικό όνομά της ήταν Αθηναΐς. Τόσο ο πατέρας της, όσο και η ίδια ήταν εθνική στο θρήσκευμα (ειδωλολάτρισσα). Ο πατέρας της φρόντισε να της δώσει αξιόλογη μόρφωση και παιδεία. Σπούδασε φιλοσοφία και φιλολογία. Ιδιαίτερα μελέτησε τον Όμηρο, τον Λυσία και τον Δημοσθένη. Σπούδασε επίσης αστρονομία και γεωμετρία. Κυρίως ασχολήθηκε με την νεοπλατωνική φιλοσοφία, η οποία μεσουρανούσε την εποχή εκείνη. Η ίδια ήταν στολισμένη με ευγένεια αισθημάτων και ψυχικό μεγαλείο. Επίσης διέθετε επίσης σπάνια σωματική ομορφιά.
Όταν έγινε 20 ετών, πέθανε ο πατέρας της και τότε τα αδέλφια της προσπάθησαν να της αρπάξουν το μερίδιό της από την μεγάλη πατρική τους περιουσία. Φαίνεται πως δεν μπόρεσε να δικαιωθεί από τα αθηναϊκά δικαστήρια και γι’ αυτό κατέφυγε στη Βασιλεύουσα, περί το 420 ή το 421. Ζήτησε ακρόαση από την Αυγούστα Πουλχερία (μετέπειτα αγία της Εκκλησίας μας), η οποία επιτρόπευσε τον ανήλικο αδελφό της Θεοδόσιο Β΄ (408-450). Η καλοσυνάτη και ταπεινή βασίλισσα δέχτηκε την Αθηναΐδα και άκουσε το πρόβλημά της και της υποσχέθηκε λύση.
Αλλά την εποχή εκείνη η Πουλχερία αναζητούσε την κατάλληλη σύζυγο για τον αδελφό της. Διείδε στο πρόσωπο της ωραιότατης, ευφυούς και καλλιεργημένης Αθηναΐδας την ιδανική σύζυγο για το Θεοδόσιο και μια ικανή βασίλισσα για το κράτος. Της πρότεινε και εκείνη δέχτηκε. Αλλά υπήρχε ένα σοβαρό εμπόδιο, έπρεπε να βαπτισθεί και να γίνει χριστιανή.
Η Αθηναΐδα δέχτηκε, κατηχήθηκε και βαπτίστηκε, παίρνοντας το όνομα Ευδοκία. Το 421 έγινε ο γάμος της με το Θεοδόσιο και ένα χρόνο αργότερα, το 422 ονομάστηκε Αυγούστα, αφού γέννησε την πρώτης κόρη την Ευδοξία.
Όπως είναι γνωστό από την ιστορία, ο Θεοδόσιος είχε περιορισμένες διοικητικές ικανότητες και ασθενή χαρακτήρα. Έτσι, στην ουσία, την εξουσία είχαν στα χέρια τους οι δυναμικές γυναίκες, η αδελφή του Πουλχερία και η σύζυγός του Ευδοκία. Η μεν Πουλχερία είχε επωμισθεί με τα διοικητικά, η δε Ευδοξία με τα πνευματικά.
Η Ευδοκία ήταν φορέας της ελληνικής παιδείας και του πολιτισμού. Σκέφτηκε λοιπόν να μεταλαμπαδεύσει τον ελληνικό πολιτισμό και τα γράμματα από την Αθήνα στην Κωνσταντινούπολη, το κέντρο του τότε κόσμου. Να αναδείξει την Ελληνική γλώσσα ως επίσημη γλώσσα της διοίκησης, της παιδείας και της δικαιοσύνης. Να ιδρύσει εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπου θα διδάσκονται οι επιστήμες και θα καλλιεργείται η φιλοσοφία και οι καλές τέχνες. Άλλωστε η ευφυής εκείνη γυναίκα έβλεπε πως η άλλοτε λαμπρά κοιτίδα του πολιτισμού και της παιδείας, η Αθήνα παρήκμαζε ραγδαία και έπρεπε η πολιτισμική της κληρονομία να μεταφερθεί αλλού, στο κέντρο της απέραντης αυτοκρατορίας, στην Βασιλεύουσα, όπου θα είχε, και όπως είχε, την αρωγή του κράτους.
Έτσι στα 425 ίδρυσε στην Κωνσταντινούπολη το περίφημο Πανδιδακτήριο, όπου διδάσκονταν όλες οι επιστήμες της εποχής. Καθιερώθηκε η Ελληνική γλώσσα, ως γλώσσα διδασκαλίας και χωρίστηκε το πρόγραμμα σπουδών σε δεκαπέντε έδρες για την σπουδή της ελληνικής γλώσσας και φιλολογίας, δεκατρείς για την σπουδή της λατινικής γλώσσας και φιλολογίας και μια έδρα φιλοσοφίας. Είναι το πρώτο πανεπιστήμιο της ιστορίας στον κόσμο.
Επίσης κατόρθωσε και παραμέρισε την λατινική γλώσσα και προώθησε την ελληνική στη δικαιοσύνη. Ακόμα προώθησε την ελληνική και στη διοίκηση. Στις μέρες της άρχισαν να καταγράφονται οι νομικές διατάξεις στα ελληνικά, όπως και οι πράξεις της διοίκησης.
Η πρώην παγανίστρια Ευδοκία είδε τη μεγάλη αξία της χριστιανικής πίστεως, συγκρίνοντάς την με την παχυλή ειδωλολατρία, η οποία ακόμη είχε κάποιες αντιστάσεις, λίγο πριν την πλήρη κατάρρευσή της. Γι’ αυτό και υποστήριξε την Εκκλησία στο ιεραποστολικό της έργο. Η ίδια ζούσε με πίστη και ευλάβεια και δεν την άγγιξε η διαφθορά των παλατιανών.
Το 437 πάντρεψε την κόρη της Ευδοξία με τον αυτοκράτορα της Δύσεως Ουαλεντιανό Γ΄ (419-455).
Κατόπιν αποφάσισε να πραγματοποιήσει το όνειρό της, να πάει στου Αγίους Τόπους να προσκυνήσει τα εκεί Ιερά Προσκυνήματα. Έμεινε δύο χρόνια, προσευχόμενη και κτίζοντας και ανακαινίζοντας σπουδαία έργα. Το 439, επιστρέφοντας, πέρασε από την Αντιόχεια, όπου εξέφρασε την περηφάνια της για την ελληνική της καταγωγή. Μάλιστα έπεισε τον αυτοκράτορα να ανεγείρει διάφορα κοινωφελή έργα στη μεγάλη πόλη.
Στα τέλη του 439 επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη. Με δική της πρωτοβουλία ανέβηκε στο αξίωμα του υπάρχου ο έπαρχος Κύρος. Αυτό όμως δεν άρεσε στον αντίζηλό του ευνούχο Χρυσάφιο. Ο πανούργος αυτός άνθρωπος έπεισε και έστρεψε το Θεοδόσιο ενάντια στην Ευδοκία. Για να διαρρήξει τις σχέσεις της με το Θεοδόσιο, την συκοφάντησε ότι δήθεν διατηρούσε ερωτική σχέση με τον παλατιανό αξιωματούχο Παυλίνο. Δυστυχώς ο Θεοδόσιος πίστεψε τις συκοφαντίες, διέταξε τη θανάτωση του Παυλίνου και έριξε σε δυσμένεια την Ευδοκία. Επίσης στράφηκε εναντίον της και η Πουλχερία.
Μετά από αυτή την κατάσταση, κατάλαβε ότι η παραμονή της στην Βασιλεύουσα ήταν αδύνατη. Γι’ αυτό, το 443, αποφάσισε να φύγει και πάλι για τους Αγίους Τόπους. Παρέμεινε εκεί ως το θάνατό της. Δεν επέστρεψε ποτέ στην Κωνσταντινούπολη, ούτε μετά το θάνατο του Θεοδοσίου (450). Επιδόθηκε στην προσευχή, τη νηστεία και την πνευματική περισυλλογή. Ανήγειρε με δικά της χρήματα ναούς, Μονές και πολλά φιλανθρωπικά ιδρύματα.
Αφιερώθηκε στην ανάγνωση των Γραφών και των πατερικών κειμένων. Συναναστράφηκε με αγίους και ασκητές. Όμως, χωρίς να το συνειδητοποιήσει, παρασύρθηκε από κάποιους μονοφυσιτικούς κύκλους. Αλλά με τη βοήθεια δύο επιφανών μοναχών, του Συμεών Στυλίτου και του Μεγάλου Ενθυμίου μεταστράφηκε στην Ορθοδοξία. Κοιμήθηκε ειρηνικά το 460.
Η Ευδοκία συνέγραψε πολλά και αξιόλογα έργα, από τα οποία τα περισσότερα δυστυχώς δεν διασώθηκαν. Από τα σωζόμενα ξεχωρίζουν υπέροχοι στίχοι στη νίκη του Θεοδοσίου Β΄ εναντίον των Περσών, παράφραση της Οκτατεύχου και των προφητών Ζαχαρία και Δανιήλ, καθώς και τρία βιβλία του αγίου Κυπριανού Αντιοχείας (πρώην μάγου) σε έμμετρους ομηρικούς στίχους.
Η Αυγούστα Ευδοκία αποτελεί ένα από τα πιο λαμπρά πρότυπα, για όσες επιθυμούν αυτήν την εποχή, να γίνουν Ελληνίδες-Χριστιανές, και να εγκαταλείψουν τον εθνοκτόνο Διονυσιακό πολιτισμό, που μας οδήγησε στην απώλεια της εθνικής κυριαρχίας, στην κατάκτηση της χώρας, και στον υβριδικό πόλεμο όπου χάνονται ανθρώπινες ζωές από τα παράνομα μνημόνια, από τα θανατηφόρα εμβόλια, και τους οργανωμένους εμπρησμούς από την ΜΙΤ και την νέα τάξη πραγμάτων.
Η πανάρχαια σύγκρουση των δύο παγκόσμιων πολιτισμών.
Από την εποχή του αυτοκράτορα Κωνστάντιου εως την εποχή του αυτοκράτορα Θεοδόσιου του Β, έζησαν οι έξι μεγαλύτεροι Έλληνες νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι του μεσαίωνα. Αυτοί ήταν ο Μέγας Βασίλειος, οι Άγιοι Ιωάννης (Χρυσόστομος), ο Άγιος Γρηγόριος-Θεολόγος, ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, η φιλοχριστιανή Υπατία και η Αυγούστα Ευδοκία.
Ο Eλληνικός φιλοσοφικός στοχασμός, μέσα από την ένωση του, με τα χριστιανικά αξιώματα, βρήκε την θέση του, στους λόγους των Αγίων Πατέρων, για να περάσει στις ψυχές των ανθρώπων, ώστε να δώσει τους καρπούς της αλήθειας, της αγάπης, της Ορθοδοξίας, και της εθνικής επιβίωσης. Πολλοί από τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους, ήδη είχαν ασκήσει σκληρή κριτική στην παγανιστική θρησκεία, και δίδαξαν τον φιλοσοφικό μονοθεϊσμό. Ο παγκόσμιος χαρακτήρας της Ελληνορωμαϊκής αυτοκρατορίας εδραιώνεται σταθερά μέσα από την οικουμενική χριστιανική ιδέα. Ο σκοπός των Τριών Ιεραρχών, ήταν η ενοποίηση του Ρωμαϊκού κράτους μέσω της χριστιανικής πίστεως.
Ο μέγιστος εκφραστής της Αρχαιότητας ο Αριστοκλής μαζί με τους τρεις Ιεράρχες θα δημιουργήσουν της βάσεις για την οικουμενικότητα, την διαχρονικότητα του Ελληνισμού και της Χριστιανικής, Ελληνικής-Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Τα περισσότερα στοιχεία του αθάνατου Ελληνικού πνεύματος θα είναι πλέον μέσα στην Ορθόδοξη πίστη.
Η σχέση χριστιανισμού και Πλάτωνα, ως ιστορικών φαινομένων, αποτελεί μία από τις πλέον σημαντικές πτυχές της παγκόσμιας ιστορίας, καθώς ο Αριστοκλής είχε ταυτιστεί με την Ελληνική φιλοσοφία και τις Χριστιανικές διδαχές.
Η σκέψη των Χριστιανών στοχαστών του 4ου αιώνα με βασικούς εκφραστές τον Μ. Βασίλειο, τον Άγιο Γρηγόριο, (Ναζιανζηνό-Θεολόγο), τον Άγιο Ιωάννη-Χρυσόστομο και τον Άγιο Γρηγόριο, (Επίσκοπος Νύσσης), αποτελεί κομβικό σημείο για την ανάπτυξη της Ορθοδόξου πίστεως. Στις διδαχές και στα έργα τους είναι εμφανής η ιδεολογία του Αριστοκλή-Πλάτωνα.
Οι Καππαδόκες νεοπλατωνικοί-φιλόσοφοι έρχονται στο πιο καθοριστικό χρονικό σημείο, καθώς συμβάλλουν στην διαμόρφωση και την διατύπωση του Ορθοδόξου δόγματος. Με εκπαίδευση θεολογική, φιλοσοφική και ρητορική, επιχειρούν να αποσαφηνίσουν την φύση και της σχέσης των τριών υποστάσεων της θεότητας και την σχέσης ανάμεσα στην θεότητα των υποστάσεων, και των ενεργειών της με τον κόσμο και τον άνθρωπο.
Ο Ιουστίνος ήταν ο πρώτος Άγιος Φιλόσοφος και Χριστιανός. Ήταν ο πρόδρομος των τριών Ιεραρχών, καθώς αποτέλεσε λαμπρό παράδειγμα, για τους τρεις Μεγίστους φωστήρες της Τρισηλίου Θεότητος.
Έξω από την Ελληνική Ορθοδοξία άφησαν οι άγιοι Ιεράρχες, μόνο το δωδεκάθεο, τον Φοινικικό παγανισμό ως ανάξιο του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού και της Ορθοδοξίας. Πρόσθεσαν στον Χριστιανισμό μόνον ότι καλό είχε ο αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός μέσα από τα φιλοσοφικά αξιώματα του Αριστοκλή. Οι Τρεις Ιεράρχες διέσωσαν ότι πολύτιμο είχε δημιουργήσει η ανθρώπινη διάνοια των Ελλήνων σοφών, συνδυάζοντας το πνεύμα του αρχαίου φωτός, με την διδασκαλία του Χριστού.
Το αποτέλεσμα ήταν να ανοίξει ο δρόμος στην Αγία-Αυγούστα Ευδοκία την Αθηναία, να εξελίξει και να επανιδρύσει την ανωτάτη φιλοσοφική-πανεπιστημιακή σχολή της Βασιλεύουσας.
Οι Έλληνες-Ρωμαίοι άφησαν αξιόλογα επιστημονικά έργα. Υπήρξαν σπουδαίοι επιστήμονες, φιλόσοφοι, ρήτορες, ιστορικοί. Δυστυχώς όμως δεν εκτιμήθηκε όσο θα έπρεπε η προσφορά τους, στον πολιτισμό και την παιδεία από τους Έλληνες τους μεσαίωνα, οι οποίοι προτιμούσαν να διαβάζουν τους αρχαίους κλασσικούς σοφούς, ιστορικούς, ρήτορες, όπως ο Αριστοκλής, ο Αριστοτέλης, ο Ισοκράτης, ο Ηρόδοτος, ο Ξενοφώντας, ο Πλούταρχος και να θαυμάζουν- επαινούν, σε δημόσιες συζητήσεις, με πολύ μεγάλη προγονική υπερηφάνεια τους αρχαίους Έλληνες, των οποίων οι Ρωμαίοι-Έλληνες του μεσαίωνα, αποτελούσαν τους φυσικούς και πνευματικούς κληρονόμους. Δικαίως αισθάνονταν υπερήφανοι για το ένδοξο παρελθόν και για τα επιστημονικά επιτεύγματα της αρχαίας κλασικής περιόδου.
Ενδεικτικά ήταν αυτά τα οποία έγραψε ο στυλοβάτης της Ορθοδοξίας και της Ελληνικής-Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ο Άγιος Γρηγόριος-Θεολόγος σε μία επιστολή του, προς τον σοφιστή Αβλάβιον: “Πυνθάνομαί σε σοφιστικής εράν, και το χρήμα είναι θαυμάσιον, οίον σοβαρόν φθέγγεσθαι, μέγα βλέπειν, βαδίζειν υψηλόν και μετέωρον, το λήμμα σοι φέρειν εκείσε εις Μαραθώνα και Σαλαμίνα, ταύτα δη τα ημέτερα καλλωπίσματα, και μηδέν εννοείν, ότι μη Μιλτιάδας και Κυναιγέρους και Καλλιμάχους τε και Τηλεμάχους, και πάντα εσκεύασθαι σοφιστικώς”.
Πολύ σημαντικό ήταν ότι μέσα από την μελέτη των αρχαίων ιστορικών, οι Έλληνες-Ρωμαίοι βρήκαν παραδείγματα γενναίων και ηθικών Ελλήνων ανδρών, ώστε να τα χρησιμοποιήσουν ως πρότυπα, για τους νέους εκείνων των αιώνων.
Στον επίλογο της σημερινής μου εργασίας, να αναφέρω ότι η μεγάλη Αγία Ευδοκία υπέπεσε στην πλάνη της αιρέσεως.
Η Ευδοκία εξαπατήθηκε από τον Θεοδόσιο και ακολούθησε τις δοξασίες του.
Για αυτό και αποχωρίσθηκε από την εκκλησιαστική κοινωνία της καθολικής ορθοδόξου Εκκλησίας. Κατέβαλε και κάθε προσπάθεια για να επικρατήσουν και οργανωθούν οι αιρετικοί και αγωνιζόταν κατά των Ορθοδόξων.
Για αυτό και όλοι οι μοναχοί της αγίας πόλεως και της ερήμου των Ιεροσολύμων ακολούθησαν την αποστασία, μολονότι ο Θεοδόσιος είχε διωχθεί και στο θρόνο βρισκόταν ο Μαρκιανός.
Η Αγiα έλαβε πολλές επιστολές και από τον αδελφό της Ουαλέριο και από τον άνδρα της θυγατέρας της, ώστε να απομακρυνθεί από την αίρεση μονοφυσιτισμού και να συνταχθεί με την πίστη της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Εκείνη όμως στεναχωριόταν, δίσταζε και δεν ήθελε να παραβιάσει την συνείδηση της ένεκα των συγγενών της και να προδώσει την ορθή όπως νόμιζε πίστη της.
Τότε σκέφθηκε να επικοινωνήσει και να μάθει καλά την ορθή πίστη. Προς τον σκοπό αυτό στέλνει τον πολύ ενάρετο χωρεπίσκοπο Αναστάσιο μαζί με μερικούς άλλους στην Αντιόχεια στον άγιο Συμεών το στυλίτη, που ήταν ονομαστός σε όλη την οικουμένη και έλαμπε με τις αρετές του.
Του έγραψε τις δικές της σκέψεις γύρω από το θέμα της ορθής πίστεως, τον παρακαλούσε να λάβει την θεάρεστη γνώμη του. Ο άγιος Συμεών της απάντησε τα εξής:
Γνώριζε ότι ο διάβολος βλέποντας τον πλούτο των αρετών σου, ζήτησε να σε κοσκινίσει σαν το σιτάρι.
Και εκείνος ο Θεοδόσιος, που παρερμηνεύει την ορθή πίστεως πίστη, έγινε δοχείο και όργανο του πονηρού, σου θόλωσε το νου και διατάραξε την ψυχή σου, που αγαπά και αγαπάται από τον Θεό.
Αλλά έχε θάρρος, γιατί η πίστη σου δεν χάθηκε. Εγώ όμως απόρησα για τούτο: Ενώ έχεις κοντά σου την πηγή, την αγνοείς. Και έτρεξες τόσο μακριά για να αναζητήσεις πνευματικό νερό. Κοντά σου λοιπόν έχεις τον θεοφόρο Ευθύμιο. Ακολούθησε τις δικές του διδασκαλίες και νουθεσίες και θα σωθείς.
Καθώς άκουσε αυτά η μακαριστή Ευδοκία, δεν έδειξε καμμιά αμέλεια. Πρώτα από όλα έμαθε ότι ο μέγας Ευθύμιος δεν δέχεται να πάει σε καμία πόλη.
Έπειτα πήγε στο ψηλότερο μέρος της ανατολικής ερήμου, τριάντα περίπου στάδια νοτιότερα από την Λαύρα του αγίου και εκεί οικοδόμησε έναν πύργο, επειδή επιθυμούσε να απολαμβάνει από εκεί πιο συχνά τις διδαχές του αγίου. Έστειλε δε τον σταυροφύλακα Κοσμά και τον χωρεπίσκοπο Αναστάσιο να τον αναζητήσουν.
Εκεiνοι ήλθαν στην Λαύρα, αλλά δεν τον βρήκαν.
Kαθως έμαθαν ότι βρισκόταν στον Ρουβά, πήραν μαζί τους τον μακαριστό Θεόκτιστο και πήγαν να τον συναντήσουν εκεί. Και αφού τον παρακάλεσαν πολύ και με πολλά λόγια, τον έπεισαν και τον έφεραν προς την Ευδοκία, στον πύργο που εκείνη έκτισε και σήμερα έχει ιδρυθεί εκεί η μονή του Σχολαρίου.
Όταν είδε τον άγιο Ευθύμιο, η Ευδοκία γέμισε από χαρά. Έτρεξε τον προσκύνησε και του είπε.
Τώρα γνωρίζω ότι με επισκέφθηκε την ανάξια ο Θεός με την δική σου παρουσία. Ο άγιος γέροντας την ευλόγησε και της είπε: "Πρόσεχε, παιδί μου τον εαυτό σου, από δω και πέρα."
Για να παρασυρθείς και να ακολουθήσεις την πονηρή δοξασία του Θεοδοσίου, σου συνέβησαν τα κακά και ολέθρια γεγονότα της Ιταλίας.
Απομακρύνσου από την κακοδοξία. Και όπως δέχεσαι την πίστη των τριών οικουμενικών συνόδων, της Νίκαιας που συνήλθε κατά του Αρείου, της Κωνσταντινουπόλεως κατά του Μακεδόνιου και της Εφέσου κατά του Νεστορίου, το ίδιο να κάνεις και εσύ. Να δεχθείς τον όρο που διακήρυξε η σύνοδος που συνήλθε στην Χαλκηδόνα. Να απομακρυνθείς από την επικοινωνία του Διοσκούρου, να συνταχθείς με το μέρος του Αρχιεπισκόπου Ιεροσολύμων Ιουβεναλίου και να έχεις μαζί του εκκλησιαστική επικοινωνία.
Μετά από αυτά και προσευχήθηκε για αυτήν και της έδωσε διάφορες συμβουλές, και εν συνεχεία αναχώρησε.
Εκείνη θαύμασε πολύ την αρετή του Αγίου. Και όσα της είπε, αμέσως και έμπρακτα τα εφάρμοσε, με τη συναίσθηση ότι τα άκουσε από το στόμα του Θεού. Αμέσως πήγε στα Ιεροσόλυμα και διά μέσου των πρεσβυτέρων Κοσμά και Αναστασίου επικοινώνησε με τον Αρχιεπίσκοπο και συντάχθηκε με την πίστη της Ορθοδόξου Εκκλησίας και απέκτησε την εκκλησιαστική κοινωνία. Το παράδειγμά της ακολούθησαν και πολλοί άλλοι, ένα πλήθος από λαϊκούς και μοναχούς, που είχαν πλανηθεί από τον Θεοδόσιο.
Πάγια αρχή μου είναι ότι όλοι οι λαοί, όλοι οι άνθρωποι, έχουν δικαίωμα να πιστεύουν οπού θέλουν. Όλα αυτά με την απαραίτητη προυπόθεση να μην επιβάλλουν τα πιστεύω τους σε τρίτους, είτε δια της βίας, είτε με πλάγιους τρόπους. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που η άλλη πλευρά δεν συναινεί ; Είναι λοιπόν δίκαιο να καθίσουμε να αφανιστούμε όλοι οι Έλληνες χωρίς να έχουμε πειράξει κανέναν απολύτως ; Όλα αυτά διότι από τα αρχαία χρόνια ο πολιτισμός μας, και η ιδεολογία-θρησκεία μας, αποτελούν εμπόδιο στην δημιουργία του παγκόσμιου εωσφορικού κράτους. Από όλους τους προαναφερόμενους, εξαιρείται, ένα μικρό μέρος βάση των παγκόσμιων Φιλοσοφικών-μαθηματικών σταθερών, μέτρον άριστον και μηδέν άγαν.
* Η ελευθερία πίστεως είναι θεόδοτη. Ο ίδιος ο Θεός έδωσε το δικαίωμα στους ανθρώπους, να πιστεύουν, όπου επιθυμούν. Προσωπικά είμαι υπέρ της συνυπάρξεως των λαών και των διαφορετικών θρησκευτικών πεποιθήσεων, για αυτό στηρίζω, τον μεγάλο Σύριο ηγέτη Ασσάντ, ο οποίος επέτυχε να συνυπάρχουν ειρηνικά Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι.
0 comments: